Νόμισμα του Βονιφατίου κόμη Αφρικής, 424, 10 χλστ., 1,11 γραμ. Εμπρός όψη: κεφαλή φέρει διάδημα από μαργαριτάρια, D NOSTRIS. Πίσω όψη: Νίκη με κράνος βαδίζει κρατώντας στεφάνι και φύλο φοίνικα, CARTAGINE.
Ο Boνιφάτιος εμφανίζεται για πρώτη φορά ως στρατηγός τού Κωνστάντιου Γ΄ το 413, όπου νίκησε τους Βησιγότθους τού Aταούλφου στη Mασσίλια. Φέρεται να πέταξε ένα όπλο και τραυμάτισε τον ίδιο τον Γότθο βασιλιά. [2] Αργότερα εκείνη τη δεκαετία ο Boνιφάτιος ήταν γνωστός ότι ήταν ένας τριβούνος, που διοικούσε ένα γοτθικό σύνταγμα υπόσπονδων (φοιδεράτων) στη Βόρεια Αφρική, που εκστρατεύει εναντίον των Mαύρι, και είχε μία φιλία με τον Άγιο Αυγουστίνο της Ιππώνος, με τον οποίο συζήτησε θεολογικά θέματα. Το 422 πιθανότατα ανακλήθηκε στη δυτική Αυλή της Ραβέννας, όπου πιθανότατα νυμφεύτηκε τη Γότθα σύζυγό του Πελαγία, κόρη του Βερεμούδου, και κληρονόμησε τους βουκελαρίους τού πατέρα της. [3] Ο Boνιφάτιος και ο Καστίνος ετοιμάστηκαν τότε να ξεκινήσουν μία εκστρατεία κατά των Βανδάλων και των Αλανών στην Ισπανία, αλλά οι δυνάμεις του Boνιφάτιου δεν έφτασαν ποτέ, καθώς οι δύο διοικητές είχαν διαπληκτιστεί συνεχώς από την έναρξή του. Η Γάλλα Πλακιδία προσπάθησε να εμποδίσει τον Καστίνο να κερδίσει τη θέση τού Στιλίχωνα πριν από αυτόν, και ως αποτέλεσμα ο Καστίνος προσπάθησε να απομακρύνει τον Boνιφάτιο από την εξουσία. [4] Ο Βονιφάτιος υποχώρησε στη Βόρεια Αφρική, όπου απέκτησε την αρχηγία τού κόμη της Αφρικής κάτω από αμφίβολες συνθήκες και συνέχισε τις εκστρατείες του εναντίον των φυλών των Μαύρι. [5] Μετά το τέλος τού Αυτοκράτορα Ονώριου, ο πριμικήριος των γραμματέων (primicerius notariorum)Ιωάννης αναβιβάστηκε στον θρόνο από τον Καστίνο το 424 και ο Βονιφάτιος απάντησε διακόπτοντας την προμήθεια σιτηρών από τη Βόρεια Αφρική, δείχνοντας την υποστήριξή του στους δύο της Θεοδοσιανής δυναστείας (Πλακιδία και Θεοδόσιο Β΄). [6][7] Ο Πρόσπερ δηλώνει ότι οι δυνάμεις του Ιωάννη ήταν αποδυναμωμένες, επειδή εκστράτευαν εναντίον του Boνιφάτιου στη Βόρεια Αφρική, αλλά δεν μπόρεσαν να τον καθαιρέσουν, όπως στις εκστρατείες εναντίον τού Γίλδου και άλλων βορειοαφρικανών σφετεριστών. [8] Μετά από μία εξέγερση στη Γαλατία και μία στρατιωτική εκστρατεία υπό τους ανατολικούς στρατηγούς Aρδαβούρ και Άσπαρ, που στάλθηκαν από τον Θεοδόσιο Β΄, ο Ιωάννης ανατράπηκε και ο Βαλεντινιανός Γ΄, ετεροθαλής ανιψιός του Ονώριου, έγινε δυτικός Αυτοκράτορας από τον μάγιστρο των αξιωματούχων (magister officiorum) Ηλίωνα. [9] Ο Βονιφάτιος τον υποστήριξε και συνέχισε τις αποστολές σιτηρών στη Ρώμη, ανταμοιβόμενος με τη θέση τού κόμη των δομεστίκων.[10]
Εμφύλιος Πόλεμος με τον Φήλικα
Το 427, ο Boνιφάτιος κλήθηκε στη Ραβέννα από την Πλακιδία, αλλά αρνήθηκε την κλήση. Ο Βονιφάτιος κατηγορήθηκε ότι προσπάθησε να σχηματίσει τη δική του αυτοκρατορία στη Ρωμαϊκή Αφρική με τον ισχυρισμό τού Φλάβιου Κωνστάντιου Φήλικα, ο οποίος ήταν επίσης ένθερμος υποστηρικτής της Πλακιδίας και είχε εγκατασταθεί ως <i id="mwXw">μάγιστρος τω ν δύο στρατών (magister utriusque militiae)</i> της Δύσης από τον Θεοδόσιο Β΄. [11] Η Πλακιδία διέταξε τον Φήλικα να στείλει στρατό για να αποκαταστήσει τη ζωτική επαρχία ως απάντηση. [12] Οι στρατηγοί τού Φέλικα για την εκστρατεία περιλάμβαναν τον Μαβόρτιο, τον Γάλλιο και τον Σανοίκη. Ο Μαβόρτιος και ο Γάλλιος οδήγησαν τις ρωμαϊκές δυνάμεις, ενώ ο Σανοίκης διοικούσε τα στρατεύματα των Ούνωνυπόσπονδων. Μαζί οι τρεις στρατηγοί πολιόρκησαν τον Βονιφάτιο στην Καρχηδόνα. Ωστόσο οι τρεις πολιορκητές στράφηκαν ο ένας εναντίον τού άλλου, και ο Σανοίκης και οι Ούννοι του σκότωσαν τους Ρωμαίους πριν σκοτωθεί ο ίδιος, γεγονός που ήρε την πολιορκία. Όταν τα νέα έφτασαν στη Ραβέννα, ο Φήλικας έστειλε τον κόμη Σιγίσβουλτο εναντίον τού Βονιφάτιου, ο οποίος εκστράτευσε με τους Γότθους του στην Αφρική για δύο χρόνια. [13] Ο Σιγίσβουλτος κατέλαβε την Καρχηδόνα, αλλά ο Βονιφάτιος και οι γότθοι βουκελλάριοί του συνέχισαν να εκστρατεύουν στη Νουμιδία, όπου τους επετράπη να λεηλατήσουν την επαρχία. Ο Βονιφάτιος βάφτισε επίσης την κόρη του από έναν Αρειανό ιερέα, κάτι που προκάλεσε διαμάχη μεταξύ αυτού και τού Αγίου Αυγουστίνου. ref name=":0" /> Ωστόσο η Πλακιδία έστειλε έναν απεσταλμένο στον Βονιφάτιο το 429, από τον οποίο έμαθε ότι είχε πλαστογραφηθεί μία επιστολή, που τον διέταζε να μην επιστρέψει στη Ραβέννα, αν εκαλείτο. Ένας άνδρας ονόματι Δαρείος στάλθηκε για να διαπραγματευτεί μία εκεχειρία μεταξύ του Βονιφάτιου και του Σιγισβούλτου, και ως αποτέλεσμα ο Βονιφάτιος αποκαταστάθηκε στην εύνοια της Πλακιδίας και ο εμφύλιος πόλεμος τελείωσε εγκαίρως για να αντιμετωπίσει την απειλή των Βανδάλων. [14][15]
Εκστρατείες κατά των Βανδάλων
Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι ο Boνιφάτιος κάλεσε τους Βανδάλους στην Αφρική, αν και υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με αυτό τα τελευταία χρόνια. Οι Βάνδαλοι πέρασαν κοντά από τη Ρωμαϊκή Τίνγη και μία επιγραφή στην Αλτάβα, που χρονολογείται το 429, αναφέρει ότι ο νεκρός τραυματίστηκε από έναν «βάρβαρο» κατά την προέλαση των Βανδάλων στην Αφρική. Η εκστρατεία τους σταμάτησε για λίγο από τον Δαρείο, ο οποίος διαπραγματεύτηκε μία σύντομη εκεχειρία, αλλά ο Γκαιζέρικ συνέχισε γρήγορα. [16] Ο Boνιφάτιος, ο αφρικανικός στρατός και μία ομάδα υποστηρικτών των Γοτθικών υπόσπονδων αντιμετώπισαν τον Γιζέριχο και ηττήθηκαν από αυτόν κοντά στην πόλη Καλάμα το 430, μετά την οποία ο Boνιφάτιος υποχώρησε στην πόλη Hippo Regius (Ιππώνα). [17] Τον Μάιο ή τον Ιούνιο του 430, ο Γιζέριχος πολιόρκησε την πόλη και ο Άγιος Αυγουστίνος απεβίωσε κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, η οποία τελικά άρθηκε τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο του 431. Αφήνοντάς το στο έλεος τού Γιζέριχου, ο Βονιφάτιος υποχώρησε έξω από την πόλη για να ενώσει τις δυνάμεις του με τον Ανατολικό Ρωμαίο στρατηγό Άσπαρ, που είχε σταλεί να ενισχύσει την Αφρική από τον Θεοδόσιο Β΄. Στις αρχές του 432, ο Βονιφάτιος και ο Άσπαρ συμμετείχαν στη μάχη με τον Γιζέριχο, αλλά ηττήθηκαν και πάλι. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, ο μελλοντικός αυτοκράτορας Mαρκιανός αιχμαλωτίστηκε σε αυτή τη σύρραξη, αλλά αφέθηκε ελεύθερος, αφού ο Γιζέριχος είχε ένα όραμα ότι εκείνος θα γίνει Αυτοκράτορας. [18]
Εμφύλιος πόλεμος με τον Αέτιο και το τέλος
Το 432, μετά τον απαγχονισμό του Φλάβιου Φήλικα, της συζύγου του Παδουσίας και ενός διακόνου από τον ρωμαϊκό στρατό, υποτίθεται μετά από προτροπή του Φλάβιου Αέτιου, στου οποίου την εξουσία προσπάθησε να αντισταθεί, η Πλακιδία διόρισε τον Boνιφάτιο μάγιστρο των δύο στρατών (magister utriusque militiae) και πατρίκιο της Δύσης, παρά την ανεπιτυχή υπηρεσία του στην Αφρική. Ο Βονιφάτιος οδήγησε τις δυνάμεις του εναντίον τού Αέτιου και τού Γαλατικού στρατού στη μάχη τού Ρίμινι το 432. Ο Βονιφάτιος και ο γαμπρός του Σεβαστιανός κέρδισαν και ο Αέτιος επετράπη να αποσυρθεί στα ιδιωτικά του κτήματα, αν και ο Βονιφάτιος τραυματίστηκε θανάσιμα από μία λόγχη κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης. Απεβίωσε κάποια στιγμή μεταξύ λίγων ημερών και τριών μηνών μετά τη μάχη. [19] Ο Σεβαστιανός, που διορίστηκε να καλύψει τη θέση του, επιχείρησε να δολοφονήσει τον Αέτιο, έτσι ο Αέτιος κατέφυγε στην Αυλή των Ούννων και επέστρεψε με την υποστήριξή τους. Υποτίθεται ότι ο Σεβαστιανός ετοιμαζόταν να πολεμήσει τον Αέτιο καλώντας τους Βησιγότθους σε βοήθειά του, αλλά προφανώς δεν ήταν δημοφιλής μεταξύ των στρατευμάτων και τους επέτρεψε να εμπλακούν σε πειρατεία, ενώ είχε χάσει την υποστήριξη και στην Αυλή. Τελικά ο Σεβαστιανός εξορίστηκε και αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Αέτιος να γίνει η κυρίαρχη δύναμη στη Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Νυμφεύτηκε τη χήρα τού Βονιφάτιου, την Πελαγία, υποτίθεται σύμφωνα με το αίτημά του. [20][21]