Το αγώνισμα του βάδην στην Ελλάδα έχει αρκετά μεγάλη ιστορία, αφού έκανε επίσημα το ξεκίνημά του το έτος 1900. Ο άνθρωπος που στην ουσία το ανέδειξε, ήταν ο σπουδαίος Έλληνας δρομέας μεγάλων αποστάσεων Χαρίλαος Βασιλάκος, ο οποίος καταγόταν από τη Μάνη. Ο τελευταίος, όντας αργυρός Ολυμπιονίκης του μαραθωνίου στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 1896, ήταν αυτός που έβαλε τα θεμέλια του αγωνίσματος, κατακτώντας την πρώτη θέση σε αγώνα βάδην 1.000 μ., που διοργάνωσε για πρώτη φορά ο Πανελλήνιος Γυμναστικός Σύλλογος, στις 14 Μαΐου 1900. Το επόμενο έτος, στις 24 Μαρτίου 1901, πραγματοποιήθηκε ένας προκριματικός αγώνας, που θα καθόριζε τη συμμετοχή των αθλητών στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Στίβου. Ο Βασιλάκος κατάφερε να υπερισχύσει των υπολοίπων, το οποίο του έδωσε το εισιτήριο για το μεγάλο αθλητικό γεγονός. Λίγες μέρες μετά, στις 5 Απριλίου 1901, το βάδην θα έκανε την παρθενική του εμφάνιση στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα, με την απόσταση των 1.000 μ. και τη συμμετοχή συνολικά 14 αθλητών. Φυσικά, το φαβορί ήταν ο Βασιλάκος, ο οποίος κατέκτησε την πρώτη θέση, με χρόνο 5:11.[1][2] Μερικά χρόνια μετά, στη Μεσολυμπιάδα της Αθήνας του 1906, οι αθλητές Κωνσταντίνος Σπετσιώτης και ο Γεώργιος Σαριδάκης, κατέλαβαν την 3η θέση στα 1.500 μ. και στα 3.000 μ. βάδην αντίστοιχα, πετυχαίνοντας τις πρώτες μεγάλες διεθνείς διακρίσεις για τη χώρα. Έκτοτε, το αγώνισμα άρχισε σταδιακά να καθιερώνεται και στην Ελλάδα, προσελκύοντας το ενδιαφέρον σπουδαίων Ελλήνων αθλητών.
Η πορεία του βάδην στην Ελλάδα την περίοδο 1950-1999
Πολλά χρόνια μετά τη διεξαγωγή του πρώτου πανελλήνιου πρωταθλήματος βάδην (δηλ. αφού ολοκληρώθηκαν οι παγκόσμιοι πόλεμοι και η εμφύλια διαμάχη), συγκεκριμένα τη δεκαετία του 1960, αναδείχθηκαν μέσα από τη σταθερά καλή τους πορεία στο αγώνισμα, δύο εξαιρετικοί αθλητές, ο Σταυρός Χατζηλάιος και ο Δημήτρης Μποντικούλης. Συνολικά οι δυο τους κατέκτησαν 11 συνεχόμενα πανελλήνια πρωταθλήματα, κυρίως στην απόσταση των 20 χιλιομέτρων, καταρρίπτοντας μάλιστα, αρκετές φορές και το εθνικό ρεκόρ.
Τις δεκαετίες 1970 και 1980, πρωταγωνιστικό ρόλο στο αγώνισμα είχαν δυο αδέρφια, που ήταν ταχυδρομικοί υπάλληλοι, ο Άρης Καραγεώργος και ο Χρήστος Καραγεώργος. Οι δύο αυτοί αθλητές κατέκτησαν συνολικά 16 φορές την πρώτη θέση σε Πανελλήνια Πρωταθλήματα (εννέα ο Άρης και επτά ο Χρήστος), ενώ ήταν υπεύθυνοι για την κατάρριψη του πανελληνίου ρεκόρ για τουλάχιστον 25 φορές. Πολύ καλή ήταν και η πορεία τους στους Βαλκανικούς αγώνες, με αρκετές επιτυχίες, γεγονός που έδωσε σημαντική ώθηση στην Ελλάδα εκείνο το διάστημα. Χαρακτηριστικό στοιχείο των δυο αδερφών, ήταν ότι σε αρκετούς αγώνες προσπαθούσαν να τερματίσουν ταυτόχρονα, το οποίο φανέρωνε την άριστη μεταξύ τους σχέση και συνεργασία. Να σημειωθεί, ότι μετά το πέρας της αθλητικής τους καριέρας δεν απομακρύνθηκαν από τον χώρο, αλλά συνέχισαν να εργάζονται ως προπονητές, αναδεικνύοντας άλλους σημαντικούς αθλητές του αγωνίσματος.[3][4]
Άξιοι διάδοχοί τους κατά το διάστημα 1987-2000, υπήρξαν οι αθλητές Σπύρος Καστάνης και Δημήτρης Ορφανόπουλος, οι οποίοι για σχεδόν 15 χρόνια κυριαρχούσαν στο πανελλήνιο πρωτάθλημα, κατακτώντας συνολικά 16 και 8 χρυσά μετάλλια αντίστοιχα, τόσο στον κλειστό, όσο και στον ανοικτό στίβο. Επίσης, είχαν αρκετές επιτυχίες και σε διεθνές επίπεδο (Βαλκανικούς Αγώνες κα). Να σημειωθεί ότι και οι δύο είχαν καταρρίψεις πανελληνίου ρεκόρ, εκ των οποίων, του Δημήτρη Ορφανόπουλου στα 20.000 μ., εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σήμερα.[Σημ. 1] Την ίδια περίπου περίοδο (το 1985), άρχισε να οργανώνεται το γυναικείο βάδην στην Ελλάδα, όπου η αθλήτρια Κωνσταντίνα Μπορνιβέλλι κατέκτησε το πρώτο πανελλήνιο πρωτάθλημα στα 5.000 μ., ενώ αναδείχθηκε άλλες 2 φορές χρυσή πανελληνιονίκης.[5] Ακολούθησε η βαδίστρια Πόπη Γαβαλάκη, κατακτώντας συνολικά 13 χρυσά μετάλλια, σε πρωταθλήματα κλειστού και ανοιχτού στίβου (μέχρι το 1993), ενώ συνέλεξε και 2 χρυσά στους βαλκανικούς αγώνες.[6]
Η πορεία του βάδην στην Ελλάδα την περίοδο 2000-2024
Το ελληνικό βάδην, περίπου από τις αρχές του 21ου αιώνα, ήταν πιο οργανωμένο και παραγωγικό από οποιαδήποτε άλλη περίοδο. Οι αθλητές άρχισαν να βελτιώνουν τις εμφανίσεις τους, φέρνοντας ταυτόχρονα διεθνείς επιτυχίες για τη χώρα.
Την περίοδο 1993 μέχρι το 2004, άρχισε να αναδεικνύεται ο αθλητής Θεόδωρος Σταματόπουλος, ο οποίος κατέκτησε συνολικά 7 πανελλήνια πρωταθλήματα, κυρίως στις αποστάσεις των 20 χλμ. και 50 χλμ. Από την πλευρά των γυναικών, αξιοσημείωτη πορεία είχε η Χριστίνα Κοκότου με 9 πανελλήνια πρωταθλήματα, ενώ η Αθηνά Παπαγιάννη κατέκτησε δύο φορές το πανελλήνιο πρωτάθλημα στα 20 χλμ., είναι κάτοχος του πανελληνίου ρεκόρ στα 10 χλμ. και έχει κερδίσει δύο μετάλλια σε Βαλκανικούς Αγώνες.[7] Φυσικά, πολύ καλή πορεία στην Ελλάδα είχαν οι αθλήτριες Χριστίνα Δέσκου και Αθανασία Τσουμελέκα, οι οποίες διακρίθηκαν και σε διεθνές επίπεδο, με αποκορύφωμα το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο της τελευταίας στην Αθήνα το 2004.[8][9]
Το διάστημα 2005-2022, το αγώνισμα άρχισε να καρποφορεί, αναδεικνύοντας σπουδαίους αθλητές με σημαντικές διακρίσεις, τόσο στον ελλαδικό, όσο και στον διεθνή χώρο. Πιο συγκεκριμένα, από την πλευρά των ανδρών ξεχωρίζει ο Αλέξανδρος Παπαμιχαήλ, ο οποίος έχει κατακτήσει 24 πανελλήνια πρωταθλήματα εντός και εκτός στίβου, είναι κάτοχος τριών πανελλήνιων ρεκόρ, ενώ σε διεθνές επίπεδο έχει 5 μετάλλια στους Βαλκανικούς Αγώνες και πληθώρα καλών εμφανίσεων, τόσο στις δύο Ολυμπιάδες που συμμετείχε, όσο και σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις. Πολύ καλή πορεία έχουν και οι Κωνσταντίνος Ντεντόπουλος και Βασίλης Χρυσικός, οι οποίοι αναδείχθηκαν 4 και 3 φορές πανελληνιονίκες αντίστοιχα, στα 20 χλμ. και 50 χλμ.[10][11]
Στο ίδιο διάστημα, από την πλευρά των γυναικών, είχαμε πολύ σημαντική συγκομιδή μεταλλίων και διακρίσεων. Η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη, ακολουθώντας μια ανοδική πορεία, κατάφερε να κατακτήσει 10 πανελλήνια πρωταθλήματα σε κλειστό και ανοικτό στίβο, ενώ είναι κάτοχος τριών πανελλήνιων ρεκόρ· σε διεθνές επίπεδο έχει 3 μετάλλια σε Βαλκανικούς Αγώνες, 2 χρυσά μετάλλια στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου, έχει κατακτήσει την 2η θέση σε ομαδικό επίπεδο, στο Παγκόσμιο και Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ομάδων βάδην, ενώ έχει κατακτήσει ένα χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου.[12] Εξίσου καλή πορεία ακολούθησε και η Παναγιώτα Τσινοπούλου, η οποία κατέκτησε 7 φορές το πανελλήνιο πρωτάθλημα σε κλειστό και ανοικτό στίβο, ενώ έχει 7 μετάλλια στους Βαλκανικούς Αγώνες.[13] Φυσικά, δεν θα έπρεπε να παραλειφθεί η Ευαγγελία Ξυνού, η οποία ξεχωρίζει με 4 χρυσά πρωταθλήματα Ελλάδας, έχοντας το πανελλήνιο ρεκόρ στα 50 χλμ. και 2 μετάλλια στους Βαλκανικούς Αγώνες.[14] Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η αθλήτρια Δέσποινα Ζαπουνίδου, που κατέκτησε 3 φορές το χρυσό μετάλλιο σε πανελλήνιο πρωτάθλημα στον κλειστό και ανοικτό στίβο, έχει το πανελλήνιο ρεκόρ στα 10.000 μ. και κατάφερε να κερδίσει 2 μετάλλια στους Βαλκανικούς Αγώνες.[15][16] Αξιοσημείωτη είναι και η πορεία της Αγγελικής Μακρή, η οποία κατέκτησε 2 πανελλήνια πρωταθλήματα στα 50 χλμ. και μάλιστα ήταν η πρώτη πανελληνιονίκης στην εν λόγω απόσταση· Φυσικά, είναι συνολικά κάτοχος 2 χρυσών και 5 χάλκινων μεταλλίων στο ελληνικό πρωτάθλημα (στα 50 χλμ., 20 χλμ. και 3.000 μ.).[17][18][11]
Από το έτος 2020 και μετά, παρά το νεαρό της ηλικίας τους, άρχισαν από νωρίς να διακρίνονται δύο αθλήτριες. Η Κυριακή Φιλτισάκου κατέκτησε 2 φορές το πανελλήνιο πρωτάθλημα στα 20 χλμ. και το αργυρό μετάλλιο στο ομαδικό του Πανευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Ομάδων βάδην.[19] Ενώ, η Ευσταθία Κουρκουτσάκη κατέκτησε 1 πανελλήνιο πρωτάθλημα στον κλειστό στίβο και συνέλεξε 1 αργυρό μετάλλιο στους Βαλκανικούς Αγώνες.[20]. Επίσης, η Χριστίνα Παπαδοπούλου σε διεθνές επίπεδο, κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στους Βαλκανικούς Αγώνες, ενώ πήρε αργυρό μετάλλιο σε επίπεδο ομάδων, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ομάδων βάδην και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ομάδων βάδην.[21]
Η καθιέρωση του γυναικείου βάδην στην Ελλάδα
Το γυναικείο βάδην στην Ελλάδα ξεκίνησε ανεπίσημα το 1983, με πρωτοβουλία του προπονητή Άρη Καραγεώργου, ο οποίος άρχισε σταδιακά να συγκεντρώνει και να προπονεί άτυπα, ορισμένες ενδιαφερόμενες υποψήφιες βαδίστριες.[Σημ. 2] Οι πρώτες αθλήτριες τις οποίες καθοδήγησε, ήταν η Μαρία Πανουτσοπούλου, η Δήμητρα Πανουτσοπούλου, καθώς και η Μαριλένα Σαμολαδά, οι οποίες κατάφεραν να εδραιώσουν με την παρουσία τους, το γυναικείο φύλο στο αγώνισμα. Ο προπονητής τους, βλέποντας θετικά την προοπτική εξέλιξης των γυναικών στο βάδην, έκανε στις 6 Νοεμβρίου του 1984, επίσημη πρόταση στον τότε εθνικό προπονητή Κώστα Γατζία, με στόχο τη δημιουργία πανελληνίου πρωταθλήματος βάδην γυναικών, για τις αποστάσεις 5.000μ. γυναικών/νεανίδων και 3.000 μ. κορασίδων. Τον επόμενο χρόνο, το 1985, οργανώθηκε για πρώτη φορά πανελλήνιο πρωτάθλημα βάδην, στο οποίο οι συμμετέχουσες διαγωνίστηκαν στην απόσταση των 5.000 μ.[Σημ. 3] Η Κωνσταντίνα Μπορνιβέλλι ήταν η πρώτη πανελληνιονίκης στην απόσταση αυτή, συνοδεύοντας μάλιστα την πρωτιά της με νέο πανελλήνιο ρεκόρ.[5] Το έτος που ακολούθησε, τη σκυτάλη παρέλαβε η αθλήτρια Πόπη Γαβαλάκη, η οποία με την καθοδήγηση του έμπειρου προπονητή Άρη Καραγεώργου, κατάφερε να κυριαρχήσει στο αγώνισμα για αρκετά χρόνια, τόσο στον ανοικτό όσο και στον κλειστό στίβο. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι το έτος 1986 ενσωματώθηκε στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα και η απόσταση των 10 χλμ. για τις γυναίκες, η οποία μετατράπηκε σε 20 χλμ. από το έτος 1999 και μετά, για να συμβαδίζει με τις αποστάσεις του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Στίβου.[22][6] Το 2004, στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, το γυναικείο βάδην έζησε την πιο ένδοξη στιγμή του, με την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στα 20 χλμ., από την αθλήτρια Αθανασία Τσουμελέκα στο Ολυμπιακό στάδιο. Το γεγονός αυτό εδραίωσε τις γυναίκες στο αγώνισμα και αποτέλεσε και την αρχή για την εξάλειψη τυχόν κοινωνικών διακρίσεων στον χώρο. Αργότερα, κατά το διάστημα 2018-2020 στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Στίβου, δόθηκε η ευκαιρία στις αθλήτριες να συμμετέχουν στην απόσταση των 50 χλμ., με πρώτη πανελληνιονίκη την Αγγελική Μακρή.[17] Η απόσταση αυτή δεν ευδοκίμησε για πολύ, μιας και το 2021 αντικαταστάθηκε από την απόσταση των 35 χλμ. Η αλλαγή αυτή πραγματοποιήθηκε για να επιλυθεί η ανισότητα μεταξύ των δύο φύλων, μιας και η απόσταση των 50 χλμ. δεν υπήρχε πάντα ως διαθέσιμη επιλογή στις γυναίκες. Συνεπώς, για να είναι συγχρονισμένες οι αποστάσεις του αγωνίσματος για τα δύο φύλα, έγινε η ίδια αντικατάσταση και στο ανδρικό βάδην, το οποίο συνακολούθως εφαρμόστηκε και στις μεγάλες διεθνείς διοργανώσεις, από το 2022 και μετά (δηλ. σε όλους πλέον διατίθενται τα 20 χλμ. και 35 χλμ.).[23]
Η Ελλάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες, το βάδην έκανε την πρώτη εμφάνισή του, ως μέρος του δέκαθλου, το 1904 στις ΗΠΑ, γεγονός που του έδωσε νέα προοπτική εξέλιξης και εδραίωσης στον παγκόσμιο στίβο.[1] Το ίδιο συνέβη και με τη διεξαγωγή του στους μη επίσημα αναγνωρισμένους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 1906 (Μεσοολυμπιάδα), στους οποίους άρχισε να καθιερώνεται ως ανεξάρτητο αγώνισμα. Μάλιστα, στους αγώνες αυτούς είχαμε για πρώτη φορά σημαντικές ελληνικές διακρίσεις, που συνεισέφεραν στην περαιτέρω προώθηση του αγωνίσματος στην Ελλάδα. Η Ολυμπιάδα του 1908 στο Λονδίνο, ήταν η πρώτη επίσημη που πραγματοποίησε το βάδην ως αυτόνομο αγώνισμα, στα 10 μίλια και στα 3.000 μ.
Σχεδόν έναν αιώνα μετά, στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004, η εικοσιδιάχρονη τότε Αθανασία Τσουμελέκα θριάμβευσε στα 20 χλμ., κατακτώντας την πρώτη θέση και το χρυσό μετάλλιο, με επίδοση 1:29:12. Ήταν η πρώτη Ελληνίδα αθλήτρια στο βάδην, που στέφθηκε χρυσή Ολυμπιονίκης και μάλιστα ενώπιον των συμπατριωτών της, στο κατάμεστο Ολυμπιακό στάδιο.[25]
Το 2000, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ, είχαμε για πρώτη φορά συμμετοχή Ελληνίδων αθλητριών, από το 1992 που εισήλθε το γυναικείο φύλο στη διοργάνωση. Αγωνιζόμενες στα 20 χλμ., η Αθηνά Παπαγιάννη κατέλαβε την 11η θέση (με χρόνο 1:33:14)[27] και η Χριστίνα Κοκότου την 36η θέση (με χρόνο 1:38:52).[28]
Να σημειωθεί, ότι τα σημαντικότερα αθλητικά γεγονότα παγκοσμίου επιπέδου, που αφορούν το βάδην, είναι δύο. Το πρώτο, είναι το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου, που διοργανώθηκε για πρώτη φορά στο Ελσίνκι, το 1983, με τις γυναίκες να συμμετέχουν για πρώτη φορά στο βάδην από το 1987, στα 10 χλμ και 10.000 μ.[35] Το δεύτερο, είναι το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ομάδων βάδην, που διοργανώνεται από το 1961, με τη συμμετοχή των γυναικών να ξεκινάει από το 1979.[36] Φυσικά, από τη λίστα δεν απουσιάζουν και διάφορες άλλες παγκοσμίου επιπέδου αθλητικές συναντήσεις, στις οποίες πραγματοποιείται το αγώνισμα.
Μετάλλια
Το 2022, η γυναικεία ομάδα βάδην, αποτελούμενη από τις Αντιγόνη Ντρισμπιώτη, Κυριακή Φιλτισάκου, Χριστίνα Παπαδοπούλου, Όλγα Φιάσκα και Ευσταθία Κουρκουτσάκη, συμμετέχοντας στην απόσταση των 20 χλμ., κέρδισε το αργυρό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ομάδων Βάδην του Ομάν, στις 14 Μαρτίου. Συνολικά, οι αθλήτριες κατέλαβαν την 6η, 11η, 13η, 23η και 35η θέση αντίστοιχα και ανταμείφθηκαν επάξια με τη δεύτερη θέση στην ομαδική βαθμολογία, έχοντας αναμετρηθεί με τα μεγαλύτερα ονόματα του αγωνίσματος στον κόσμο.[37]
Τον Αύγουστο του 2023, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημσ Στίβου της Βουδαπέστης, η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στα 35 χλμ βάδην, με επίδοση 2:43:22. Το μετάλλιο αυτό ήταν το πρώτο στην καριέρα της, για την συγκεκριμένη διοργάνωση.[38]
Το 2019, ο Αλέξανδρος Παπαμιχαήλ, στην απόσταση των 50 χλμ, κατάφερε να τερματίσει 17ος (με χρόνο 4:22:39), ανάμεσα στους 46 βαδιστές που συμμετείχαν (σημ. τερμάτισαν μόνον οι 28), στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου στην Ντόχα του Κατάρ. Στην ίδια διοργάνωση και στην ίδια απόσταση, η Αγγελική Μακρή κατετάγη 14η, με χρόνο 4:54:09.[44]
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δύο είναι τα μεγάλα αθλητικά γεγονότα που αφορούν το βάδην. Το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου και το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ομάδων βάδην (πρώην Ευρωπαϊκό Κύπελλο βάδην), το οποίο υλοποιείται απο το 1996 και μετά, για άνδρες και γυναίκες. Φυσικά, όπως και σε παγκόσμιο επίπεδο, δεν απουσιάζουν και από εδώ οι επιμέρους ευρωπαϊκές συναντήσεις, στις οποίες πραγματοποιείται το αγώνισμα.
Μετάλλια
Το έτος 2021, η ελληνική γυναικεία ομάδα βάδην των Αντιγόνη Ντρισμπιώτη, Κυριακή Φιλτισάκου, Χριστίνα Παπαδοπούλου και Ευσταθία Κουρκουτσάκη, κατέκτησε στην απόσταση των 35 χλμ. (ομαδική βαθμολογία), το αργυρό μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ομάδων Βάδην, που διεξήχθη στο Ποντεμπράντι της Τσεχίας, στις 16 Μαΐου. Σε ατομικό επίπεδο, η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη, υπό την καθοδήγηση του προπονητή της Ναπολέοντα Κεφαλόπουλου, τερμάτισε στην πρώτη θέση, πετυχαίνοντας νέο ατομικό ρεκόρ (2:49:55), γεγονός που της έδωσε το χρυσό μετάλλιο και το εισιτήριο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο. Οι υπόλοιπες τρεις αθλήτριες τερμάτισαν στην 7η, 10η και 16η θέση αντίστοιχα.[46]
Το 2022, η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη, λίγες εβδομάδες μετά τη συμμετοχή της στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στο Γιουτζήν, κατάφερε και διακρίθηκε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου του Μόναχο, πετυχαίνοντας δύο πρωτιές με δύο πολύ καλές εμφανίσεις. Κατάφερε να κερδίσει το χρυσό μετάλλιο, τόσο στην απόσταση των 20 χλμ. με επίδοση 1:29:03, όσο και στην απόσταση των 35 χλμ. με επίδοση 2:47:00, δίνοντας πολύτιμους βαθμούς στην Ελλάδα.[12]
Το 2003, πάλι η Αθανασία Τσουμελέκα, πήρε το χρυσό μετάλλιο στους Πανευρωπαϊκούς αγώνες του Μπιντγκόστς (Πολωνία), στην κατηγορία νέων γυναικών, με χρόνο 1:33:55.[47]
Το 2015, ο Αλέξανδρος Παπαμιχαήλ κατέλαβε την 7η θέση στα 50 χλμ., παίρνοντας μέρος στο Ευρωπαϊκό Κύπελλο βάδην της Μούρθια Ισπανίας, με χρόνο 3:51:38.[48]
Η Ελλάδα στο Βαλκανικό Πρωτάθλημα βάδην
Τα τελευταία χρόνια οι Έλληνες αθλητές του βάδην, έχουν δυναμική παρουσία και στους Βαλκανικούς Αγώνες. Για λόγους πληρότητας αναφέρεται, ότι από το 2000 και μετά, το αγώνισμα έχει αυτονομηθεί από τα υπόλοιπα αγωνίσματα του Βαλκανικού Πρωταθλήματος Στίβου και διοργανώνεται πλέον αυτοτελώς και ξεχωριστά ως Βαλκανικό Πρωτάθλημα Βάδην. Η συλλογή ελληνικών μεταλλίων σε αυτήν τη διοργάνωση είναι αρκετά πλούσια, μιας και την περίοδο (2000-2023), οι Έλληνες βαδιστές κατάφεραν να συγκεντρώσουν συνολικά 34 μετάλλια. Πιο συγκεκριμένα, οι γυναίκες[Σημ. 6] κατέκτησαν 9 χρυσά, 9 αργυρά και 8 χάλκινα μετάλλια, ενώ οι άνδρες 4 χρυσά, 1 αργυρό και 3 χάλκινα. Συνοπτικά, η συγκομιδή όλων των μεταλλίων φαίνεται στους παρακάτω πίνακες.
Ο θεμελιωτής του βάδην στην Ελλάδα. Τρίτος Ολυμπιονίκης στην Ολυμπιάδα της Αθήνας του 1906. Πήρε δύο μετάλλια στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα (χρυσό: 1901, χάλκινο: 1906).
Κατέρριψε 12 φορές το πανελλήνιο ρεκόρ εντός ή εκτός σταδίου (4 φορές στα 20 χλμ., 7 φορές το ρεκόρ στα 10 χλμ. και 1 φορά στα 50χλμ.). Το 1979 βελτίωσε το εθνικό ρεκόρ στα 50 χλμ. κατά 1 ώρα. Ήταν 9 φορές χρυσός πανελληνιονίκης (τα έτη: 1973, 1976-1983). Επίσης, πήρε 4 μετάλλια στους Βαλκανικούς αγώνες (χρυσό: 1979, αργυρό: 1978, χάλκινο: 1976, 1984).
Κατέρριψε 14 φορές το πανελλήνιο ρεκόρ σε εντός ή εκτός σταδίου αγώνες (3 φορές στα 10 χλμ., 7 φορές στα 20 χλμ. και 1 φορά στα 50 χλμ.). Πήρε 7 φορές το χρυσό μετάλλιο σε Πανελλήνια Πρωταθλήματα Στίβου στο βάδην, εντός ή εκτός σταδίου. Επίσης, κατέκτησε 7 μετάλλια στους Βαλκανικούς αγώνες (5 αργυρά και 2 χάλκινα).[51]
Υπήρξε 8 φορές χρυσός πανελληνιονίκης σε κλειστό ή ανοικτό στίβο (τα έτη: 1987, 1989, 1990, 1992-1996). Έχει το πανελλήνιο ρεκόρ στα 20.000 μ. (ισχύει το 2022). Επίσης, το 1988 κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Βαλκανικούς αγώνες.
Έγινε 16 φορές χρυσός πανελληνιονίκης σε αγώνες ανοικτού και κλειστού στίβου (9 φορές στα 50 χλμ., 6 φορές στα 20 χλμ. και 1 φορά στα 5.000 μ.). Επίσης, το 1992 κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Βαλκανικούς αγώνες.
Έχει κατακτήσει μέχρι το 2022, 16 χρυσά μετάλλια στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα (12 φορές στα 20 χλμ., 2 φορές στα 35 χλμ. και 2 φορές στα 50 χλμ.). Επίσης, κέρδισε 8 χρυσά μετάλλια στα 5.000 μ. του κλειστού στίβου. Έγινε 4 φορές χρυσός βαλκανιονίκης και 2 φορές χάλκινος. Είναι κάτοχος τριών πανελληνίων ρεκόρ, στα 20 χλμ., στα 35 χλμ. και στα 50 χλμ. (ισχύει το 2022). Γενικότερα, έχει αξιόλογη παρουσία σε διεθνές επίπεδο, τόσο στους Ολυμπιακούς Αγώνες, όσο και σε άλλα διεθνή αθλητικά γεγονότα.
Κατέκτησε 6 χρυσά μετάλλια στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα στα 5 χλμ. και 10 χλμ. τα έτη 1986-1990, 1992, ενώ έχει 7 χρυσά στα 3.000 μ. κλειστού στίβου για τα έτη 1986-1990, 1992-1993. Επίσης, κέρδισε 2 χρυσά μετάλλια στους Βαλκανικούς αγώνες στίβου το 1988 και το 1989, ενώ κέρδισε και ένα αργυρό. Συνέχισε το βάδην και σε άλλες ηλικιακές κατηγορίες (Γ40-44, Γ45-49, Γ50-54, Γ55-59) φέρνοντας νέες διακρίσεις για την Ελλάδα. Κατέκτησε την 1η θέση σε 2 Πανευρωπαϊκούς αγώνες και σε 2 Βαλκανικούς, ενώ κατέλαβε την 3η θέση σε 2 Πανευρωπαϊκούς.[6]
Ήταν η πρώτη πανελληνιονίκης του γυναικείου βάδην στην Ελλάδα, το 1985. Κατέκτησε 2 φορές το χρυσό μετάλλιο στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα στα 5.000 μ., με ταυτόχρονη κατάρριψη του πανελλήνιου ρεκόρ στα 10χλμ, τα έτη 1985 και 1987 αντίστοιχα. Επίσης, πήρε το ασημένιο μετάλλιο στο Βαλκανικό Πρωτάθλημα νεανίδων.
Κατέκτησε συνολικά 10 μετάλλια στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα βάδην (4 αργυρά και 6 χάλκινα), κατά την περίοδο 1992-1998, τόσο στον κλειστό, όσο και στον ανοικτό στίβο. Σε διεθνές επίπεδο, κατέλαβε την 4η θέση στο Βαλκανικό πρωτάθλημα βάδην και την 3η θέση στους Αδριατικούς αγώνες στην Καλαμάτα. Υπήρξε αθλήτρια της Παναχαϊκής. Πλέον εκτελεί χρέη προπονήτριας στο αγώνισμα (Αναλυτικότερα:[Σημ. 14]).
Κατέκτησε 7 συνεχόμενα χρυσά μετάλλια στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα (6 φορές στα 10 χλμ. και 1 φορά στα 20 χλμ.) τα έτη 1993-1998. Επίσης, κατέρριψε τουλάχιστον τρεις φορές το πανελλήνιο ρεκόρ στα 10 χλμ. Ήταν η πρώτη αθλήτρια που εκπροσώπησε την Ελλάδα σε Ολυμπιάδα (μαζί με την Α. Παπαγιάννη), καταλαμβάνοντας την 36η Θέση στο Σίδνεϊ.
Κατέκτησε 2 χρυσά μετάλλια στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα στα 50χλμ., ενώ είναι η πρώτη αθλήτρια που έγινε πανελληνιονίκης σε αυτή την απόσταση. Επίσης, στο πανελλήνιο πρωτάθλημα, έχει 4 χάλκινα μετάλλια στα 20 χλμ. και 1 χάλκινο στα 3.000 μ. Αναδείχθηκε πρωταθλήτρια νέων γυναικών στα 10 χλμ. (1998), ενώ πήρε το χρυσό και αργυρό μετάλλιο στα 5.000 μ. και 3.000 μ. στην κατηγορία των νεανίδων. Διαθέτει πληθώρα άλλων μεταλλίων στην κατηγορία κορασίδων.[18][53]
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ το 2000, κατέκτησε την 11η θέση και ήταν μαζί με τη Χ. Κοκότου, οι πρώτες αθλήτριες που εκπροσωπούσαν την Ελλάδα σε Ολυμπιάδα. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 στην Αθήνα, κατέλαβε την 10η θέση και την επόμενη χρονιά στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα 2005, στο Ελσίνκι την 6η θέση. Το 2001 κατέλαβε την 6η θέση στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Νέων (Κ23) και την ίδια χρονιά την 4η θέση στους Μεσογειακούς Αγώνες της Τυνησίας. Κατέκτησε δύο φορές το χρυσό μετάλλιο στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα στα 20 χλμ. (τα έτη 2001 και 2007). Το 2004 έγινε «χρυσή» βαλκανιονίκης στα 20 χλμ., καταρρίπτοντας το πανελλήνιο ρεκόρ με χρόνο 1:28:58, ενώ το 2005 «χάλκινη». Μέχρι σήμερα (ισχύει το 2023), είναι κάτοχος του πανελληνίου ρεκόρ στα 10 χλμ.
Κατέκτησε 4 φορές το χρυσό μετάλλιο στα 20 χλμ., στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα (2005, 2008-2010). Επίσης, το 2005 κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Βαλκανικούς Αγώνες των 20 χλμ., ενώ το 2004 πήρε το χάλκινο μετάλλιο στην ίδια διοργάνωση. Είναι κάτοχος του πανελληνίου ρεκόρ στα 50 χλμ. από το 2004,[Σημ. 15] με επίδοση 4:28:13. Το 2017 συγκαταλέχθηκε από την IAAF στις αθλήτριες με τις καλύτερες επιδόσεις όλων των εποχών στα 50 χλμ., τοποθετώντας την στην 5η θέση.[54]
Το 2002 κατέκτησε την 7η θέση στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου, πραγματοποιώντας νέο πανελλήνιο ρεκόρ (1:31:25). Επίσης, πήρε το χρυσό μετάλλιο στους Πανευρωπαϊκούς Αγώνες νέων γυναικών το 2003. Την ίδια χρονιά συμμετείχε στα 20 χλμ. του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Στίβου, καταλαμβάνοντας την 7η θέση (1:29:34). Τον επόμενο χρόνο, έγινε «χρυσή» Ολυμπιονίκης στην Ολυμπιάδα της Αθήνας το 2004, με χρόνο 1:29:12. Για τελευταία φορά, συμμετείχε σε Ολυμπιακούς Αγώνες το 2008, όπου στα 20 χλμ. κατέλαβε την 9η θέση, με νέο πανελλήνιο ρεκόρ 1:27:54.[55] Τέλος, ήταν «χρυσή» πανελληνιονίκης στα 20 χλμ. τα έτη 2002 και 2003.
Έχει κατακτήσει δύο χρυσά μετάλλια στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου του Μονάχου το 2022 (στα 20 χλμ. και στα 35 χλμ.). Το ίδιο έτος κατέλαβε την 6η θέση στα 20 χλμ. του Παγκοσμίου Κυπέλλου του Ομάν, γεγονός που της χάρισε και το ασημένιο μετάλλιο στο ομαδικό της ίδιας διοργάνωσης. Επίσης, κατατάχτηκε 4η στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου του Όρεγκον. Το 2021 κατέκτησε την πρώτη θέση στο Ευρωπαϊκό Κύπελλο του Ποντεμπράντι και συνάμα ανταμείφθηκε με το ασημένιο μετάλλιο στην ομαδική βαθμολογία. Είναι 6 φορές «χρυσή» πανελληνιονίκης στα 20 χλμ. (τα έτη 2013-2015, 2017) και 2 στα 35 χλμ. (2021 και 2022). Στο Βαλκανικό Πρωτάθλημα Βάδην έχει αποκτήσει 2 χρυσά (2017,2023) και 2 αργυρά μετάλλια (2014, 2020), ενώ κέρδισε και 1 χάλκινο στους Μεσογειακούς αγώνες (2013). Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου της Βουδαπέστης, κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο. Μέχρι σήμερα (2023) είναι κάτοχος του πανελληνίου ρεκόρ στα 3.000 μ., στα 20 χλμ και στα 35 χλμ βάδην.
Έγινε δύο φορές «χρυσή» πανελληνιονίκης στα 20 χλμ. (2012 και 2016) και μία στα 3.000 μ. κλειστού στίβου, ενώ μέχρι σήμερα (2022) κατέχει το πανελλήνιο ρεκόρ στα 10 χλμ. Πήρε χρυσό μετάλλιο στο Βαλκανικό Πρωτάθλημα το 2014 και χάλκινο το 2007.
Στέφθηκε 7 φορές «χρυσή» πανελληνιονίκης ανοιχτού ή κλειστού στίβου για αποστάσεις 3.000 μ., 10 χλμ. και 20 χλμ. (τα έτη 2011, 2015, 2016, 2017, 2018 και 2019). Ενώ, στο Βαλκανικό Πρωτάθλημα Βάδην κατέκτησε συνολικά 7 μετάλλια, εκ των οποίων 3 χρυσά (τα έτη 2016, 2018, 2019), 2 αργυρά (το 2017 και 2021) και 2 χάλκινα (το 2010 και 2020). Επίσης, κατέκτησε την τέταρτη θέση στο Ευρωπαϊκό Κύπελλο βάδην στο Μετς της Γαλλίας το 2009 (10 χλμ.), στην κατηγορία Κ20, με χρόνο 48:25.
↑Κίνητρο για αυτήν την κίνηση, ίσως αποτέλεσε και η δημιουργία του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Στίβου, το οποίο συστάθηκε την ίδια χρονιά (1983). Αποτελούσε ένα ανεξάρτητο από τους Ολυμπιακούς Αγώνες αθλητικό γεγονός, που αφορούσε αποκλειστικά τον στίβο. Θα διεξαγόταν πάλι 4 χρόνια μετά, το 1987.
↑Πηγή πληροφοριών: Προφορική αφήγηση από την 10 φορές 2η και 3η πανελληνιονίκη, Ηρώ Κουκουλά.
↑Η αρχική θέση τερματισμού του Αλέξανδρου Παπαμιχαήλ στα 50 χλμ. ήταν η 25η, αλλά 3 χρόνια αργότερα (το 2015), ύστερα από επανεξέταση δειγμάτων με νέα τεχνική από την οργανωτική επιτροπή, ανιχνεύτηκαν κρούσματα ντόπινγκ σε τρείς προπορευόμενους Ρώσους αθλητές (1ος Kirdyapkin, 5ος Yerokhin, 6ος Bakulin) και ακυρώθηκαν. Συνεπώς, ο Παπαμιχαήλ κατέχει πλέον την 22η θέση.
↑Η αρχική θέση κατάταξης του Αλέξανδρου Παπαμιχαήλ στα 50 χλμ. ήταν η 28η, αλλά αργότερα, λόγω ανίχνευσης κρούσματος ντόπινγκ σε προπορευόμενο αθλητή, κατέχει πλέον την 27η θέση.
↑Το γυναικείο βάδην εισήλθε στους Βαλκανικούς αγώνες το 1988, στην Άγκυρα της Τουρκίας, στους οποίους αναδείχθηκε χρυσή βαλκανιονίκης, η Πόπη Γαβαλάκη.[6]
↑Το 2004 πήρε χρυσό μετάλλιο με νέο πανελλήνιο ρεκόρ (1:28:58) στα 20 χλμ.
↑ 8,08,18,28,3Όταν μία απόσταση στο βάδην εκφράζεται σε μέτρα (π.χ. 20.000 μ.), σημαίνει ότι το αγώνισμα διεξήχθη σε ταρτάν, εντός σταδίου. Διαφορετικά, όταν εκφράζεται σε χιλιόμετρα (π.χ. 20 χλμ.), σημαίνει ότι το αγώνισμα διεξήχθη σε δρόμο, εκτός σταδίου.
↑ 13,013,1 Τα στοιχεία και οι διακρίσεις που παρατίθενται αποσκοπούν στο να δώσουν μια γενική εικόνα για τους αθλητές, σε κάποιον που δεν έτυχε να τους γνωρίζει. Εντούτοις, μπορεί να είναι ελλιπή ή και ανακριβή.
↑Συνολικά η Ηρώ Κουκουλά στο πανελλήνιο πρωτάθλημα πέτυχε τα εξής:
1992 | 10.000 μ. Νέων | 3η θέση
1993 | 10.000 μ. | 3η θέση
1993 | 3.000 μ. (Κλειστός) | 3η θέση
1994 | 10.000 μ. Νέων | 2η θέση
1994 | 10.000 μ. | 3η θέση
1995 | 10.000 μ. | 2η θέση
1996 | 10.000 μ. | 2η θέση
1997 | 10.000 μ. | 3η θέση
1998 | 10.000 μ. | 3η θέση
1998 | 10.000 μ. | 2η θέση Πηγή: [52] + Στοιχεία από την ίδια.