Chevrolet Corvette C2 Sting Ray κουπέ της σεζόν του 1963 Chevrolet Corvette C2 Sting Ray κάμπριο της σεζόν του 1964 Chevrolet Corvette C2 Sting Ray κουπέ της σεζόν του 1966
Η δεύτερη γενιά της Chevrolet Corvette, γνωστή ως Chevrolet Corvette C2, μπήκε στην παραγωγή τον Αύγουστο του 1962,[4] ενώ παρήχθη έως τον Ιούλιο του 1967.[5] Συνολικά κατασκευάστηκαν 117.964 αντίτυπα της Corvette C2. Αντικαταστάθηκε τον Αύγουστο του 1967 από την Chevrolet Corvette C3.
Μάλιστα η Corvette C2 ήταν και η πρώτη γενιά της Corvette που καθιέρωσε την συμπληρωματική ονομασία «Sting Ray», ως Corvette Sting Ray. Η ονομασία αυτή διατηρήθηκε και στις Corvette C3 που κατασκευάστηκαν από τη σεζόν του 1969 έως τη σεζόν του 1976, οι οποίες όμως την έφεραν μονολεκτικά και διατέθηκαν ως Corvette Stingray[6] (stingray : σαλάχι στα αγγλικά), ονομασία που τελικώς επανήλθε τον Σεπτέμβριο του 2013 με την εμπορική εισαγωγή της Corvette C7 (της έβδομης γενιάς της Corvette) και διατηρήθηκε και στη σημερινή Corvette C8. Ειδικότερα όμως η Chevrolet Corvette C2 την έφερε σε μορφή δύο λέξεων, ως «Sting Ray», αντί για μονολεκτικά.
Αισθητική
Επίσης, η δεύτερη γενιά της Chevrolet Corvette ήταν και η πρώτη που καθιέρωσε, και μάλιστα εξ αρχής από την παρουσίαση και την εμπορική εισαγωγή του μοντέλου, αναδιπλούμενα μπροστινά φώτα και έντονα αεροδυναμικό ντιζάιν σε ολόκληρο το προφίλ του αυτοκινήτου, ενώ για πρώτη φορά έγινε και χρήση αεροδυναμικής σήραγγας κατά την εξέλιξή της, κάτι εξαιρετικά σπάνιο την τότε εποχή. Μάλιστα τα αναδιπλούμενα φώτα διατηρήθηκαν και σε όλες τις μετέπειτα γενιές της Corvette έως και τη λήξη της παραγωγής της Chevrolet Corvette C5 (της πέμπτης γενιάς της Corvette) στις 2 Ιουλίου 2004. Ειδικότερα η Chevrolet Corvette C2 σχεδιάστηκε κυρίως από τον Larry Shinoda το 1959, με την τελική διαμόρφωση του ντιζάιν να ολοκληρώνεται μέσα στο 1960, αν και σε συνεργασία και με τους Anatole Lapine και Pete Brock, και όλοι υπό την ηγεσία του τότε επικεφαλής του σχεδιαστικού τμήματος του μητρικού ομίλου της General Motors, Bill Mitchell.
Μια ξεχωριστή ιδιαιτερότητα της πρώτης σεζόν παραγωγής της Chevrolet Corvette C2, που κατασκευάστηκε από τον Αύγουστο του 1962 έως τον Ιούλιο του 1963, ήταν το πίσω παρμπρίζ, το οποίο ήταν σε χωρισμένο σε δύο ίσα μέρη (γνωστό επίσημα ως «Split-Window», «Διαχωρισμένο Παράθυρο») από μία μεταλλική δοκό. Αυτή η αισθητική ιδιαιτερότητα εντυπωσίασε τον Τύπο και το κοινό κατά την εισαγωγή της, πλην όμως σύντομα ξεσήκωσε μεγάλες αντιδράσεις από όσους απέκτησαν το μοντέλο, διότι στην πράξη απεδείχθη ότι περιόριζε επικίνδυνα την ορατότητα προς τα πίσω,[7] με αποτέλεσμα να διατηρηθεί μόλις την πρώτη σεζόν της C2 και μετά το πίσω παρμπρίζ έγινε πάλι ενιαίο. Επίσης, οι Chevrolet Corvette C2 της σεζόν (model year) του 1963 έφεραν και δύο μεγάλες εισαγωγές αέρα στο μπροστινό καπό. Από τη σεζόν του 1964, αυτά τα δύο σχεδιαστικά στοιχεία καταργήθηκαν. Για την ιστορία, από τη σεζόν του 1965 καθιερώθηκαν στάνταρ 4 δισκόφρενα σε όλες τις Corvette C2.[8]
Τη σεζόν του 1966, έγινε μια μικρή αισθητική αλλαγή στη μπροστινή γρίλια, που απέκτησε μια λίγο πιο «αυγοειδή» εισαγωγή, σε αντίθεση με τις προηγούμενες οριζόντιες μπάρες. Επίσης, όλα τα μοντέλα απέκτησαν ένα ακόμα έμβλημα της Corvette στη μπροστινή γωνία του καπό, από την πλευρά του οδηγού, όπως επίσης και έξτρα προσκέφαλα στα καθίσματα.[9] Τη σεζόν (model year) του 1967, δεν υπήρξαν σημαντικές αλλαγές, καθώς είχε γίνει πλέον γνωστό ότι η Chevrolet είχε σχεδόν έτοιμη την επόμενη γενιά του μοντέλου, την Corvette C3, για εμπορική εισαγωγή τη σεζόν του 1968, όπως και έγινε. Ένα ακόμα αποτέλεσμα για τη σεζόν του 1967, εξ αιτίας της αναμονής για το νέο μοντέλο, ήταν και η εμφανής πτώση της παραγωγής στα 22.940 αντίτυπα, μια πτώση κατά πάνω από 5.000 αντίτυπα ως προς τη σεζόν του 1966.[10][11]
Εκδοχές αμαξώματος
Αντίθετα με την Corvette C1 (την πρώτη γενιά της Corvette), η οποία παρήχθη μόνο ως 2-θέσιο convertible (καμπριολέ), η Corvette C2 και όλες οι μετέπειτα γενιές του μοντέλου κατασκευάστηκαν και διατέθηκαν τόσο ως 2-θέσιο κουπέ, όσο και ως 2-θέσιο καμπριολέ, πάντα βέβαια αυστηρά 2-θέσιες. Όπως και η προκάτοχος Corvette C1, η Corvette C2 βασιζόταν σε πλαίσιο τύπου σκάλας, κοινώς «χτιστό» πάνω σε πλατφόρμα σχήματος σκάλας.
Ειδικότερα όμως στην Corvette C2 το 2-θέσιο καμπριολέ σημείωσε την μεγαλύτερη απήχηση, ίσως διότι η τάση επιλογής της ανοιχτής έκδοσης από το ευρύ κοινό «είχε πάρει φόρα από το προηγούμενο», κατά τα κοινώς λεγόμενα. Αν και την πρώτη σεζόν της C2, του 1963, παρήχθησαν 21.513 αντίτυπα (αριθμός πάντως, κατά 50% μεγαλύτερος από το προηγούμενο ρεκόρ, που είχε σημειωθεί το 1962, την τελευταία σεζόν της Corvette C1, δηλαδή της Corvette πρώτης γενιάς) από τα οποία τα 10.919 ήταν καμπριολέ και τα 10.594 ήταν κουπέ, στην πράξη η ζήτηση για το κουπέ στη συνέχεια παρουσίασε σημαντική πτώση. Ακόμα και τη σεζόν του 1967, που ήταν η τελευταία της Corvette δεύτερης γενιάς και κατασκευάστηκε από τον Σεπτέμβριο του 1966 έως τον Ιούλιο του 1967 σε 22.940 αντίτυπα, μόνο τα 8.504 από αυτά ήταν κουπέ. Μάλιστα είναι αξιοσημείωτο και το ότι πάνω από 18 χιλιάδες από αυτά, δηλαδή πάνω από τα 4 στα 5, κατασκευάστηκαν με το 4-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο.[11] Τελικώς, μόλις τη σεζόν του 1969, που ήταν η δεύτερη σεζόν της Corvette C3 το κουπέ ξεπέρασε σε πωλήσεις το κάμπριο.
Ενδιαφέρον στατιστικά, είναι επίσης το ότι και στις 5 σεζόν της Corvette C2 πάνω από τις μισές κάμπριο παραγγέλθηκαν με την προαιρετική σκληρή οροφή hard-top (τύπου lift-off), αντί με τη στάνταρ soft-top οροφή.
Z06
Σε όλα σχεδόν τα αντίτυπα της C2, η χωρητικότητα της δεξαμενής καυσίμων ήταν 75,7 λίτρα. Ωστόσο, υπήρχε και ένα προαιρετικό πακέτο, αλλά εξαιρετικά σπάνιας απήχησης, με ντεπόζιτο όγκου 138 λίτρων από την έναρξη της παραγωγής της C2 έως τη σεζόν του 1965,[12] ενώ τις σεζόν του 1966 και του 1967 ήταν όγκου 136 λίτρων.[13][14] Το ντεπόζιτο αυτό, την πρώτη σεζόν, του 1963, ήταν μέρος ενός αγωνιστικών προδιαγραφών πακέτου Z06, που έφερε επίσης και αρκετές «αγωνιστικές» ρυθμίσεις και βελτιώσεις στην ανάρτηση του μοντέλου, ενώ το πακέτο Z06 την πρώτη σεζόν χρεωνόταν έξτρα 1.818,45 δολάρια στη στάνταρ βασική τιμή του κουπέ, που ήταν 4.252 δολάρια, με την τότε ισοτιμία.[15] Από τη σεζόν του 1964, η Chevrolet κατήργησε το πακέτο Z06 και τελικώς το όνομα αυτό επανήλθε στην κορυφαία έκδοση της Chevrolet Corvette C5 (της πέμπτης γενιάς της Corvette), έκδοση που παρουσιάστηκε στις 30 Απριλίου 2000, ως η Chevrolet Corvette C5 Z06, και κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ ως μοντέλο 2001. Ωστόσο, το μεγαλύτερο ντεπόζιτο καυσίμων παρέμεινε στην C2 και στα μετέπειτα χρόνια, ως μια ξεχωριστή έξτρα επιλογή, με τον κωδικό N03, και μάλιστα σε όλη τη διάρκεια της Corvette C2 προσφερόταν μόνο στις εκδόσεις κουπέ και ποτέ στις καμπριολέ.[16]
Ιστορικά, η Corvette C2 Z06 της σεζόν του 1963 ήταν και οι πρώτες, χρονολογικά, Corvette που έφεραν την επωνυμία Z06, πλην όμως ήταν εξαιρετικά σπάνιες. Για την ακρίβεια, από τις 21.513 Corvette C2 που κατασκευάστηκαν τη σεζόν αυτή, μόλις οι 199 ήταν Corvette Z06 και από αυτές μόλις οι 78 είχαν το μεγάλο ντεπόζιτο, με αποτέλεσμα να έχουν γίνει άκρως συλλεκτικές σήμερα, με εξαιρετικά υψηλές τιμές μεταπώλησης.[17]
Nichols, Richard. Corvette: 1953 to the Present. London: Bison Books, 1985. ISBN 0-86124-218-1.
Gunnel, John, ed. (1987). The Standard Catalog of American Cars 1946-1975. Krause Publications. ISBN 0-87341-096-3.
Friedman, Dave and Paddock, Lowell C. Corvette Grand Sport: Photographic Race Log of the Magnificent Chevrolet Corvette Factory Specials 1962–1967. St. Paul, Minnesota: MBI Publishing Co., 1989. ISBN 0-87938-382-8.
Mueller, Mike. Corvette Milestones. St. Paul, Minnesota: MBI Publishing Co., 1996. ISBN 0-7603-0095-X.
Antonick, Mike. «Corvette Black Book 1953–2000». Powell, Ohio: Michael Bruce Associates, Inc., 1999. ISBN 0933534469.
Flory, J. «Kelly», Jr. American Cars 1960–1972. Jefferson, NC: McFarland & Coy, 2004. ISBN 978-0786412730.
Holmes, Mark (2007). Ultimate Convertibles: Roofless Beauty. London: Kandour. pp. 54–59. ISBN 978-1-905741-62-5.
Brock, Peter Corvette Sting Ray — Genesis of an American Icon. Henderson, NV: Brock Racing Enterprises LLC, 2013. ISBN 978-0-9895372-1-6.