Το Στιπ (σλαβομακεδονικά: Штип) είναι η μεγαλύτερη πόλη στο ανατολικό τμήμα της Βόρειας Μακεδονίας, λειτουργώντας ως οικονομικό, βιομηχανικό, ψυχαγωγικό και εκπαιδευτικά κέντρο για τους γύρω δήμους. Σύμφωνα με την απογραφή του 2002 ο δήμος του Στιπ είχε πληθυσμό 47.796. Το Στιπ είναι το μεγαλύτερο κέντρο παραγωγής κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και το κέντρο της βιομηχανίας της μόδας στη χώρα. Είναι επίσης η θέση του μοναδικού δημόσιου πανεπιστημίου στην ανατολική Βόρεια Μακεδονία, του «Πανεπιστήμιο του Στιπ Γκότσε Ντέλτσεφ».
Γεωγραφία και κλίμα
Η πόλη βρίσκεται στη διασταύρωση των κοιλάδων Λακάβιτσα, Οβτσε Πόλο, και Κότσανης. Η γεωγραφική περιοχή της πόλης του Στιπ συνορεύει με το βουνό Πλατσκόβιτσα ανατολικά, την κοιλάδα Κρίβολακ νοτιοανατολικά, τις εκβολές του ποταμού Μπρεγκάλνιτσα νοτιοδυτικά και την προσχωσιγενή πεδιάδα του στον βορρά. Δύο ποταμοί περνούν μέσα από το Στιπ, ο Μπρεγκάλνιτσα, που είναι δεύτερος μεγαλύτερος της χώρας και ο Άστιβος (Οτίνια) που διχοτομεί το κέντρο της πόλης. Ο λόφος Ισαρ, με το παλιό μεσαιωνικό του φρούριο στην κορυφή, δεσπόζει στην πόλη και είναι η αιτία για την κοινή αναφορά της πόλης ως «Η πόλη κάτω από την Ισάρ». Το έδαφος είναι κυρίως αμμώδες και έχει μεγάλες πλάκες κοκκινοχώματος, που υποδηλώνει το μεγάλο ποσοστό σιδήρου στο έδαφος.
Η περιοχή γύρω από την πόλη υποφέρει από την αποψίλωση των δασών, που συμβάλλει στις ακραίες θερμοκρασίες και στα ζεστά και ξηρά καλοκαίρια, με συνήθεις μέσες θερμοκρασίες περίπου 32 °C και την ημέρα άνω των 40 °C. Οι χειμώνες είναι σύντομοι (λιγότερο από 2 μήνες συνήθως) και ήπιοι (αν και θεωρείται κρύοι για την περιοχή) με κανονικές θερμοκρασίες γύρω στους -2 °C, αλλά περιστασιακά με πτώσεις κάτω από -10 °C. Η άνοιξη έρχεται συνήθως τον Φεβρουάριο, όταν αναγεννιέται το μεγαλύτερο μέρος του φυλλώματος, αν και ασυνήθιστες χιονοκαταιγίδες μπορεί να εμφανιστούν μέχρι τον Μάιο.
Είναι πιθανό η πρωτεύουσα του βασιλικού οίκου των Παιόνων ήταν στην περιοχή του Αστίβου. Οι Παίονες ήταν εγκατεστημένοι στη δυτική περιοχή της εύφορης λεκάνης του ποταμού Αξιού, γύρω στον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ.. Οι δύο φυλές που ζούσαν κατά μήκος του ποταμού Αστίβου, παραπόταμου του Αξιού, ήταν οι Δέρρωνες, που πήραν το όνομά τους από τον Θεό τους της ιατρικής Δάρρωνα και οι Λαιαίοι, που έκοβαν δικά τους βαριά νομίσματα ως ένδειξη της κυριαρχίας τους, ακολουθώντας το παράδειγμα των Ελληνικών πόλεων-κρατών της Χαλκιδικής. Αν και αυτές οι φυλές αποδυναμώθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την Περσική εισβολή του 480 π.Χ., υπό την ηγεσία του Βασιλιά Ξέρξη Α΄, παρέμειναν τρομερή δύναμη και καλά οργανωμένος λαός, που φημίζονταν για την παραγωγή των εξαιρετικά βαρειών νομισμάτων τους με εμβλήματα, που περιελάμβαναν εξημερωμένα είδη των αγριοβούβαλων, για τους οποίους η Παιονία ήταν επίσης διάσημη. Απορροφήθηκαν στο Μακεδονικό βασίλειο του Αλέξανδρου Α΄ πριν από το 360 π.Χ.
Η ίδια η περιοχή αναφέρεται για πρώτη φορά στα γραπτά ιστορικού του 3ου αιώνα π.Χ., που μιλά για ένα ποταμό ονόματι Αστιβο, που υποτίθεται ότι είναι ο σημερινός ποταμός Μπρεγκάλνιτσα. Σε απόσταση ενός περίπου χλμ. από το σημερινό Στιπ βρίσκεται η αρχαία πόλη της Μακεδονίας που έγινε πρωτεύουσα της Παιονίας, μετά την καταστροφή των Βυλαζώρων (Βελεσσών) και εκεί αναφέρεται επίσης ότι στέφονταν οι Παίονες βασιλιάδες. Η πρώτη αναφορά του οικισμού χρονολογείται από την εποχή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Τιβέριου (14-37 μ.Χ.), όταν το Estipeon αναφέρεται ως σημαντικός οικισμός στη ρωμαϊκή επαρχία της Παιονίας και η δεύτερη στάση του Ρωμαϊκού δρόμου από τους Στόβους στην Παυτάλια. Είχε στρατιωτικό οχυρό και ήταν σπουδαίος εμπορικός σταθμός. Το 479 καταστράφηκε από τους ΓότθουςΤον 6ο αιώνα οι Σλάβοι εισέβαλαν στα Βαλκάνια, κατέστρεψαν το βυζαντινό οικισμό και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην περιοχή η σλαβική φυλή των Σαγουδάτων. Τον 9ο αιώνα, οι Κύριλλος και Μεθόδιος διέσχισαν την περιοχή και την εκχριστιάνισαν, καθ' οδόν προς τη Μεγάλη Μοραβία. Σε ανασκαφές βρέθηκαν πολλές επιγραφές, ερείπια θεάτρου χωρητικότητας 5.000 θεατών, παλαιοχριστιανικά κιονόκρανα και θωράκια κ.ά., που μαρτυρούν ότι διατηρήθηκε μέχρι το 10ο αι.[4]
Μεσαίωνας
Πολλοί ηγεμόνες έλεγξαν την περιοχή του Στιπ κατά τη διάρκεια του πρώιμου Μεσαίωνα. Το Στιπ ανήκε στη Βουλγαρική Αυτοκρατορία αλλά μετά τη Βυζαντινή νίκη στη Μάχη του Κλειδίου το 1014 περιήλθε και πάλι στη Βυζαντινή κυριαρχία μέχρι την αποκατάσταση της Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας το 1185. Από τα μέσα του 13ου αιώνα η πόλη άλλαξε χέρια πολλές φορές. Το 1284 την περιοχή κατέλαβε ο Σέρβος Βασιλιάς Στέφανος Μιλούτιν, που μημονεύει ρητά το Στιπ το 1308 και δεν ήθελε να το αποδώσει στους Βυζαντινούς. To 1330 ο Νικηφόρος Γρηγοράς αναφερόμενος στην περιοχή λέει στην ιστορία του: «άποικοι Μυσὢν», δηλαδή Βουλγάρων, αλλ΄ ανάμεσά του βρίσκονται και πολλοί Έλληνες:«καί τοῖς ἡμῖν ὁμοφύλοις ἀναμίξ τήν δίαιταν ἔχοντες». Το 1334, η Εκκλησία του Αγίου Αρχαγγέλου στο Στιπ, που χτίστηκε από τον πρωτοσέβαστο Χρέλια, που κατείχε την περιοχή υπό το σερβικό στέμμα, παραχωρήθηκε σύμφωνα με την επιθυμία του (έγινε μετόχι) στη Μονή Χιλανδαρίου, με διάταγμα του Βασιλιά Στέφανου Δουσάν.
Στην ελληνική βιβλιογραφία αναφέρεται ως Ίστιπ [5] ή Ιστίπ.[6] και έγινε έδρα του σαντζακίου. Πενήντα περίπου χρόνια αργότερα από την Καστοριά και τη Φλώρινα ορμώμενοι οι Τούρκοι κατέλαβαν το Μοναστήρι και ξαπλώθηκαν προς τις λίμνες των Πρεσπών, την Αχρίδα μέχρι το 1408, προς βορειότερα Πρίλαπο, Ιστίπ και προς τα Σκόπια. Σημαντική πόλη προς τα ανατολικά ήταν με αξιόλογο κάστρο επάνω σε ψηλό λόφο. Η περιοχή προσαρτήθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία μετά από επιδρομή το 1385. Εναντίον αυτού εξεστράτευσε επί Μουράτ Α΄ ο Γαζή Αχμέτ Εβρενός, λέγει ο Εβλιγιά Τσελεμπή και το κυρίευσε από τα χέρια των Ελλήνων.[7]
Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες σχετικά με την ανάπτυξη του Στιπ κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας, που συνεχίστηκε για τους επόμενους πέντε αιώνες, διακοπείσα μόνο το 1689-1690, όταν η πόλη απελευθερώθηκε από τους Αυστριακούς για δύο χρόνια. Στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα, Στιπ ανήκε στο Βιλαέτι του Κοσσυφοπεδίου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
20ός αιώνας
Το 1912, με την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων, το Στιπ και η γύρω περιοχή καταλήφθηκε από τη Βουλγαρία. Αλλά η ήττα της Βουλγαρίας από τους πρώην συμμάχους της, τη Σερβία και την Ελλάδα, το 1913 οδήγησε στην προσάρτησή του στο Βασίλειο της Σερβίας. Το Στιπ επανακτήθηκε από τη Βουλγαρία για το διάστημα 1915-18. Στη συνέχεια ανήκε στο Βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, μαζί με την υπόλοιπη Μακεδονία του Βαρδάρη.
Στο διάστημα 1929-1941 το Στιπ ανήκε στην Μπανόβινα του Βαρδάρη του Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας. Στις 6 Απριλίου του 1941, όταν η Γιουγκοσλαβία δέχθηκε επίθεση από τη Ναζιστική Γερμανία, η πόλη βομβαρδίστηκε από γερμανικά αεροπλάνα που απογειώθηκαν από τη Βουλγαρία. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι συμμαχικές του Άξονα βουλγαρικές δυνάμεις κατέλαβαν την πόλη μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου του 1944, οπότε καταλήφθηκε από τα γερμανικά στρατεύματα. Το Στιπ ανακαταλήφθηκε από το «Μακεδονικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό» και τον πρόσφατα συμμαχικό Βουλγαρικό Στρατό, τώρα μέρος του συνασπισμού κατά του Αξονα στις 8 Νοεμβρίου 1944. Έτσι 8η Νοεμβρίου γιορτάζεται ως «Ημέρα της Απελευθέρωσης» στην πόλη και τον δήμο του Στιπ, και είναι ημέρα αργίας.
Δημογραφικά
Σύμφωνα με την Εθνική Απογραφή του 2002 ο πληθυσμός του Στιπ κατανέμεται ως εξής :
Σήμερα το Στιπ είναι το κέντρο της κλωστοϋφαντουργίας και της βιομηχανίας μόδας της χώρας. Παλαιότερα έδρα βιομηχανικών γιγάντων της πρώην Γιουγκοσλαβίας, όπως η Βιομηχανία Βάμβακος Μακεντόνκα-Στιπ, με τις τεράστιες προαστιακές εγκαταστάσεις της και η Βιομηχανία Μόδας «Αστιμπο». Από τις στάχτες τους δημιουργήθηκαν πολλά ιδιωτικά μικροεργοστάσια, κυρίως από πρώην στελέχη των σοσιαλιστικών γιγάντων, που απασχολούν σήμερα τις περισσότερες γυναίκες της πόλης, με τη μόδα και την κλωστοϋφαντουργία να εξακολουθούν να είναι οι βασικές δεξιότητες του πληθυσμού της πόλης, όπως διατηρούνται από το εκπαιδευτικό σύστημα. Μερικές από τις μεγαλύτερες ιδιωτικε επιχειρήσεις κλωστοϋφαντουργίας και μόδας στο Στιπ είναι οι: Albatros, Beas-S, Kit-Go Teks, Gracija, Μόντενα, Mavis, Maksima, LARS, Briteks, Stipko, Stip-teks, Longurov, Vivendi, D & A, Amareta, Anateks, Angroteks, ΕΑΜ, Milano, Vabo, Zogori, μετρό Premier, Tekstil Invest-Denim, Tekstil Logistik και Eskada.
Η πόλη έχει ένα από τα τέσσερα δημόσια πανεπιστήμια της Βόρειας Μακεδονίας, το Πανεπιστήμιο του Στιπ Γκότσε Ντέλτσεφ.
Αρχιτεκτονική και αξιοθέατα
Το Στιπ έχει τα ερείπια ενός παλιού κάστρου που επιβλέπει την πόλη από τον λόφο Ισαρ.
Στην πόλη και τη γύρω περιοχή υπάρχουν τρεις εκκλησίες του 14ου αιώνα, χτισμένες την εποχή που η πόλη ανήκε στη μεσαιωνική Σερβία. Η παλαιότερη είναι η μοναστηριακή εκκλησία του Αγίου Μιχαήλ κάτω από τον λόφο Ισάρ, που χτίστηκε το 1332 από τον πρωτοσέβαστο Χρέλια, που τη δώρισε στη Μονή Χιλανδαρίου, το σερβικό μοναστήρι του Αγίου Όρους. Στη νότια πλαγιά του Ισταρ βρίσκεται μια μικρή εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, που χτίστηκε από τον ευγενή Γιοβάν Προμπιστίτοβιτς το 1350. Μια μονόκλιτη εκκλησία αφιερωμένη στην Ανάληψη (Σβέτι Σπας) χτίστηκε το 1369 από τον Δούκα Δημήτριο. Σε αυτή μπορεί κανείς να δει ακόμα αρχικές τοιχογραφίες του 14ου αιώνα, καθώς και εκείνες από την ανοικοδόμηση της το 1601, που έγινε από τον καλλιτέχνη Γιοβάν.
Το Μπεζεστένι, ένα τεράστιο πέτρινο κτίριο που λειτουργούσε ως κλειστή αγορά (τώρα πινακοθήκη) είναι ένα απομεινάρι της οθωμανικής επιρροής στην πόλη. Στα παλιά τμήματα της πόλης (και ιδιαίτερα στο Νόβο Σέλο) σώζωνται ακόμα μερικά σπίτια χτισμένα με την παλιά Μακεδονική αρχιτεκτονική. Η πόλη διαθέτει επίσης τις θεραπευτικές ιδιότητες των ιαματικών λουτρών Κεζόβιτσα και τα ερείπια της αρχαίας πόλης Μπαργκάλα. Η αρχαία πόλη Μπαργκάλα βρίσκεται στους πρόποδες του βουνού Πλατσκόβιτσα. Σε κοντινή απόσταση βρίσκεται ο ποταμός Koτζιάσκα και μικρό χωριό που ονομάζεται Kότζιακ. Πιστεύεται ότι τα ερείπια που βρέθηκανεκεί ανήκουν στην αρχαία πόλη Μπαργκάλα. Η πόλη χτίστηκε στις αρχές του 4ου αιώνα, επειδή κάποια ρωμαϊκά έγγραφα που βρέθηκαν εκεί, περιέχουν πληροφορίες ότι η πύλη της πόλης Μπαργκάλα χτίστηκε από τον Αντώνιο Αλίπιο, διοικητή της επαρχίας.
Τέχνες και πολιτισμός
Το Στιπ έχει το μεγαλύτερο φεστιβάλ ποπ μουσικής στη Βόρεια Μακεδονία, που ονομάζεται ΜακΦεστ. Διοργανώνεται κάθε Νοέμβριο στο πολιτιστικό κέντρο «Ακο Σόποφ», για πάνω από δύο δεκαετίες. Μια άλλη μεγάλη πολιτιστική εκδήλωση στο Στιπ είναι Το «Καλοκαίρι Πολιτισμού του Στιπ» (σλαβομακεδονικά: Штипско Културно Лето), που είναι ένα φεστιβάλ που διαρκεί ένα μήνα και πραγματοποιείται από την 1ης Ιουλίου έως την 1η Αυγούστου, από το 1987.
Η πρώτη γνωστή παράσταση όπερας στη Βόρεια Μακεδονία ανέβηκε στο Στιπ το 1925.
↑«Klimatafel von Stip (Schtip) / Mazedonien»(PDF). Baseline climate means (1961-1990) from stations all over the world (στα Γερμανικά). Deutscher Wetterdienst. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2016.
↑«Station 13591 Stip». Global station data 1961–1990—Sunshine Duration. Deutscher Wetterdienst. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Οκτωβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2016.