|
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 05/04/2018. |
Οι Σπαχήδες (οθωμανικά τουρκικά: سپاهی, προφέρεται: [sipaːhi]) απάρτιζαν το οθωμανικό ιππικό. Οργανώθηκαν ως σώμα κατά τον 14ο αιώνα σε φεουδαρχική βάση. Οι αξιωματικοί κατείχαν φέουδα (τιμάρια) κατά το βυζαντινό πρότυπο, που παρέχονταν από τον σουλτάνο, και επιτηρούσαν τους χωρικούς που εργάζονταν στη γη τους. Επίσης, καρπώνονταν τα εισοδήματα που προέρχονταν από τα φέουδα, εις αναγνώριση της στρατιωτικής υπηρεσίας τους προς τον σουλτάνο.
Έως τα μέσα του 16ου αιώνα ήταν το σημείο αιχμής του οθωμανικού στρατού. Δεσμευμένοι, ωστόσο, στην παράδοση του ελαφρού ιππικού άργησαν να υιοθετήσουν τα πυροβόλα όπλα, η ανάπτυξη των οποίων έκανε το ιππικό λιγότερο σημαντικό για τις πολεμικές συγκρούσεις. Όπως και οι Γενίτσαροι, διέθεταν σημαντική πολιτική δύναμη έως ότου ο Μαχμούτ Β΄ ανακάλεσε την εξουσία τους στα φέουδα το 1828, και τους αντικατέστησε στο πεδίο της μάχης με σύγχρονο πυροβολικό, στην προσπάθειά του να χτίσει έναν σύγχρονο στρατό. Ο όρος σπαχής χρησιμοποιείται, επίσης, για να περιγράψει τους Αλγερινούς και Σενεγαλέζους ιππείς του γαλλικού ιππικού εκείνης της περιόδου.
Ονομασία
Η λέξη προέρχεται από την περσική: سپاهی, sepāhī, που σημαίνει «στρατιώτης». Ο όρος μεταγράφεται επίσης σε άλλες γλώσσες όπως: spahiu στα αλβανικά και τα ρουμανικά, спахија, спахия στα σερβικά και βουλγαρικά. Η πορτογαλική εκδοχή του όρου είναι επίσης sipahi, αλλά στα ισπανικά προσαρμόστηκε ως cipayo. Η λέξη σιπάι προέρχεται από την ίδια περσική λέξη sepāhī.[1]
Εικόνες
Παραπομπές
- ↑ Harper, Douglas. «Sepoy». Online Etymology Dictionary. Ανακτήθηκε στις 26 Ιανουαρίου 2016.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι