Η (5η) Κυβέρνηση Θεόδωρου Δηλιγιάννη 1904 (Δεκέμβριος1904 - Μάιος1905) υπήρξε η ύστατη πρωθυπουργική θητεία του Θεόδωρου Δηλιγιάννη, καθώς στις 31 Μαΐου του 1905, δολοφονήθηκε έξω από την Βουλή.
Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας μετά την άρση της εμπιστοσύνης της Βουλής, στην προηγούμενη κυβέρνηση Θεοτόκη.
Ο βασιλιάς Γεώργιος, διέλυσε κατ' επιθυμία του Δηλιγιάννη, την Βουλή, και προκήρυξε εκλογές για τις 20 Φεβρουαρίου του 1905, με την ελπίδα ότι θα αλλάξουν οι συσχετισμοί δυνάμεων και θα προκύψουν σταθερές, μονοκομματικές κυβερνήσεις.
Πάνω σε αυτόν τον άξονα κινήθηκε και η προεκλογική εκστρατεία των δυο μεγάλων κομμάτων («Εθνικού» και «Νεωτερικού»), που κατάφεραν να συμπιέσουν την δύναμη του τρίτου κόμματος, του Αλέξανδρου Ζαΐμη, και έτσι να μεγεθύνουν την κοινοβουλευτική τους αντιπροσώπευση.
Πιο συγκεκριμένα, το κόμμα του Δηλιγιάννη κατέλαβε 142 έδρες, του Θεοτόκη 78, του Ζαΐμη 13, ενώ οι πρώην αρχηγοί Δ. Ράλλης και Κωνσταντίνος Καραπάνος, δεν κατάφεραν τίποτα παραπάνω από το να εκλεγούν οι ίδιοι[2]
Η απόφαση ωστόσο του Δηλιγιάννη, να κλείσει τις χαρτοπαικτικές λέσχες, στάθηκε μοιραία για την ζωή του. Το απόγευμα της 31ης Μαΐου και ενώ έφευγε από την Βουλή, τον πλησίασε ένας άντρας, με πρόφαση την επίδοση αίτησης, και τον μαχαίρωσε θανάσιμα. Ο Δηλιγιάννης πέθανε ύστερα από λίγα λεπτά, στον σταθμό «Πρώτων βοηθειών» της Βουλής, ενώ ο άντρας (που ονομαζόταν Κωσταγερακάρης, ιδιοκτήτης χαρτοπαικτικής λέσχης) συνελήφθη, δικάστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο δι' απαγχονισμού.
Την επομένη της δολοφονίας του Δηλιγιάννη, η κυβέρνηση δια του νέου υπουργού Εσωτερικών, Νικόλαου Γουναράκη, θέτει στο βασιλιά Γεώργιο ζήτημα κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης με το σκεπτικό : «...ότι κατά τα έθιμα τα απανταχού και κατά τα ιδικά μας η Βουλή ενδείκνυσι κυρίως και πρωτίστως αυτόν τον Πρωθυπουργόν». Η κυβέρνηση : «συναισθάνεται ότι δια της απωλείας του Πρωθυπουργού του Κράτους απώλεσεν το στοιχείον της κοινοβουλευτικότητος.» Ωστόσο, ο βασιλιάς «ενετείλατο ημίν
να παραμείνωμεν εις τας θέσεις ημών, μέχρις ού γείνη η κηδεία του μεγάλου ανδρός, ότε θα διακανονισθώσι τα ζητήματα ούτως ώστε να προέλθη ενώπιον υμών κοινοβουλευτική κατ' εξοχήν Κυβέρνησις...». [3]
Μετά την κηδεία του Δηλιγιάννη ( η οποία προς ένδειξη τιμής έγινε δημοσία δαπάνη), ο βασιλιάς άρχισε τις επαφές για την ανάδειξη νέου Πρωθυπουργού. Χωρίς ωστόσο, να δώσει την πρωθυπουργία, στον δεύτερο τη τάξει σημαντικό πολιτικό άντρα του Εθνικού κόμματος, τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, προτίμησε να δώσει διερευνητική εντολή, στον «δηλιγιαννικό» Πρόεδρο της Βουλής, Αλέξανδρο Ρώμα. Ο Ρώμας κατέθεσε αμέσως την εντολή, αλλά αρνήθηκε να στηρίξει τον Μαυρομιχάλη, ο οποίος τότε ήρθε σε συμφωνία με τον Δημήτριο Ράλλη, ο οποίος στις 9 Ιουνίου 1905 κατέλαβε την θέση του Πρωθυπουργού και του υπουργού Εσωτερικών.