Διεθνής γοτθικός ρυθμός

Μαρία Μαγδαληνή και άγγελοι, τέλος 14ου αι. (?), από τη χανσεατική πόλη Τόρουν στην Πολωνία.

Ως διεθνής γοτθικός ρυθμός εννοείται στην τέχνη ένας διεθνής ρυθμός, συνδυασμός του ιταλικού και του γαλλικού γοτθικού ρυθμού.

Η διαμόρφωση του ρυθμού

Κατά το β΄ μισό του 14ου αιώνα η Ευρώπη της λατινικής εκκλησίας και των εμπορικών οδών αποτελούσε μία 'μεγάλη ενότητα'. Καλλιτέχνες και ιδέες ανταλλάσσονταν και μεταφέρονταν από το ένα κέντρο στο άλλο χωρίς να υπολογίζεται ο τόπος προέλευσής τους και δίχως να σκέπτεται κανείς να απορρίψει ένα έργο γιατί το θεωρούσε «ξένο»[1]. Έτσι, κατά τα τέλη του 14ου αιώνα διαμορφώθηκε ο διεθνής γοτθικός ρυθμός που δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ο συνδυασμός των στοιχείων της γαλλικής και της ιταλικής παράδοσης της γοτθικής εποχής[2]. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι παρά το κλίμα αναταραχής που επικρατούσε την περίοδο αυτή (εκατονταετής πόλεμος, πείνα, θανατηφόρες επιδημίες)[3], οι τέχνες υποστηρίχτηκαν δυναμικά, καθώς ταυτίστηκαν με την άνθηση των πόλεων ως σημαντικά κέντρα δυναστικής προστασίας της τέχνης[4]. Πάνω από όλα, ωστόσο, διέτρεξε το περιβάλλον μια νέα αίσθηση για τον χώρο, στην οποία οφείλει η ύστερη γοτθική τέχνη και ο διεθνής ρυθμός τα φυσιοκρατικά χαρακτηριστικά του. Παρόλο που η ύστερη μεσαιωνική τέχνη έχτιζε μια οφθαλμαπάτη για τον χώρο λίγο-πολύ ανακριβή σε σχέση με την αναγεννησιακή προοπτική, η ανάγκη για ρεαλισμό που διαπέρασε και ενέπνευσε τη μεσαία αστική τάξη αυτής της περιόδου, εκδηλώθηκε ως νέα μέθοδος απεικόνισης των πραγμάτων[5].

Ο διεθνής γοτθικός στη γλυπτική

Η αναζήτηση για μια διαφορετική απόδοση του χώρου στη σύνθεση και για ρεαλισμό έφθασε στο απόγειό της στη γλυπτική προς το τέλος του δέκατου τέταρτου αιώνα. Ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες σε αυτό το νέο διεθνές ύφος ήταν ο Κλάους Σλούτερ, γεννημένος περίπου το 1340 στο ολλανδικό Χάαρλεμ, ένας Ολλανδός γλύπτης που εργαζόταν στη Βουργουνδία. Ο Σλάτερ θεωρείται σημαντικός για την εποχή του, τόσο ως κλασικός αντιπρόσωπος του διεθνούς γοτθικού όσο και για την επιρροή που άσκησε κατά τη μετάβαση από τον διεθνή γοτθικό ρυθμό στο φυσιοκρατικό ύφος της Αναγέννησης. Το διασημότερο έργο πιθανώς έργο του είναι η Πηγή του Μωυσή (1395-1403), που δημιουργήθηκε αρχικά για την Καρθουσιανή Μονή, περισσότερο γνωστή ίσως ως Chartreuse de Champmol. Σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Ντιζόν. Ένα άλλο στοιχείο στη γλυπτική αυτού του ρυθμού είναι η λεπτομερειακή απόδοση των ενδυμάτων που επιδιώκεται ως ιδιαίτερο γνώρισμα του ρυθμού[3]

Ο διεθνής γοτθικός στην αρχιτεκτονική

Στην αρχιτεκτονική, όπου το συγκεκριμένο ύφος διατηρήθηκε επί μακρόν, οι τοπικές παραλλαγές είναι συχνά γνωστές ως Κάθετη Αρχιτεκτονική στην Αγγλία, ως Sondergotik δηλαδή Ειδικός Γοτθικός στη Γερμανία και την κεντρική Ευρώπη, ως Επιδεικτικός Γοτθικός στη Γαλλία, και αργότερα Manueline δηλαδή Ύφος (γραμμή) του Μανουέλ στην Πορτογαλία, και Isabelline δηλαδή Ύφος της Ισαβέλλας στην Ισπανία, ορισμοί που προσδιορίζουν και την περίοδο διαμόρφωσης της τεχνοτροπίας.

Σε πολλά κτήρια της συγκεκριμένης τεχνοτροπίας είναι διακριτή η ρευστότητα και η τάση για διακόσμηση. Εξωτερικά τα κτήρια διακρίνονται για τη μαζική χρήση αντηρίδων. Ανάμεσα στις διασημότερες αρχιτεκτονικές κατασκευές του ειδικού γοτθικού ρυθμού στη Κουτνά Χόρα, πόλη που συναρτούσε την ευημερία της με την παραγωγή των ορυχείων αργύρου, στη σημερινή Δημοκρατία της Τσεχίας, είναι η εκκλησία της αγίας Βαρβάρας, που χτίστηκε από τους Πάρλερ, οικογένεια αρχιτεκτόνων. Η αγία Βαρβάρα είναι η προστάτιδα των εργαζόμενων στα ορυχεία. Οι βωμοί, τα παράθυρα, οι άμβωνες και οι θέσεις της χορωδίας αυτού του σημαντικού εκπροσώπου του διεθνούς γοτθικού διακρίνονται για τη χαρακτηριστική λεπτομέρεια του ρυθμού, ενώ διατηρήθηκαν επίσης και μεσαιωνικές νωπογραφίες (φρέσκα) στα οποία απεικονίζεται με λυρική και εκλεπτυσμένη διακοσμητική διάθεση η κοσμική ζωή της μεσαιωνικής μεταλλευτικής πόλης, άλλο ένα στοιχείο του διεθνούς γοτθικού ρυθμού[6].

Ένα άλλο σημαντικό αρχιτεκτονικό παράδειγμα του διεθνούς γοτθικού ρυθμού είναι η μονή των Ιερωνυμιτών που βρίσκεται στο Μπέλεμ της Λισαβόνας, στην Πορτογαλία. Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα κτήρια της Λισαβόνας και ταυτόχρονα ένα από τα καλύτερα δείγματα του ύφους του Μανουήλ. Η μονή σχεδιάστηκε με αυτή την τεχνοτροπία από τον Ντιόγκο ντε Μποιτάκα (Diogo de Boitaca), έναν από τους επινοητές τούτου του ιδιαίτερου ρυθμού με τη μονή του Ιησού του Σετουμπάλ, στο Σετουμπάλ. Έκτισε τον ναό, τη μονή, το σκευοφυλάκιο και την τραπεζαρία της μονής.

Τον διαδέχθηκε στην κατασκευή ο Ισπανός Ζοάο ντε Καστίγιο (João de Castilho), περί το 1517, ο οποίος εφάρμοσε τον ρυθμό Πλατερέσκο, μια τεχνοτροπία με άφθονα διακοσμητικά στοιχεία που υπενθυμίζουν αργυρά τέχνεργα (plata). Οι αλλεπάλληλοι γλύπτες και αρχιτέκτονες που ανέλαβαν διαδοχικά το έργο πρόσθεσαν τα δικά τους στοιχεία, ωστόσο ο εσωτερικός διάκοσμος των αψίδων η επίμονη χρήση των αντηρίδων και η λεπτομέρεια στις κιονοστοιχίες είναι το στοιχείο του ύφους του Μανουήλ που αναδεικνύεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, υπενθυμίζοντας παράλληλα βασικά στοιχεία της διεθνούς γοτθικής τεχνοτροπίας, όπως είναι η έντονη διακοσμητική διάθεση και η λεπτομέρεια[7]

Ο διεθνής γοτθικός ρυθμός στη ζωγραφική

Ο διεθνής γοτθικός βρήκε απήχηση και στη ζωγραφική της περιόδου με σημαντικό εκπρόσωπο στις Κάτω Χώρες τον Ολλανδό καλλιτέχνη Γιαν Μάελβελ, ο οποίος χρησιμοποίησε την τεχνική του χρυσού βάθους, χαρακτηριστική για τον διεθνή γοτθικό, στα έργα του[8].

Η Προσκύνηση των Μάγων του Τζεντίλε ντα Φαμπριάνο (Gentile da Fabriano) (1423), τέμπερα σε ξύλο, με διαστάσεις 300 x 282 εκ. της Πινακοθήκης Ουφίτσι, στην Φλωρεντία, είναι ένα άλλο έργο αντιπροσωπευτικό του διεθνούς γοτθικού ρυθμού. Ο Τζεντίλε ντα Φαμπριάνο (περ. 1370 – περ. 1427) Ιταλός ζωγράφος, είναι γνωστός ιδιαίτερα για τη συμμετοχή του στον διεθνή γοτθικό ρυθμό. Στα γνωστότερα έργα του περιλαμβάνεται το Προσκύνηση των Μάγων (1423) και το Φυγή στην Αίγυπτο. Το έργο η Προσκύνηση των Μάγων ήταν παραγγελία του Φλωρεντινού προστάτη των τεχνών Πάλα Στρότζι. Όταν τελείωσε, μετά από τριετία, τοποθετήθηκε σε ένα νέο παρεκκλήσι της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας. Θεωρείται ως ένα από τα αριστουργήματα της συγκεκριμένης τεχνοτροπίας.

Κοινωνικές αλλαγές και τέχνη

Τα κεντρικά στοιχεία του διεθνούς γοτθικού ρυθμού είναι παρόντα σε μια πλειάδα καλλιτεχνικών κέντρων, κυρίως στα αστικά κέντρα της κεντροδυτικής Ευρώπης και της Ιταλίας. Οι κοινωνικές αλλαγές της περιόδου υποδεικνύουν πως η αριστοκρατία της περιόδου, απειλούμενη από μια ανερχόμενη μεσαία τάξη αναζήτησε διέξοδο στην προστασία των τεχνών που υπενθύμιζαν το παλαιότερο μεγαλείο της, κάτι που φαίνεται ιδιαίτερα στην περίπτωση της ζωγραφικής του συγκεκριμένου ρυθμού.

Σημειώσεις-παραπομπές

  1. Gombrich 1994, 162.
  2. Walther 2002, 22.
  3. 3,0 3,1 Αλμπάνη-Κασιμάτη 2001, 61.
  4. Jones, 2000, 225.
  5. Hauser 1999, 166.
  6. Αλμπάνη-Κασιμάτη 2001, 65.
  7. Αλμπάνη-Κασιμάτη 2001, 62.
  8. Το χρυσό βάθος σε συνδυασμό με τις λεπτομέρειες των ενδυμάτων είναι σαφή χαρακτηριστικά της διεθνούς τεχνοτροπίας στη ζωγραφική. Βλ. Αλμπάνη-Κασιμάτη 2001, 62.

Βιβιλιογραφία

  • Αλμπάνη Τζ.-Κασιμάτη Μ. (2001), Ιστορία των Τεχνών στην Ευρώπη, Τομ. Α, Ε.Α.Π., Πάτρα.
  • Gombrich E. H. (1994), Ιστορία της Τέχνης, Μ.Ι.Ε.Τ. Αθήνα
  • Hauser, Arnold (1999), The Social History of Art Vol. 1, Routledge, London and New York.
  • Walther Ingo F. (ed), (2002), Masterpieces of Western Art: A History of Art in 900 Individual Studies from the Gothic to the Present Day, Taschen Books, Cologne.