Ο όρος Ανατολικό Ζήτημα, γενικότερα, αναφέρεται στον ανταγωνισμό μεταξύ Ανατολής και Δύσης και ειδικότερα αφορά τα διπλωματικά και πολιτικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν από τις εγγενείς αδυναμίες στη διατήρηση της συνοχής του Οθωμανικού Κράτους που παρουσιάστηκαν από τα μέσα του 18ου μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα, όταν ο ένας μετά τον άλλο οι υπόδουλοι στους Οθωμανούς λαοί εξεγέρθηκαν κατά της Αυτοκρατορίας, η οποία είχε ηττηθεί από τη Ρωσία κατά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο το 1774.
Μεταφορικά, αναφέρεται σε προβλήματα και συζητήσεις που χρονίζουν άσκοπα (ή και σκόπιμα), χωρίς να επιλύονται.
Καθορισμός του όρου
Ο όρος αυτός πρωτοκαθιερώθηκε στη γλώσσα της Διπλωματίας το 1822[1], κατά τις συζητήσεις στη Βερόνα με αναφορά στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, που είχε εν τω μεταξύ ξεσπάσει, σε σχέση με τα δυσεπίλυτα πολιτικά αλλά και οικονομικά προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί με την εξάπλωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή, και με κύρια έμφαση στη σταθερή πλέον υποχώρησή της από τις κτήσεις αυτές. Πρωταγωνιστές είναι, κατά καιρούς, ο ένας μετά τον άλλον, άλλοι: αφ' ενός οι Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης (βασικά Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία), αφ' ετέρου οι εξεγειρόμενοι λαοί της Ανατολικής Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.
Οι αρχές και τα αίτια
Η σταδιακή κάμψη της ισχύος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (αρχής γενομένης με τη Συνθήκη τού Κάρλοβιτς, στις 26 Ιανουαρίου 1699), η οποία κατείχε μια πολύ σημαντική για τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των Ευρωπαίων περιοχή, έθεσε τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις αντιμέτωπες με το δίλημμα της διανομής της κληρονομιάς του Μεγάλου Ασθενούς. Στους συσχετισμούς των Μεγάλων Δυνάμεων, η μεν Ρωσία υποστήριζε τη διάλυση και διανομή των εδαφών των Οθωμανών, επιδιώκοντας να καταλάβει τα Στενά και να αποκτήσει έξοδο στη Μεσόγειο. Από την άλλη, η Αγγλία με τη Γαλλία, έχοντας ισχυρά συμφέροντα στην περιοχή, επιδίωκαν τη διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία τους εξυπηρετούσε με την παρουσία της[2], λειτουργώντας ως ανάχωμα κατά των Ρώσων. Οι Κεντρικές Δυνάμεις (Αυστρία, Γερμανία) είχαν μικρές εδαφικές επιδιώξεις έναντι των Οθωμανών, και μόλις τις εξασφάλισαν άρχισαν σταδιακά να στρέφονται προς την πολιτική της συντήρησης του Οθωμανικού κράτους. Στις 27 Ιουλίου 1839 οι διπλωματικοί εκπρόσωποι της Αγγλίας, Αυστρίας, Γαλλίας, Πρωσίας και της Ρωσίας διεμήνυσαν στην Υψηλή Πύλη ότι η συμφωνία των πέντε Μεγάλων Δυνάμεων ως προς το Ανατολικό Ζήτημα ήταν εξασφαλισμένη και την καλούσαν να μην προχωρήσει σε οριστικό διάβημα χωρίς τη σύμφωνη γνώμη τους[3]. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία δέχθηκε το αίτημά τους, αλλά δεν ήταν σίγουρο αν και οι ίδιες οι Δυνάμεις θα τηρούσαν τη συμφωνία[4].
Σταθμοί
Κύριοι σταθμοί στην πορεία προς την επίλυση του Ανατολικού Ζητήματος θεωρούνται:
- Η Ελληνική Επανάσταση (1821-1830).
- Ο Κριμαϊκός Πόλεμος (1853-56) και η συνθήκη των Παρισίων (1856), με την οποία τέθηκε τέρμα στον Κριμαϊκό Πόλεμο και στην οποία διατυπώθηκε για πρώτη φορά τόσο κατηγορηματικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο το δόγμα της εδαφικής ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.[5]
- Οι συνθήκες που τερμάτισαν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918) και διαμόρφωσαν τη σημερινή κατάσταση στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.