Αζτέκοι

Χάρτης της λίμνης Τεξκόκο, με τις σημαντικότερες πόλεις. περ. 1519
Πυραμίδα στη Σάντα Σεσίλια Ακατιτλάν (Santa Cecilia Acatitlan), στην Πολιτεία του Μεξικού.

Με τον όρο Αζτέκοι εννοούνται συγκεκριμένες φυλετικές ομάδες οι οποίες κατοικούσαν στο κεντρικό Μεξικό, και ιδίως όσοι μιλούσαν τη γλώσσα νάουατλ και κυριάρχησαν σε μεγάλα τμήματα της κεντρικής Αμερικής από τον 14ο μέχρι τον 16 αιώνα. Η λέξη aztecatl (πληθυντικός aztecah) σημαίνει, στα νάουατλ, «άνθρωποι από το Αζτλάν»[1], έναν μυθολογικό τόπο-αφετηρία για τους ομιλούντες τη νάουατλ, και στη συνέχεια υιοθετήθηκε για να περιγράψει τη φυλή των Μεσίκα (Mexica), η οποία αποίκισε την κοιλάδα του Μεξικού και ίδρυσε τις ακμάζουσες πόλεις Τενοτστιτλάν (Tenochtitlan) και Τλατελόλκο (Tlatelolco). Συχνά ο όρος Αζτέκοι αναφέρεται αποκλειστικά στη φυλή των Μεσίκα της Τενοτστιτλάν, στη λίμνη Τεξκόκο (Texcoco), στην τοποθεσία της σημερινής Πόλης του Μεξικού (Ciudad de México) - λαός ο οποίος αυτό-αποκαλούνταν Mēxihcah Tenochcah ή Cōlhuah Mexihcah.

Μερικές φορές ο όρος Αζτέκος περιλαμβάνει τους Ακολούα (Acolhua) από την πόλη Τεξκόκο και τους Τεπανέκους (Tepanec) από την πόλη Τλακόπαν (Tlacopan), τις δύο πόλεις-κράτη οι οποίες μαζί με την Τενοτστιτλάν των Μεσίκα ίδρυσαν την αποκαλούμενη Τριπλή Συμμαχία (Aztec Triple Alliance, νάουατλ: Ēxcān Tlahtōlōyān)· η τελευταία, στο πέρασμα των χρόνων, έμεινε γνωστή ως Αυτοκρατορία των Αζτέκων, και κυριάρχησε στη λεκάνη του Μεξικού. Σε ευρύτερο ερμηνευτικό πλαίσιο, ο όρος Αζτέκος μπορεί επίσης να αναφέρεται σε όλους τους ιθαγενείς λαούς και τις πόλεις-κράτη οι οποίοι μοιράζονταν μεγάλο μέρος της φυλετικής και πολιτιστικής τους ταυτότητας με τους Μεσίκα, τους Ακολούα και τους Τεπανέκους, και χρησιμοποιούσαν τη νάουατλ σαν lingua franca. Υπό αυτό το πρίσμα είναι εφικτό να ορίσουμε των πολιτισμό των Αζτέκων ως το σύνολο των διαφορετικών πολιτιστικών γνωρισμάτων όλων των φυλών που κατοίκησαν στο κεντρικό Μεξικό κατά τη διάρκεια της μετακλασικής περιόδου.

Από τον 13ο αιώνα, η κοιλάδα του Μεξικού εξελίχθηκε στο κέντρο της αυτοκρατορίας των Αζτέκων: εκεί χτίστηκε η πρωτεύουσα Τενοτστιτλάν, πάνω σε νησάκια μέσα στη λίμνη Τεξκόκο. Η ηγεμονία της Τριπλής Συμμαχίας επεκτάθηκε πέραν των συνόρων της κοιλάδας του Μεξικού, μέσω επεκτατικών πολέμων, μετατρέποντας όλα τα μικρότερα κράτη σε φόρου υποτελή στην Τενοτστιτλάν. Στο απόγειό του, ο πολιτισμός των Αζτέκων είχε να επιδείξει πλούσια και σύνθετη μυθολογική και θρησκευτική παράδοση, όπως επίσης και αξιοπρόσεκτα επιτεύγματα στην αρχιτεκτονική και τις τέχνες. Το 1521, ο Ερνάν Κορτές (Hernán Cortés, 1485 - 1547), με την αρωγή συμμαχικών προς αυτόν ιθαγενών φυλών, κατάφερε να κατακτήσει την Τενοτστιτλάν και να καταλύσει την ηγεμονία του Huey Tlatoani (ο κυβερνήτης της πόλης στα νάουατλ) Μοντεζούμα Β΄ (Moctezuma II, 1466 - 1520). Στη συνέχεια οι Ισπανοί κατακτητές θεμελίωσαν την Πόλη του Μεξικού στα ερείπια της Τενοτστιτλάν, και από εκεί ξεκίνησαν τον αποικισμό της Κεντρικής Αμερικής.

Η ιστορία και οι παραδόσεις των Αζτέκων έχουν έρθει στο φως μέσω της αρχαιολογικής σκαπάνης, από ανασκαφές σε τοποθεσίες όπως στον ναό Τέμπλο Μαγιόρ (Templo Mayor) στην Πόλη του Μεξικού· επίσης μέσω κωδίκων από φλοιό δέντρων, γραμμένων από αυτόχθονες πληθυσμούς, καθώς και από προσωπικές μαρτυρίες Ισπανών κονκισταδόρ, όπως του Ερνάν Κοτρές και του Μπερνάλ Ντίαθ ντελ Καστίγιο (Bernal Díaz del Castillo, 1492/98 - 1584). Πρωταγωνιστικό ρόλο όμως στην κατανόηση του πολιτισμού των Αζτέκων έπαιξαν αρκετά χειρόγραφα Ισπανών μοναχών και ιθαγενών λογίων του 16ου και 17ου αιώνα, γραμμένα στην σπανική και νάουατλ γλώσσα, στα οποία κυριαρχούν οι περιγραφές της κουλτούρας και των συνηθειών των γηγενών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου κώδικα, είναι ο περίφημος Φλωρεντιανός Κώδικας ή Κώδικας της Φλωρεντίας, του Φραγκισκανού μοναχού Μπερναρδίνο ντε Σααγούν (Bernardino de Sahagún, 1499 - 1590). Σε συνεργασία με Αζτέκους μαθητές του, ο Μπερναρδίνο διεξήγαγε έρευνα, οργάνωσε τα ντοκουμέντα, έγραψε και επιμελήθηκε τα ευρήματά του που ξεκινούν από το 1545, μέχρι το θάνατό του το 1590. Τεκμηριώνει την κουλτούρα, τη θρησκευτική κοσμολογία (κοσμοθεωρία) και τις τελετουργικές πρακτικές, την κοινωνία, την οικονομία, και τη φυσική ιστορία του λαού των Αζτέκων.

Ορισμοί

Ποιοι ήταν οι Αζτέκοι

Απεικόνιση του κόσμου σύμφωνα με τον Κώδικα Φεγιερβάρι-Μάγιερ - στο κέντρο βρίσκεται ο θεός της φωτιάς Σιουτεκούτλι (Xiuhtecuhtli).

Όταν χρησιμοποιείται για εθνοτικές ομάδες, ο όρος «Αζτέκος» αναφέρεται σε διάφορους ομιλούντες νάουατλ λαούς του κεντρικού Μεξικού, τη μετακλασική περίοδο της μεσοαμερικανικής ιστορίας, και κυρίως στους Μεσίκα, τους ηγεμόνες της αυτοκρατορίας που χτίστηκε γύρω από την Τενοτστιτλάν. Ο όρος επίσης αναφέρεται σε άλλες δύο εθνοτικές ομάδες που ζούσαν στα παράλια της λίμνης Τεξκόκο, τους Ακολούα και τους Τεπανέκους, οι οποίοι μαζί με τους Μεσίκα ίδρυσαν την Αυτοκρατορία των Αζτέκων. Γλωσσολογικά, χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα ο όρος «αζτέκικες» για να περιγράψει μία οικογένεια τουλάχιστον 30 αυτοχθόνων γλωσσών από τις βορειοδυτικές Η.Π.Α. μέχρι και το Μεξικό, με το όνομα γιουτο-αζτέκικες (Uto-Aztecan, το πρώτο συνθετικό προέρχεται από τη γλώσσα Ούτε της Γιούτα), μέσα στις οποίες περιέχονται η νάουατλ καθώς και οι συγγενικές σε αυτήν ποτσουτέκικη (Pochutec) και πίπιλ (Pipil).[2]

Για τους Αζτέκους, αυτός ο όρος δεν χρησιμοποιείτο ως ενδώνυμο για καμία συγκεκριμένη εθνοτική ομάδα. Αντιθέτως, ήταν ένας ευρύτερος εννοιολογικά όρος, ο οποίος περιλάμβανε διάφορες εθνοτικές ομάδες (μερικές από τις οποίες δεν μιλούσαν τη νάουατλ), οι οποίες θεωρούσαν ότι κατάγονταν από το μυθολογικό Αζτλάν (Aztlán). Στη γλώσσα νάουατλ, λέξη aztecatl σημαίνει «άνθρωπος από το Αζτλάν». Η σύγχρονη χρήση του όρου «Αζτέκος» καθιερώθηκε από τον Γερμανό φυσιοδίφη Αλεξάντερ φον Χούμπολτ (Alexander von Humboldt, 1769 - 1859) το 1810, για να περιγράψει όλους τους λαούς που σχετίζονταν μέσω εμπορίου, παραδόσεων, θρησκείας και γλώσσας με τους Μεσίκα και την Τριπλή Συμμαχία. Το 1843, μέσω του έργου του Αμερικάνου ιστορικού Ουίλιαμ Πρέσκοτ (William H. Prescott, 1796 - 1859), ο όρος «Αζτέκος» υιοθετήθηκε από την πλειονότητα του κόσμου, ανάμεσά τους και από όλους τους Μεξικανούς λόγιους, οι οποίοι με αυτόν τον τρόπο θέλησαν να ξεχωρίσουν τους σύγχρονους Μεξικανούς από τους Μεξικανούς προ της Ισπανικής κατάκτησης. Αυτή η χρήση έχει γίνει πεδίο διαμάχης τα τελευταία χρόνια, αν και ο όρος «Αζτέκος» παραμένει περισσότερο συνηθισμένος.[3]

Πολιτισμός των Αζτέκων

Ο πολιτισμός των Αζτέκων, των λαών δηλαδή που αναγνωρίζουμε ως Αζτέκους, μοιράζεται αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με τους υπόλοιπους προκολομβιανούς πολιτισμούς της κεντρικής Αμερικής, εξαιτίας της ώσμωσης μεταξύ τους. Ως εκ τούτου, δεν νοείται Αζτέκικος πολιτισμός εκτός του γεωγραφικού και χρονικού πλαισίου στο οποίο άνθισε, παρά μόνο σαν ένα αλληλένδετο κομμάτι του ευρύτερου μεσοαμερικάνικου πολιτισμού της προκλασικής περιόδου.[4]

Κοινά στοιχεία τα οποία συναντώνται σε όλους τους μεσοαμερικάνικους πολιτισμούς είναι, ενδεικτικά και όχι αποκλειστικά, η καλλιέργεια καλαμποκιού, ο διαχωρισμός σε κοινωνικές τάξεις (τους ευγενείς πιπίλτιν (pipiltin) και τους κοινούς πολίτες μασεουάλι (macehualli)), το πάνθεο (στο οποίο συμπεριλαμβάνονταν ο Τεζκατλιπόκα (Tezcatlipōca), ο Τλάλοκ (Tlāloc) και ο Κετζαλκόατλ (Quetzalcohuātl)), καθώς και η χρήση δύο ημερολογίων, του τοναλποουάλι (tonalpohualli) των 260 ημερών και του σιουποουάλι (xiuhpohualli), με κύκλο 365 ημερών. Αυτά τα δυο ημερολόγια συμπίπτουν χονδρικά κάθε 52 χρόνια. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα των Αζτέκων της Τενοτστιτλάν αποτελούσαν ο Θεός-προστάτης της πόλης, Ουιτζιλοπότστλι (Huītzilōpōchtli), οι δίδυμες πυραμίδες και τα χαρακτηριστικά κεραμικά αγγεία.[4]

Αυτοκρατορία των Αζτέκων

Η Αυτοκρατορία των Αζτέκων στο απόγειο της (1519).

Η Αυτοκρατορία των Αζτέκων, με βάση την Τενοτστιτλάν, ήταν μία αυτοκρατορία η οποία βασιζόταν στους φόρους που εισέπραττε από τους κατακτημένους λαούς και επεκτεινόταν σε ολόκληρη την κεντρική Αμερική, κατά την ύστερη μετακλασική περίοδο.[5] Ιδρύθηκε το 1427, σαν μία τριπλή συμμαχία μεταξύ των πόλεων-κρατών της Τενοτστιτλάν, της Τεξκόκο και της Τλακόπαν, με στόχο τη κατάλυση του κράτους των Τεπανέκων της Αζκαποτσάλκο (Azcapotzalco), οι οποίοι ήταν κυρίαρχοι στη λεκάνη του Μεξικού. Σύντομα οι κυβερνώντες στην Τεξκόκο και στην Τλακόπαν απέκτησαν δευτερεύοντα ρόλο σε μία συμμαχία στην οποία de facto πρωτοστατούσαν οι Μεσίκα.[6] Η αυτοκρατορία διεύρυνε τη δύναμή της με έναν συνδυασμό εμπορίου και επεκτατικών πολέμων. Ήταν μία αυτοκρατορία η οποία επέβαλε τον έλεγχό της στα κατακτημένα κράτη είτε τοποθετώντας φιλικούς προς αυτή κυβερνήτες, είτε δημιουργώντας συγγενικούς δεσμούς μέσω γάμων, είτε ακόμα καλλιεργώντας σε όλα τα διαφορετικά φύλα την αίσθηση ότι αποτελούν κομμάτι της. Υπό αυτές τις συνθήκες δεν υπήρχε ανάγκη για ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις που να διασφαλίζουν την τάξη σε όλες τις επαρχίες της αυτοκρατορίας.[7] Οι υποτελείς λαοί έφεραν την υποχρέωση να πληρώνουν τακτικά φόρο στην Τενοτστιτλάν, ενώ το γεγονός ότι η επικοινωνία και το εμπόριο μεταξύ των απομακρυσμένων περιοχών τις αυτοκρατορίας ήταν σχεδόν ανύπαρκτο, ανάγκαζε όλους τους λαούς να στρέφονται στους Μεσίκα για πρώτες ύλες και αγαθά.[8] Με αυτόν τον τρόπο η Συμμαχία πέτυχε την οικονομική εξάρτηση όλων των κατακτημένων κρατών από την ίδια. Η ισχύς και η έκταση της αυτοκρατορίας αυξάνονταν συνεχώς, μέχρι το 1519, όταν και έφτασε στη νέα - τότε - ήπειρο ο Ερνάν Κορτές, ο οποίος μερικά χρόνια αργότερα θα κατέλυε την αυτοκρατορία των Αζτέκων και θα έκαιγε συθέμελα την Τενοτστιτλάν. Στο απόγειό τους, οι Αζτέκοι ήλεγχαν μία περιοχή η οποία εκτεινόταν από τον Ειρηνικό μέχρι τον Ατλαντικό ωκεανό.

Ιστορία

Μεταναστευτική περίοδος

Οι Νάουα ξεκίνησαν την κάθοδο από το βόρειο Μεξικό προς τη μεσοαμερική γύρω στον 6ο αιώνα. Εγκαταστάθηκαν στο κεντρικό Μεξικό, απωθώντας τους γηγενής πληθυσμούς, καθώς επέκτειναν την επιρροή τους. Οι βάσεις για τη δημιουργία του ύστερου πολιτισμού των Αζτέκων τέθηκαν καθώς οι πρώην νομάδες κυνηγοί-συλλέκτες αναμίχθηκαν και επηρεάστηκαν από τους πολύπλοκους μεσοαμερικάνικους πολιτισμούς, υιοθετώντας θρησκευτικές και πολιτιστικές πρακτικές. Κατά τη μετακλασική περίοδο, κι ενώ η δύναμή τους αυξανόταν, ίδρυσαν ισχυρές πόλεις, όπως την Τούλα (Tula) στο Ιδάλγο (Hidalgo), στο σημερινό Μεξικό. Τον 12ο αιώνα, οι Τεπανέκοι με βάση την πόλη Αζκαποτσάλκο ήταν ο κυρίαρχος λαός στη λεκάνη του Μεξικού. Εκείνη την περίοδο έφτασαν οι Μεσίκα στο κεντρικό Μεξικό.

Άνοδος της Τριπλής Συμμαχίας

Η καταγωγή των Μεσίκα είναι αβέβαιη. Σύμφωνα με τους θρύλους των ίδιων, κατάγονται από το Αζτλάν, έναν τόπο ο οποίος ακροβατεί ανάμεσα στον μύθο και την πραγματικότητα, με τις εκτιμήσεις ειδικών να τον τοποθετούν από το βορειοδυτικό Μεξικό μέχρι τις νοτιοδυτικές πολιτείες των Η.Π.Α..

Σύμφωνα με κώδικες των Μεσίκα, καθώς και άλλα ευρήματα, φαίνεται πως ο λαός που θα θεμελίωνε την Τενοτστιτλάν έφτασε στον λόφο Τσαπουλτέπεκ (Chapultepec) γύρω στο 1248. [9]

Εκείνη την εποχή υπήρχαν αρκετές πόλεις-κράτη στην κοιλάδα του Μεξικού, με τις πιο ισχυρές να είναι η Κολουάκαν (Colhuacan) στα νότια και η Αζκαποτσάλκο στα δυτικά. Οι Τεπανέκοι της Αζκαποτσάλκο σύντομα απώθησαν τους Μεσίκα από το Τσαπουλτέπεκ, κι έτσι, το 1299, ύστερα από τη συγκατάθεση του ηγεμόνα των Κολουάκαν Κοξκόξτλι (Coxcoxtli) εγκαταστάθηκαν στην άγονη πεδιάδα του Τιζαπάν (Tizapán), νοτιοδυτικά του Τσαπουλτέπεκ. Σύντομα μάλιστα οι Μεσίκα ενσωματώθηκαν στην κουλτούρα της Κολουάκαν.

Το εθνόσημο του Μεξικού απεικονίζει έναν αετό σε μια φραγκοσυκιά, να τρώει ένα φίδι. Αυτή η εικόνα, σύμφωνα με τον θρύλο, σήμανε το τέλος της περιπλάνησης για τους Μεσίκα και τη θεμελίωση της Τενοτστιτλάν.

Σύμφωνα με έναν θρύλο των Αζτέκων, η τοποθεσία όπου θεμελιώθηκε η Τενοτστιτλάν επιλέχθηκε το 1323, όταν αξιωματούχοι των Μεσίκα είδαν έναν αετό καθισμένο σε μια φραγκοσυκιά (Opuntia ficus-indica), να τρώει ένα φίδι·[10] αυτή η εικόνα, η οποία σήμερα φιγουράρει στη σημαία και στο εθνόσημο του Μεξικού, σήμαινε την εκπλήρωση μίας αρχαία προφητείας, σύμφωνα με την οποία σε εκείνο το σημείο θα χτιζόταν η πρωτεύουσα των περιπλανώμενων Μεσίκα. Μυθοπλασία ή όχι, οι Μεσίκα όντως έφτασαν στα ελώδη νησιά της λίμνης Τεξκόκο όπου και έχτισαν την Τενοτστιτλάν, γύρω στο 1325. Το 1376 εξελέγη ο πρώτος Ουέι Τλατοάνι της Τενοτστιτλάν, ο Ακαμαπίτστλι (Acamapichtli), ο οποίος έμενε στην πόλη Τεξκόκο εκείνη την εποχή.

Για τα επόμενα 50 χρόνια και μέχρι το 1427, οι Μεσίκα πλήρωναν φόρο στην Αζκαποτσάλκο, η οποία είχε εξελιχθεί στη μεγαλύτερη δύναμη στη λεκάνη του Μεξικού ύστερα από τους Τολτέκους (Toltec), αιώνες νωρίτερα. Μετά τον θάνατο του πανίσχυρου ηγεμόνα της Αζκαποτσάλκο Τεζοζόμοκ (Tezozomoc), η μάχη για τη διαδοχή του εντάθηκε, και ο θρόνος τελικά κατέληξε στον Μάξτλα (Maxtla), ο οποίος εκθρόνισε τον νόμιμο διάδοχο και ετεροθαλή μικρότερο αδελφό του, Ταγιατζίν (Tayatzin). Ο τελευταίος, για να ανακτήσει την εξουσία, συμμάχησε με τον ανιψιό του, κυβερνήτη της Τενοτστιτλάν, Τσιμαλποπόκα (Chimalpopoca, 1397 - 1427). Αυτή η συμμαχία έφερε σύννεφα στις μέχρι εκείνο το σημείο πολύ καλές σχέσεις ανάμεσα στις δυο πόλεις. Όταν ο Ταγιατζίν σκοτώθηκε στις αψιμαχίες, η φρουρά της Αζκαποτσάλκο συνέλαβε τον Τσιμαλποπόκα για συμμετοχή σε προσπάθεια ανατροπής του Τεπανέκου tlatoani, Μάξτλα. Λίγες ημέρες αργότερα, αυτοκτόνησε στο κλουβί που τον κρατούσαν αιχμάλωτο (σύμφωνα με άλλη εκδοχή, τον στραγγάλισαν οι φύλακές του). Τον διαδέχτηκε ο θείος του, Ιτζκόατλ (Itzcoatl), ο οποίος ανακηρύχθηκε 4ος tlaotani της Τενοτστιτλάν και πρώτος αυτοκράτορας της Τριπλής Συμμαχίας, την οποία ο ίδιος ίδρυσε μαζί με τον εξόριστο ηγεμόνα της Τεξκόκο, Νεσαουαλκογιότλ (Nezahualcoyotl, 1402 - 1472), με σκοπό να καταλύσουν την ηγεμονία της Αζκαποτσάλκο και του Μάξτλα - στόχο τον οποίο εκπλήρωσαν έναν χρόνο αργότερα, το 1428.

Οι ιαγουάροι πολεμιστές (Ocēlōpilli) ήταν η αφρόκρεμα του στρατού των Αζτέκων.

Η Τριπλή Συμμαχία, στην οποία εκτός της Τενοτστιτλάν και της Τεξκόκο συμμετείχε και η Τλακοπάν, θα πετύχαινε μέσα στον επόμενο αιώνα να κυριαρχήσει στη λεκάνη του Μεξικού και να επεκτείνει τη δύναμή της από τον κόλπο του Μεξικού μέχρι τις δυτικές ακτές στον Ειρηνικό ωκεανό. Στη διάρκεια αυτών των εκατό ετών, η Τενοτστιτλάν σταδιακά εξελίχθηκε στην κυρίαρχη δύναμη εντός της συμμαχίας.

Δύο από τους πρώτους αναμορφωτές της Αυτοκρατορίας των Αζτέκων ήταν οι ετεροθαλείς αδελφοί Τλακαέλελ (Tlacaelel, 1397 - 1487) και Μοντεζούμα Α' ή Μοντεζούμα Ιλουικαμίνα (Motēuczōma Ilhuicamīna, 1398 - 1469), ανιψιοί του Ιτζκοάτλ. Ο Μοντεζούμα Α' διαδέχθηκε τον Ιτζκοάτλ στην ηγεσία της Τενοτστιτλάν το 1440, ενώ ο Τλακαέλελ, αν και του προσφέρθηκε κι εκείνου η ευκαιρία να χρηστεί tlaotani, προτίμησε τον ρόλο του cihuacoatl, του πρώτου συμβούλου του θρόνου. Από εκείνη τη θέση ο Τλακαέλελ επανασύστησε το κράτος και τη θρησκεία των Αζτέκων, ξαναγράφοντας την ιστορία τους και δημιουργώντας ένα κοινό αίσθημα καταγωγής για όλες τις φυλές της Τριπλής Συμμαχίας. Αυτή η «επανεκκίνηση» της ιστορίας των Αζτέκων διδάχθηκε στους λόγιους και αντικατέστησε οριστικά την προηγούμενη μετριοπαθή εκδοχή σχετικά με την καταγωγή των Μεσίκα· σύμφωνα με την εκδοχή του Τλακαέλελ, οι Αζτέκοι ήταν ο περιούσιος λαός με μυθική καταγωγή και αστείρευτη δύναμη. Άλλη σημαντική μεταρρύθμιση του Τλακαέλελ υπήρξε η καθιέρωση τελετουργικών πολέμων με τους εχθρούς της Αυτοκρατορίας, τους επονομαζόμενους «πολέμους των λουλουδιών» (ή λουλουδένιους πολέμους, νάουατλ xōchiyāōyōtl), οι οποίοι είχαν διττό στόχο: αφ' ενός να κρατήσουν τους πολεμιστές των Μεσίκα ετοιμοπόλεμους και σκληραγωγημένους και αφ' ετέρου να προμηθεύσουν τους Αζτέκους με νέους αιχμάλωτους για να προσφέρουν στους θεούς στις ανθρωποθυσίες.

Εισβολή των Ισπανών

Η Αυτοκρατορία έφτασε στον κολοφώνα της δόξας της κατά την ηγεμονία του Αουιτζότλ (Āhuitzotl), από το 1486 μέχρι το 1502. Ο διάδοχός και ανιψιός του, Μοντεζούμα Β΄ ή Μοτεκουζόμα Σοκογιότζιν (Motecuhzōma Xocoyotzin, περ. 1466 - 1520), ήταν ήδη 17 χρόνια Hueyi Tlatoani της Τενοτστιτλάν όταν οι Ισπανοί, με επικεφαλής τον Ερνάν Κορτές, έφτασαν στις ακτές του Μεξικού, την άνοιξη του 1519.

Κεραμικό άγαλμα ενός αετού πολεμιστή (cuāuhtli) των Αζτέκων.

Ο Κορτές σύντομα κατάφερε να συνάψει συμμαχίες με δυσαρεστημένους ιθαγενείς υπόδουλους των Αζτέκων, αλλά και με τους άσπονδους εχθρούς της Αυτοκρατορίας, την Ομοσπονδία της Τλαξκάλα (Tlaxcallān), οι οποίοι βοήθησαν τους Ισπανούς ουσιαστικά στην αποστολή τους, προμηθεύοντάς τους με χιλιάδες άνδρες. Ο Κορτές με τους συμμάχους του έφτασαν στις πύλες της Τενοτστιτλάν στις 8 Νοεμβρίου 1519.

Απεικόνιση του Μοντεζούμα Β΄, του τελευταίου Αζτέκου αυτοκράτορα, από τον Κώδικα Ραμίρες.

Ο Μοντεζούμα τους υποδέχτηκε με τιμές και δώρα, και τους ξενάγησε στη μεγαλοπρεπή πρωτεύουσα. Πολύ σύντομα, ο Κορτές αιχμαλώτισε τον Μοντεζούμα, ο οποίος συνέχιζε να δρα ως αυτοκράτορας, αλλά ήταν υπό τον άμεσο έλεγχο του Ισπανού. Τον Μάιο του επόμενου έτους διαδραματίστηκε ένα από τα πιο αιματηρά επεισόδια του αζτέκο-ισπανικού πολέμου, η σφαγή δεκάδων αμάχων στον Μεγάλο Ναό της Τενοτστιτλάν από τους κονκισταδόρες του Κορτές. Αυτή η πρόκληση εξαγρίωσε τους ιθαγενείς, οι οποίοι επαναστάτησαν και, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των κατακτητών, λιθοβόλησαν μέχρι θανάτου τον Μοντεζούμα Β' όταν τους προέτρεψε να αφήσουν τα όπλα. Σύμφωνα με την εκδοχή των Αζτέκων, οι Ισπανοί εκτέλεσαν τον έκπτωτο αυτοκράτορα λίγο πριν τραπούν σε φυγή. Εκείνη η νύχτα, ξημερώνοντας η 1 Ιουλίου 1520, όταν ο Κορτές με τους αποδεκατισμένους κονκισταδόρες του και τους εναπομείναντες συμμάχους εγκατέλειπαν την Τενοτστιτλάν, θα έμενε στην ιστορία ως «η νύχτα της θλίψης» (La noche triste) για τους Ισπανούς. Ο Κορτές όμως κατάφερε να τους εμψυχώσει και να τους ανασυγκροτήσει, κι έτσι την άνοιξη του 1521 οι Ισπανοί με τους συμμάχους τους επέστρεψαν έξω από την Τενοτστιτλάν για να ξεκινήσει η πολιορκία της πόλης, η οποία και έληξε στις 13 Αυγούστου του ίδιου έτους με την καταστροφή της. Μετά τον θάνατο του Μοντεζούμα Β', η εξουσία είχε περάσει στα χέρια του Κουιτλάουακ (Cuitlāhuac, περ. 1476 - 1520,) μικρότερου αδελφού του προηγούμενου αυτοκράτορα, ο οποίος κυβέρνησε για 80 ημέρες και απώθησε τους Ισπανούς από την Τενοτστιτλάν. Τον διαδέχθηκε ο Κουαοτέμοκ (Cuauhtémoc, περ. 1495 - 1525), ο οποίος έμελλε να είναι ο τελευταίος αυτοκράτορας των Αζτέκων. Ύστερα από την εκτέλεσή του από τον Κορτές, στη θέση του τοποθετήθηκε ο Τλακότζιν (Juan Velázquez Tlacotzin), ένας εκχριστιανισμένος ιθαγενής ο οποίος πήρε το όνομα don Juan Velazquez, εγκαινιάζοντας την περίοδο του πλήρους ελέγχου των Αζτέκων από τους Ισπανούς κατακτητές.

Παρά την κατάλυση της Αυτοκρατορίας των Αζτέκων, οι περισσότεροι μεσοαμερικάνικοι πολιτισμοί έμειναν άθικτοι από την πτώση της Τενοτστιτλάν. Μάλιστα, η απελευθέρωση από τον ζυγό των Αζτέκων ίσως και να θεωρήθηκε ως θετική εξέλιξη για τους περισσότερους λαούς. Οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις των Αζτέκων αρχικά αντιμετωπίστηκαν ως αριστοκράτες από τους Ισπανούς και διατήρησαν τα προνόμια τους, σύντομα όμως η κατάσταση ανατράπηκε και όλοι οι ιθαγενείς έγιναν πολίτες δεύτερης κατηγορίας βάσει νόμου.

Οι Τλαξκαλτέκοι παρέμειναν πιστοί στους ευρωπαίους συμμάχους τους και ακολούθησαν τον Κορτές και τους άντρες του στις υπόλοιπες κατακτήσεις τους.

Ισπανική αποίκηση και μείωση του πληθυσμού

Αζτέκικες ζωγραφιές του 16ου αιώνα θυμάτων της ευλογιάς.

Τη διετία 1520 - 1521 μία επιδημία ευλογιάς την οποία έφεραν μαζί τους οι Ισπανοί αποδεκάτισε τον αυτόχθονα πληθυσμό κι έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην έκβαση του πολέμου. Υπολογίζεται ότι έχασαν τη ζωή τους από την ασθένεια ένα ποσοστό ανάμεσα στο 10% και το 50% του συνολικού πληθυσμού.

Οι λαοί στην κοιλάδα του Μεξικού χτυπήθηκαν δυο ακόμα φορές από επιδημίες τον 16ο αιώνα, από ευλογιά (1545 - 1548) και από τύφο (1576 - 1581). Οι Ισπανοί συγχώνευσαν μικρότερους οικισμούς σε μεγαλύτερες πόλεις, για να ελέγξουν καλύτερα τον φθίνοντα πληθυσμό και αυτό ελάττωσε τη δύναμη των ανώτερων τάξεων, αλλά δεν αλλοίωσε τη συνοχή των αυτοχθόνων κοινωνιών στην ευρύτερη περιοχή του Μεξικού.

Ακριβή στοιχεία για τον πληθυσμό του Μεξικού την εποχή της Ισπανικής κατάκτησης δεν υπάρχουν και είναι ζήτημα έντονης αντιπαράθεσης, αλλά οι ξενόφερτες ασθένειες ρήμαξαν τη χώρα· υπολογίζεται ότι περίπου το 80% του αρχικού πληθυσμού των αυτοχθόνων ιθαγενών χάθηκε, σε βάθος μόλις 60 ετών. [11]

Πολιτιστικά χαρακτηριστικά

Διακυβέρνηση

Η Αυτοκρατορία των Αζτέκων ήταν χαρακτηριστικό παράδειγμα έμμεσης διακυβέρνησης κράτους. Ακριβώς όπως και οι περισσότερες ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες, διακρινόταν για την εθνολογική ποικιλομορφία της, όμως σε αντίθεση με αυτές, στηριζόταν περισσότερο στους φόρους και λιγότερο σε μία ενιαία κεντρική εξουσία. Σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο το όποιο είχε θέσει ο Αλεξάντερ Μότυλ (Alexander J. Motyl, γεν. 1953), Αμερικανός πολιτικός αναλυτής, στο έργο του Imperial Ends: The Decline, Collapse, and Revival of Empires (2001), οι Αζτέκοι χαρακτηρίζονται άτυπη ή ηγεμονική αυτοκρατορία ακριβώς επειδή δεν ασκούσαν άμεσα εξουσία στις κατακτημένες πόλεις-κράτη· απαιτούσαν μόνο να καταβάλλονται οι φόροι.[12] Ήταν επίσης ασυνεχής αυτοκρατορία, καθώς δεν συνόρευαν όλες οι κατακτημένες επαρχίες μεταξύ τους - για παράδειγμα, η πόλη Σοκονόσκο (Xoconochco), στα νότια σύνορα της αυτοκρατορίας, ήταν αποκομμένη από τις υπόλοιπες επαρχίες. Η ηγεμονική φύση της Αυτοκρατορίας των Αζτέκων ήταν εμφανής από το γεγονός ότι συνήθως οι τοπικοί άρχοντες των κατακτημένων πόλεων παρέμεναν στην εξουσία, όπως επίσης και από το ότι οι Αζτέκοι δεν επενέβαιναν σε εσωτερικά τους θέματα, εφόσον καταβάλλονταν κανονικά οι φόροι.[13]

Σε συνέχεια όλων των ανωτέρω, στη βάση της αυτοκρατορίας βρίσκονταν οι πόλεις-κράτη (altepetl) οι οποίες διατηρούσαν την οργανωτική τους δομή στις περιοχές που τελούσαν υπό την εξουσία τους. Ο ηγεμόνας του αλτεπέτλ ήταν ο τλατοάνι (tlatoani) και είχε υποχρεωτικά βασιλική καταγωγή. Οι εξουσίες του άπτονταν όλου του φάσματος της καθημερινότητας ενός αλτεπέτλ: ήταν ο αρχιερέας της πόλης και ο στρατηγός της, υπεύθυνος για τις διπλωματικές σχέσεις της, τη φορολογία και τη διοίκηση. Η πρώιμη περίοδος των Αζτέκων υπήρξε μία εποχή ανάπτυξης και ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων πόλεων. Ακόμα και ύστερα από την ίδρυση της αυτοκρατορίας το 1428 και τη στροφή της προς την επέκταση μέσω κατακτήσεων, η κύρια οργανωτική δομή παρέμενε αυτή των αλτεπέτλ. Η αποτελεσματικότητα αυτού του μοντέλου διοίκησης ήταν σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη για την επιτυχία του ηγεμονικού συστήματος ελέγχου της αυτοκρατορίας.[14]

Φορολογία και εμπόριο

Το φτερωτό στέμμα του τελευταίου αυτοκράτορα τον Αζτέκων, Μοντεζούμα Β΄.

Υπάρχει εκτενής αναφορά, στον Κώδικα Μενδόσα, σε όλες τις υποτελείς πόλεις της Συμμαχίας, καθώς και στα αγαθά που προσέφεραν, τα οποία κυμαίνονταν από είδη πολυτελείας, όπως φτερά, διακοσμημένα φορέματα και πολύτιμους λίθους μέχρι καθημερινής χρήσης αγαθά, ύφασμα, καυσόξυλα και τροφές. Συνήθως οι φόροι καταβάλλονταν δυο με τέσσερις φορές τον χρόνο.[15]

Αρχαιολογικές ανασκαφές σε περιοχές που τελούσαν υπό αζτέκικο έλεγχο δείχνουν ότι η ενσωμάτωση των αυτοχθόνων πληθυσμών στην αυτοκρατορία έφερνε νέα βάρη για τον λαό, ενώ ταυτόχρονα αυξάνονταν τα προνόμια των ευγενών. Η αυτοκρατορία προωθούσε το εμπόριο, και ως εκ τούτου εξωτικά αγαθά, όπως ο οψιανός και ο μπρούτζος έφταναν στα σπίτια όλων των πολιτών, από τη μία μέχρι την άλλη άκρη. Η οργανωτική δομή της αυτοκρατορίας έπαιξε κι εδώ τον ρόλο της: οι Αζτέκοι, επειδή στηρίζονταν κυρίως στους ντόπιους άρχοντες για να επιβάλλουν την τάξη και να τροφοδοτούν την πρωτεύουσα με αγαθά, τους προσέφεραν αυξημένα προνόμια για την αφοσίωσή τους. Οι τελευταίοι, με τη σειρά τους, μετακυλούσαν την υποχρέωση καταβολής φόρου στις κατώτερες τάξεις, οι οποίες υπέφεραν για να πληρώσουν το μερίδιό τους.[16]

Οικονομία

Η οικονομία των Αζτέκων μπορεί χονδρικά να χωριστεί σε δύο μέρη: στον κρατικό τομέα, τον οποίο έλεγχαν οι βασιλιάδες και η αριστοκρατία, και στον εμπορικό, ο οποίος λειτουργούσε ανεξάρτητα από τον έλεγχο του κράτους. Το κράτος και οι ευγενείς είχαν τον έλεγχο όλης της γης και των παραγωγικών μονάδων, την οποία δούλευαν οι αγρότες, μέσα από συμφωνίες που εκτείνονταν από απλή αγροληψία (ενοικίαση γης προς καλλιέργεια έναντι ενός ποσοστού επί της παραγωγής) μέχρι μετατροπή των αγροτών σε δουλοπάροικους (θεσμός στον οποίο ακτήμονες καλλιεργητές ήταν εξαρτημένοι από τη γη που καλλιεργούσαν και δεν μπορούσαν να απομακρυνθούν από αυτή). Με αυτές τις πληρωμές των καλλιεργητών συντηρούνταν τόσο ο πολυέξοδος τρόπος ζωής των ευγενών όσο και οι ανάγκες των πόλεων-κρατών. Η πλειοψηφία των πολυτελών αγαθών που παράγονταν προοριζόταν για να καλύψει τις ανάγκες των ευγενών. Οι τεχνίτες των φτερωτών στολιδιών, οι γλύπτες, οι κοσμηματοποιοί και οι λοιποί επαγγελματίες που κατασκεύαζαν πολυτελή αγαθά ήταν απλοί πολίτες οι οποίοι, όπως και στην Ευρώπη, βρίσκονταν στη δούλεψη ευγενών και αριστοκρατών.

Οι Αζτέκοι χρησιμοποιούσαν καθημερινά διάφορα αγαθά εν είδη χρημάτων. Για μικρές αγορές το σύνηθες νόμισμα ήταν οι σπόροι κακάο, τους οποίους έπρεπε να εισάγουν από τις πεδινές εκτάσεις τις αυτοκρατορίας. Στις αγορές των Αζτέκων, ένα μικρό κουνέλι κόστιζε 30 σπόρους κακάο, ένα αυγό γαλοπούλας 3 σπόρους ενώ μία παραδοσιακή μεξικάνικη πίτα (Ταμάλ) κόστιζε έναν σπόρο. Για μεγαλύτερες αγορές χρησιμοποιούνταν κομμάτια από βαμβακερό ύφασμα, τα οποία λέγονταν κουάτστλι (quachtli). Ανάλογα με την ποιότητα του κουάτστλι η τιμή του ξεκινούσε από 65 σπόρους κακάο και έφτανε μέχρι τους 300. Μία πηγή αναφέρει ότι 20 κουάτστλι έφταναν σε έναν απλό πολίτη για να περάσει έναν χρόνο στην Τενοτστιτλάν. Υπήρχε ζήτηση επίσης για νεαρές κοπέλες, είτε σαν σεξουαλικές σκλάβες είτε σαν θύματα σε ανθρωποθυσίες, και ο πωλητής - ο πατέρας συνήθως - λάμβανε από 500 μέχρι 700 σπόρους. Ένα μικρό χρυσό άγαλμα βάρους 600 γραμμαρίων περίπου κόστιζε 250 σπόρους κακάο. Τα χρήματα χρησιμοποιούνταν κυρίως στα παζάρια, τα οποία διοργανώνονταν εβδομαδιαία στις μικρότερες πόλεις και καθημερινά στις μεγαλύτερες. Σύμφωνα με τον Κορτές, περίπου 60.000 άτομα επισκέπτονταν καθημερινά την αγορά της Τλατελόλκο, της αδελφής-πόλης της Τενοτστιτλάν. Στις αγορές μαζεύονταν όλων των ειδών οι πωλητές, από μικροεμπόρους, αγρότες και τεχνίτες που πουλούσαν τα προϊόντα τους, μέχρι επαγγελματίες εμπόρους, που γύριζαν στα παζάρια αναζητώντας κέρδη. Ξεχωριστή κατηγορία ήταν οι εξειδικευμένοι πωλητές, οι ποτστέκα (pochteca), οι οποίοι ήταν οργανωμένοι σε συντεχνίες. Αυτοί έκαναν δεκάδες ταξίδια σε ολόκληρη την κεντρική Αμερική για να ψάξουν αγαθά και να πουλήσουν τα εμπορεύματά τους. Ήταν μία κλειστή και πολύ ισχυρή τάξη στην αζτέκικη κοινωνία, και συχνά η περιουσία τους συγκρινόταν μόνο με των ευγενών. Η γη και οι παραγωγικές μονάδες δεν αποτελούσαν εμπορεύσιμα αγαθά, και παρέμεναν αποκλειστικά στα χέρια των αριστοκρατών.[17]

Μετακινήσεις

Η βασική συνεισφορά των Αζτέκων στις υποδομές των κατακτημένων πόλεων ήταν ένα ανεπτυγμένο οδικό δίκτυο το οποίο τις ένωνε. Στη μεσοαμερική, όπου δεν υπήρχαν υποζύγια (και ως εκ τούτου δεν είχαν επινοηθεί τα τροχοφόρα οχήματα), οι δρόμοι ήταν σχεδιασμένοι για πεζοπορία. Συνήθως αυτοί οι δρόμοι - αν και ορθότερη έννοια θα ήταν το μονοπάτι - παρέμεναν προσπελάσιμοι χάρη στο εμπόριο, και προσέφεραν στους ταξιδιώτες σημεία για φαγητό και ξεκούραση, καθώς και αποχωρητήρια, ανά 10 με 15 χιλιόμετρα. Οι ταχυδρόμοι της εποχής, οι παϊνάνι (paynani), ταξίδευαν συνεχώς σε αυτές τις διαδρομές, μεταφέροντας τα νέα και μεριμνώντας για τη λειτουργικότητα των διαδρομών.

Μυθολογία και θρησκεία

Κύριο λήμμα: Μυθολογία Αζτέκων
Ο Τλαουισκαλπαντεσούτλι (Tlahuizcalpantecuhtli), ο οποίος θεωρείτο επικίνδυνος και μοχθηρός θεός, ενώ τραυματίζει μια γυναίκα, στον κώδικα Μπόργκια.
Η Πέτρα του Ήλιου, γνωστή και ως «Ημερολόγιο των Αζτέκων», στο Εθνικό Μουσείο Ανθρωπολογίας της Πόλης του Μεξικού.
Απεικόνιση ανθρωποθυσιών από τον κώδικα Magliabechiano.
Η Κοατλίκουε (Cōātlīcue), η Μητέρα Θεά Γη των Αζτέκων. Εθνικό Μουσείο Ανθρωπολογίας της Πόλης του Μεξικού.

Υπάρχουν τουλάχιστον δύο καταγεγραμμένοι όροι των Μεσίκα αναφορικά με το μεταφυσικό: το tēōtl και το tēixiptla. Ο όρος tēōtl, τον οποίο οι Ισπανοί και οι Ευρωπαίοι λανθασμένα μετέφραζαν σαν «Θεό» ή «δαίμονα», αναφερόταν σε μία απρόσωπη, πανταχού παρούσα δύναμη ενώ, αντιθέτως, tēixiptla αποκαλούνταν οι υλικές αναπαραστάσεις (είδωλα, αγάλματα και αγαλματίδια) του tēōtl, όπως επίσης και όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες σχετικές με τη λατρεία, την αναπαράσταση και την ερμηνεία του. Οι «Θεοί» των Μεσίκα δεν υπήρχαν σαν μεμονωμένες οντότητες παρά μόνο σαν διαφορετικές απεικονίσεις (tēixiptla) της ίδιας δύναμης (tēōtl).[18]

Η λατρεία στον Ουιτζιλοπότστλι, τον θεό του πολέμου και του ήλιου, κατείχε κεντρική θέση στις θρησκευτικές, πολιτικές και κοινωνικές πρακτικές των Μεσίκα. Ο Ουιτζιλοπότστλι εξελίχθηκε σε κεντρική φιγούρα του πανθέου των Αζτέκων κάποια στιγμή μετά τη θεμελίωση της Τενοτστιτλάν και την ίδρυση του κράτους των Μεσίκα τον 14ο αιώνα. Μέχρι τότε ο Ουιτζιλοπότστλι ήταν ο θεός του κυνηγιού, της πλέον κομβικής δραστηριότητας των περιπλανώμενων φυλών που θα μετεξελίσσονταν στους Αζτέκους.

Σύμφωνα με τον μύθο, ο Ουιτζιλοπότστλι όρισε στους νομάδες να ιδρύσουν την πόλη τους στο σημείο όπου θα έβλεπαν ένα αετό να τρώει ένα φίδι, καθισμένος σε μία φραγκοσυκιά. (Σύμφωνα με τον ίδιο μύθο, ο Ουιτζιλοπότστλι σκότωσε τον ανιψιό του, τον Κόπιλ (Cópil), και έκρυψε την καρδιά του στη λίμνη Τεξκόκο. Προς τιμήν του φύτρωσε ένας κάκτος στο σημείο που ήταν θαμμένη η καρδιά του.) Σε αυτόν τον τόπο οι Μεσίκα έχτισαν την πρωτεύουσά τους, την Τενοτστιτλάν, και αυτή η εικόνα, του αετού στη φραγκοσυκιά, έγινε αρκετά χρόνια αργότερα το εθνόσημο του Μεξικού.

Σύμφωνα με την εξιστόρηση των γεγονότων από τους ίδιους τους Αζτέκους, όταν έφτασαν στην κοιλάδα του Μεξικού, οι πληθυσμοί που ζούσαν εκεί τους θεωρούσαν απολίτιστους. Δανείστηκαν μέρος της κουλτούρας τους από τους αρχαίους Τολτέκους, ενώ φαίνεται ότι μάλλον είχαν δυσκολίες να τους ξεχωρίσουν διακριτά από τον αρχαιότερο πολιτισμό του Τεοτιουακάν (Teōtīhuacān). Για τους Μεσίκα, οι Τολτέκοι ήταν οι θεμελιωτές όλου του πολιτισμού· στα νάουατλ η λέξη toltecayōtl ήταν συνώνυμο του πολιτισμού. Οι θρύλοι των Μεσίκα φαίνεται να ταυτίζουν τους Τολτέκους με τον πολιτισμό του Τεοτιουακάν και να συγχέουν τις - διαφορετικές - πρωτεύουσές τους μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, στη μεσοαμερικάνικη παράδοση ο όρος Τολάν (Tollan) έχει χρησιμοποιηθεί για δύο πρωτεύουσες διαφορετικών πολιτισμών - για την πόλη του Τεοτιουακάν και την Τούλα, την πρωτεύουσα των Τολτέκων. Μετά το Τεοτιουακάν, ο όρος Τολάν χρησιμοποιούνταν κατ' έθιμο για να προσδώσει κύρος και μεγαλοπρέπεια σε κάθε ισχυρή μεσοαμερικάνικη πόλη (Τούλα, Τσολούλα (Cholula), Τενοτστιτλάν). Οι Αζτέκοι φαίνεται να πίστευαν ότι ο όρος Τολάν αφορούσε την ίδια πόλη, την πρωτεύουσα των Τολτέκων.

Όπως όλοι οι μεσοαμερικάνικοι προκολομβιανοί πολιτισμοί, έτσι και οι Αζτέκοι είχαν τη δική τους εκδοχή του παραδοσιακού παιχνιδιού με μπάλα, η οποία λεγόταν ōllamaliztli στα νάουατλ. Το παιχνίδι παιζόταν με μία μπάλα από καουτσούκ, την olli, την οποία οι παίκτες προσπαθούσαν να περάσουν μέσα από πέτρινα δαχτυλίδια, χρησιμοποιώντας μονάχα τους αγκώνες, τους γοφούς και τα γόνατά τους. Το παιχνίδι είχε βαρύνουσα σημασία για τους Αζτέκους, όχι μόνο σαν άθλημα αλλά και σαν θρησκευτικό και πολιτικό τελετουργικό, ενώ επίσης πολύ συχνά οι θεατές στοιχημάτιζαν για την έκβαση του αγώνα.

Ανθρωποθυσίες

Η πρακτική των ανθρωποθυσιών ήταν διαδεδομένη σε όλη την κεντρική Αμερική, οι Αζτέκοι όμως, σύμφωνα με τις αναφορές τους, την εξέλιξαν σε πρωτοφανή επίπεδα. Παραδείγματος χάριν, για τον εξαγνισμό της Μεγάλης Πυραμίδας της Τενοτστιτλάν (γνωστής και ως Τέμπλο Μαγιόρ) πηγές των Αζτέκων αναφέρουν ότι θυσιάστηκαν 80.400 κρατούμενοι σε τέσσερις ημέρες, υποτιθέμενα από τον αυτοκράτορα Αουιτζότλ. Ο αριθμός αυτός, ο οποίος προτάθηκε από τον Αμερικανό ανθρωπολόγο Ρος Χάσιγκ (Ross Hassig, γεν. 1945) στο έργο του Aztec Warfare: Imperial Expansion and Political Control (1988), έχει αποτελέσει πεδίο αντιπαράθεσης για τους ακαδημαϊκούς και θεωρείται υπερβολικός. Ο κώδικας Τελεριάνο-Ρεμένσις περιέχει μαρτυρίες ιθαγενών για τα πεπραγμένα εκείνων των ημερών, εκτιμώντας τον συνολικό αριθμών των θυσιών σε 4.000.

Αναφορές των Τλαξκαλτέκων, βασικών εχθρών των Αζτέκων την εποχή της Ισπανικής εισβολής, δείχνουν ότι τουλάχιστον ορισμένοι θεωρούσαν τιμή να θυσιαστούν. Υπάρχει ένας διάσημος θρύλος για τον περίφημο Τλαξκαλτέκο πολεμιστή Τλαλουικόλε (Tlalhuicole, 1497 – 1518), ο οποίος αιχμαλωτίστηκε από τους Αζτέκους, αλλά εντυπωσίασε τόσο πολύ τον Μοντεζούμα Β΄ με τη ρώμη και τον χαρακτήρα του, που του έδωσε χάρη και τον έχρισε στρατηγό του στρατού των Αζτέκων, προς απογοήτευση του Τλαλουικόλε, ο οποίος επιθυμούσε - και κατάφερε τελικά - να θυσιαστεί τελετουργικά για να ξεπλύνει την ντροπή της ήττας του.

Τελετουργικές ανθρωποθυσίες τελούσαν και οι Τλαξκαλτέκοι, θυσιάζοντας αιχμάλωτους Αζτέκους.

Κοινωνική δομή

Η ανώτερη τάξη στην κοινωνία των Αζτέκων ονομαζόταν πιπίλτιν (pīpiltin) και ήταν αυτό που θα αποκαλούσαμε αριστοκρατία. Αν και αρχικά η θέση τους δεν ήταν κληρονομική, ήταν γεγονός ότι οι γιοί των pillis είχαν πρόσβαση σε καλύτερους πόρους και εκπαίδευση, οπότε ήταν ευκολότερο για εκείνους να ανελιχθούν σε pillis. Αργότερα το σύστημα κοινωνικής διαστρωμάτωσης απέκτησε κληρονομικά δικαιώματα.

Η δεύτερη τη τάξει ομάδα ήταν οι μασεουάλτιν (mācehualtin), οι οποίοι αρχικά ήταν αγρότες. Εκτιμήσεις του ανθρωπολόγου Εντουάρδο Νογουέρα (Eduardo Noguera) υπολογίζουν το ποσοστό των mācehualtin σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό των Αζτέκων στο 20%, προς τα ύστερα χρόνια της Τριπλής Συμμαχίας.[19] Το υπόλοιπο 80% της κοινωνίας αποτελούσαν οι πολεμιστές, οι τεχνίτες και οι έμποροι. Σταδιακά η πλειοψηφία των αγροτών μετατράπηκαν σε τεχνίτες και καλλιτέχνες. Τα προϊόντα που παρήγαγαν αποτελούσαν σημαντική πηγή εσόδων για τις πόλεις.[20]

Η τάξη των δούλων (tlacotin) έπαιζε επίσης σημαντικό ρόλο στην κοινωνία των Αζτέκων. Ένας ελεύθερος πολίτης μπορούσε να γίνει tlacotin εξαιτίας χρεών, σαν τιμωρία σε έγκλημα ή ως αιχμάλωτος πολέμου. Ένας δούλος μπορούσε να έχει περιουσία, ακόμα και άλλους δούλους, όμως με τον εξανδραποδισμό του όλα τα ζώα του και η περιουσία του κατέληγαν στον κύριό του. Συνήθως υπήρχαν δύο τρόποι να απελευθερωθεί ένας σκλάβος: εξαγοράζοντας την ελευθερία του, ή με το να παντρευτεί ή να κάνει παιδιά με τον αφέντη του. Άλλη, σπανιότερη περίπτωση, ήταν μετά τον θάνατο του κυρίου τους οι δούλοι με την πλέον αξιοσημείωτη απόδοση να απελευθερώνονταν. Οι υπόλοιποι μεταφέρονταν σαν μέρος της κληρονομιάς του θανόντα.

Οι εξειδικευμένοι έμποροι, οι ποτστέκα, οι οποίοι γύριζαν σε όλη την αυτοκρατορία ήταν μία μικρή αλλά σημαντική ομάδα, αφού όχι μόνο διευκόλυναν το εμπόριο και τη μετακίνηση αγαθών μεταξύ απομακρυσμένων περιοχών αλλά επίσης μετέφεραν ζωτικής σημασίας πληροφορίες εντός και εκτός συνόρων. Συχνά μάλιστα οι Αζτέκοι τους χρησιμοποιούσαν και ως κατασκόπους, χάρη στην ικανότητά τους να παρεισφρύουν σε γειτονικές πόλεις και να παρατηρούν.

Εκπαίδευση

Μέχρι την ηλικία των δεκατεσσάρων, την ευθύνη για την εκπαίδευση των παιδιών είχαν οι γονείς υπό την εποπτεία ειδημόνων από το κράτος. Μέρος αυτής της εκπαίδευσης αποτελούσε η εκμάθηση κανόνων, γνωμικών και πεποιθήσεων, που λέγονταν ουεουετλάτολι (huēhuetlàtolli, που στα νάουατλ σημαίνει «τα λεγόμενα των αρχαίων») και εμπεριείχαν τα ήθη, τη σοφία και τα ιδανικά των Αζτέκων.

Υπήρχαν δύο ειδών σχολεία: το telpochcalli για τεχνικές και στρατιωτικές σπουδές και το καλμέκακ για εξειδίκευση στην αστρονομία, τη γραφή, τη διοίκηση και τη θεολογία, μεταξύ άλλων.

Τέχνες

Huastec. Life-Death Figure, 900-1250Το αγαλματίδιο που απεικονίζει έναν άνδρα να κουβαλάει έναν ανθρώπινο σκελετό αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της τέχνης των Ουαστέκων (Huastec) και των Μεσίκα, και συμβολίζει τη δυαδικότητα της ζωής και του θανάτου. Στη μία πλευρά, αντιπροσωπεύοντας τη ζωή, ο άνδρας έχει τη μορφή του Κετζαλκόατλ, του θεού του ουρανού που δημιούργησε τους ανθρώπους. Αναγνωρίζεται από τα μενταγιόν που φοράει στα αυτιά σου σε σχήμα ανεστραμμένου J. Η φιγούρα του θανάτου, ένας σκελετός με την καρδιά να προεξέχει του σώματος, φορά περιλαίμιο και η φούστα του φέρει μοτίβο ημικυκλίων. Τα τελευταία συσχετίζονταν με τον Ήλιο και την Αφροδίτη. Μουσείο του Μπρούκλιν.
Μάσκα από τιρκουάζ του θεού της φωτιάς Σιουτεκούτλι, κατασκευής Αζτέκων ή Μιξτέκων. Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο.

Οι Αζτέκοι είχαν σε εκτίμηση τη μουσική και την ποίηση· σχεδόν σε κάθε εκδήλωση πραγματοποιούνταν μουσικές παρουσιάσεις και διαγωνισμοί ποίησης. Υπήρχαν επίσης δραματοποιημένα δρώμενα τα οποία περιλάμβαναν καλλιτέχνες, μουσικούς και ακροβάτες.

Έχει διασωθεί ένας αξιοσημείωτος όγκος αζτέκικης ποίησης, η οποία συγκεντρώθηκε κατά κύριο λόγο την εποχή της κατάκτησης της αυτοκρατορίας. Ορισμένα έργα αποδίδονται σε γνωστούς δημιουργούς, όπως ο Νεσαουαλκόγιοτλ (Nezahualcoyotl, 1402 - 1472), tlatoani της πόλης Τεξκόκο, και ο άρχοντας της Τεπέτσπαν (Tepechpan) Κουακουαούτζιν (Cuacuauhtzin, περ. 1410 - 1443), αλλά μέχρι και σήμερα η πατρότητα των έργων παραμένει υπό συζήτηση. Για τον Μιγκέλ Λεόν-Πορτίγια (Miguel León-Portilla, γεν. 1926), αξιοσέβαστο Μεξικανό ανθρωπολόγο και μελετητή των Νάουα, οι αληθινές σκέψεις των Αζτέκων εντοπίζονται στην ποίησή τους, απελευθερωμένες από την «επίσημη» αζτέκικη ιδεολογία.[21]

Η ποίηση στα νάουατλ λεγόταν in xochitl, in cuicatl, όρος ο οποίος μεταφράζεται «το λουλούδι και το τραγούδι», και χωριζόταν σε διάφορα είδη. Η γιαοσουικάτλ (yaocuicatl) ήταν αφιερωμένη στον πόλεμο και στους θεούς του, η τεοσουικάτλ (teocuicatl) στους θεούς, στους μύθους της δημιουργίας και στα λατρευτικά τελετουργικά, ενώ η σοτσισουικάτλ (xochicuicatl) στα λουλούδια και στη φύση. Η σύνδεση των λουλουδιών με την ποίηση για τους Αζτέκους δεν ήταν τυχαία: αντικατόπτριζε την αλληγορική φύση της τελευταίας, η οποία συχνά χρησιμοποιεί διάφορα «πέπλα» εννοιών (σαν τα πέταλα των λουλουδιών) για να εκφράσει τις ιδέες της. Υπήρχε επίσης πεζογραφία, η tlahtolli, η οποία χωριζόταν κι αυτή σε επιμέρους κατηγορίες και είδη.

Η σημαντικότερη συλλογή ποιημάτων των Αζτέκων είναι το Romances de los señores de Nueva España (Μπαλάντες των αρχόντων της Νέας Ισπανίας), τη συλλογή των οποίων μάλλον επιμελήθηκε ο Χουάν Μπαουτίστα Πομάρ (Juan Bautista Pomar, περ. 1535 - 1601), το 1582. Ο Πομάρ ήταν απόγονος του Νεσαουαλκόγιοτλ, ήταν δίγλωσσος και είχε ισπανικές ρίζες από την πλευρά του πατέρα του. Είχε βαπτιστεί χριστιανός, μιλούσε νάουατλ αλλά έγραφε με λατινικούς χαρακτήρες.

Αστικοποίηση και αρχιτεκτονική

Διακοσμητικό από τιρκουάζ σε μωσαϊκό πάνω σε σκαλισμένη ξύλινη βάση, κόκκινο και άσπρο περίβλημα για τα στόματα. Πιθανότατα το φορούσαν γύρω από το στήθος, κατασκευής Μιξτέκων. Διαστάσεις 20 επί 43 εκατοστά. Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο.[1].

Η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας των Αζτέκων ήταν η Τενοτστιτλάν, στα θεμέλια της οποίας σήμερα βρίσκεται η Πόλη του Μεξικού. Ήταν χτισμένη πάνω στα ελώδη νησιά της λίμνης Τεξκόκο, και η ρυμοτομία της ήταν τέτοια ώστε να χωρίζεται σε τέσσερα όμοια τμήματα, τα campans. Όλη την πόλη τη διέτρεχαν κανάλια, τα οποία χρησίμευαν στις μετακινήσεις.

Ο σχεδιασμός της πόλης υλοποιήθηκε έχοντας στο επίκεντρο τις λατρευτικές τελετουργίες των Αζτέκων - στο κέντρο της Τενοτστιτλάν δέσποζε, στα 50 μέτρα, ο Τέμπλο Μαγιόρ, ένας επιβλητικός ναός φτιαγμένος από πέτρα, αφιερωμένος σε δυο θεούς, τον Τλάλοκ και τον Ουιτζιλοπότστλι. Τα σπίτια ήταν συνήθως φτιαγμένα από ξύλο και πηλό και οι οροφές ήταν καλαμωτές.[22] Οι πυραμίδες, οι ναοί και τα ανάκτορα όμως ήταν κατασκευασμένα από πέτρα.

Μη έχοντας τη δυνατότητα να καλλιεργήσουν φυτά στις βαλτώδεις όχθες της λίμνης, οι Αζτέκοι ανέπτυξαν ένα σύστημα πλωτών κήπων (chinampa), βασισμένοι στην υδροπονία. Τα τσινάμπας ήταν σχεδίες από καλάμια και ρίζες, οι οποίες επικαλύπτονταν με ένα λεπτό στρώμα χώματος από τον πάτο της λίμνης και επέπλεαν στο νερό. Ήταν μία αποδοτική μέθοδος καλλιέργειας, που μπορούσε να αποφέρει έως επτά σοδειές το έτος. Με τα δεδομένα των σύγχρονων αντίστοιχων καλλιεργειών, υπολογίζεται ότι 10 στρέμματα τσινάμπας μπορούσαν να θρέψουν 20 άτομα ετησίως, άρα 90.000 στρέμματα αρκούσαν για πληθυσμό 180.000 ανθρώπων.[23]

Ο ανθρωπολόγος Εντουάρδο Νογουέρα υπολόγισε τον πληθυσμό της Τενοτστιτλάν σε περίπου 200.000, λαμβάνοντας υπόψη του τον αριθμό των κατοικιών και προσθέτοντας σε αυτόν τον πληθυσμό της Τλατελόκλο (ιδρύθηκε ως ανεξάρτητη πόλη αλλά σύντομα απορροφήθηκε από την Τενοτστιτλάν κι έγινε προάστιό της). Αν σε αυτόν τον αριθμό συνυπολογίσουμε τους κατοίκους των παρόχθιων περιοχών και των υπόλοιπων νησιών, οι εκτιμήσεις κυμαίνονται από 300.000 μέχρι 700.000 ανθρώπους.[23]

Γεωργία

Αποθήκευση καλαμποκιού. Σχέδιο από τον Φλωρεντιανό κώδικα.

Οι Αζτέκοι, στα χρόνια που προηγήθηκαν της εισβολής των Ισπανών, είχαν τέσσερις βασικές μεθόδους γεωργίας. Η αρχαιότερη και πιο απλή από αυτές ήταν η λεγόμενη «καλλιέργεια βροχόπτωσης» (rainfall cultivation), στην οποία, όπως υποδηλώνει και το όνομά της, κύριο ρόλο παίζει το νερό της βροχής. Είναι η μέθοδος καλλιέργειας με τη μικρότερη ανάγκη ανθρώπινης παρέμβασης. Καθώς όμως ο πληθυσμός των Αζτέκων αυξανόταν, οι αγρότες στράφηκαν σε περισσότερο αποδοτικές καλλιέργειες, οι οποίες ανάλογα με τις περιοχές όπου υιοθετήθηκαν είχαν δύο μορφές: στις απόκρημνες ή βραχώδεις εκτάσεις χρησιμοποιούνταν οι αναβαθμίδες ή πεζούλες, ενώ στις πεδιάδες, εκτεταμένα δίκτυα καναλιών και φραγμάτων φρόντιζαν για την άρδευση. Με αυτή την τεχνική οι Αζτέκοι εξασφάλιζαν συγκομιδή σε τακτική βάση. Τα αρδευτικά συστήματα των Αζτέκων, με τις διώρυγες αλλά και την εκτροπή μεγάλου μέρους του ποταμού Κουαουτίτλαν (Cuauhtitlan) προς τις πεδινές εκτάσεις, διακρίνονταν για την έκταση και την πολυπλοκότητά τους.

Στις βαλτώδεις εκτάσεις γύρω από τη λίμνη Σοτσιμίλκο (xochimilco), η οποία συνδεόταν με τη λίμνη Τεξκόκο με μία στενή υδάτινη δίοδο, οι Αζτέκοι ανέπτυξαν τη χαρακτηριστικότερη μέθοδο καλλιέργειας της μεσοαμερικανικής γεωργίας, τα τσινάμπας. Τα τσινάμπας ήταν κομμάτια υπερυψωμένης γης, κατασκευασμένα από στρώσεις λάσπης από τον πάτο της λίμνης και κομπόστ. Ανάμεσα στους πλωτούς κήπους υπήρχαν στενά κανάλια, τα οποία χρησιμοποιούσαν οι αγρότες για να μετακινούνται με κανό. Για να μπορέσουν να τα καλλιεργήσουν, οι αγρότες αρχικά έφτιαχναν ένα στρώμα καλαμιών, στο οποίο φύτευαν τους σπόρους και τους άφηναν να φυτρώσουν. Μόλις έβγαιναν, μεταφυτεύονταν στα τσινάμπας. Αυτή η τεχνική μείωνε σημαντικά τον χρόνο ανάπτυξης των φυτών.

Οι Αζτέκοι πιστώνονται επίσης την εξημέρωση ενός αυτόχθονου είδους άγριας γαλοπούλας, της Meleagris gallopavo.[24]

Εκτός των μεγάλων αγροτικών εκτάσεων μακριά από τα αστικά κέντρα, οι Αζτέκοι συνήθιζαν να έχουν μικρότερης κλίμακας κήπους στα σπίτια τους, εντός των πόλεων. Εκεί κάθε οικογένεια καλλιεργούσε τα απολύτως απαραίτητα, από καλαμπόκι και φρούτα μέχρι βότανα, φαρμακευτικά φυτά και χόρτα.

Η σημαντικότερη καλλιέργεια για τους Αζτέκους ήταν το καλαμπόκι. Κατείχε κεντρικό ρόλο στη διατροφή τους, ακριβώς όπως το σιτάρι για την Ευρώπη και το ρύζι για τη νοτιοανατολική Ασία. Ως εκ τούτου, η καλλιέργειά του ήταν εκτεταμένη, από τα πεδινά χωράφια και τις ορεινές πλαγιές μέχρι τα τσινάμπας. Οι γυναίκες άλεθαν σπόρους καλαμποκιού χρησιμοποιώντας δύο πέτρες, μία στρογγυλεμένη πέτρα (mano) πάνω σε μία επίπεδη (metate), και από το καλαμποκάλευρο που παρήγαγαν παρασκεύαζαν τις τορτίγιας (tortilla), τις διάσημες λεπτές μαλακές πίτες που καταναλώνονται μέχρι και σήμερα. Άλλες βασικές καλλιέργειες των Αζτέκων, επίσης εκτεταμένες, ήταν το αβοκάντο, τα φασόλια, η κολοκύθα, η γλυκοπατάτα, η τομάτα, οι σπόροι τσία (ανήκει στην οικογένεια της μέντας και εξαίρεται στις μέρες μας για τα διατροφικά της οφέλη), ο αμάρανθος και η πιπεριά τσίλι. Βαμβάκι, φρούτα, κακάο και καουτσούκ καλλιεργούνταν αποκλειστικά στις πεδιάδες της αυτοκρατορίας.

Δεσμοί με τους υπόλοιπους μεσαοαμερικανικούς πολιτισμούς

Χαρακτηριστικό δείγμα ουίπιλ. Το συγκεκριμένο αποκαλείται La Malinche, γιατί θεωρήθηκε λανθασμένα πως ανήκε στη Μαλίντσε (Malinche, 1496/1501 - περ. 1529), την αυτόχθονα διερμηνέα, ερωμένη και μητέρα του πρώτου παιδιού του Ερνάν Κορτές, Μαρτίν Κορτές (Martín Cortés, 1523 - 1595).

Η εκτίμηση που έτρεφαν οι Αζτέκοι για τη δεξιοτεχνία των Μιξτέκων (Mixtec) ήταν τέτοια ώστε ζητούσαν από τους τεχνίτες να ακολουθούν συγκεκριμένες τεχνοτροπίες της μιξτέκικης τέχνης στα έργα τους. Θαύμαζαν επίσης τους κώδικες των Μιξτέκων και μερικοί από τους αζτέκικους κώδικες είχαν φτιαχτεί από Μιξτέκους καλλιτέχνες. Στα ύστερα χρόνια της Αυτοκρατορίας των Αζτέκων οι γυναίκες της υψηλής κοινωνίας άρχισαν να ντύνονται με ρούχα των Μιξτέκων, κυρίως το κετσκέμιτλ (Quechquemitl), ένα είδος γυναικείου πόντσο. Φοριόταν πάνω από το παραδοσιακό ένδυμα (Huipil) και το εποφθαλμιούσαν οι γυναίκες που δεν μπορούσαν να αγοράσουν τόσο ακριβά εισαγόμενα αγαθά.

Συνήθως οι αρχαιολόγοι δεν δυσκολεύονται να ξεχωρίσουν τα ευρήματα μεταξύ Αζτέκων και Μιξτέκων. Αυτό όμως που δυσχεραίνει την κατηγοριοποίηση είναι ότι, επειδή μερικά από τα προϊόντα των Μιξτέκων προορίζονταν να πωληθούν ως «αυθεντική» αζτέκικη τέχνη, οι διαφορές τους είναι ελάχιστες και δυσδιάκριτες.

Κληρονομιά των Αζτέκων σήμερα

Η πλειοψηφία των σύγχρονων Μεξικανών (καθώς και ανθρώπων με μεξικανική καταγωγή που ζουν σε άλλες χώρες) έχει πολυφυλετική καταγωγή: μία μίξη των αυτοχθόνων λαών της κεντρικής Αμερικής με τους ευρωπαίους κατακτητές. Αυτοί οι άνθρωποι στα ισπανικά αποκαλούνται μεστίθος (mestizos). Κατά τον 16ο αιώνα ξεκίνησε η μεταβολή των δημογραφικών χαρακτηριστικών του Μεξικού, καθώς εξελίχθηκε από μία κοινωνία με δύο διακριτές φυλετικές ομάδες (τους Μεσίκα και διάφορους ιθαγενείς πληθυσμούς και τους Ισπανούς) σε έναν πληθυσμό ο οποίος αποτελούνταν ως επί το πλείστον από μεστίθος, όπως ισχύει έως σήμερα στο Μεξικό.

Η νάουατλ σήμερα ομιλείται από περίπου 1,5 εκατ. ανθρώπους, κυρίως στις ορεινές περιοχές των κεντρικών πολιτειών του Μεξικού. Έχει επηρεάσει, σε διαφορετικό βαθμό, τις τοπικές διαλέκτους, τα μεξικάνικα και τα παγκόσμια ισπανικά. Μερικές νάουατλ λέξεις μεταφέρθηκαν μέσω των ισπανικών σε δεκάδες άλλες γλώσσες σε όλο τον κόσμο, ανάμεσά τους και στα ελληνικά. Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα είναι η σοκολάτα (xocolātl) και η τομάτα (tómatl).

Η Πόλη του Μεξικού έχει χτιστεί στα ερείπια της Τενοτστιτλάν, κάνοντας την έτσι μία από τις αρχαιότερες εν χρήσει πόλεις της αμερικανικής ηπείρου. Αρκετές από τις συνοικίες και τα αξιοθέατά της έχουν κρατήσει τα νάουατλ ονόματά τους, και πολλές πόλεις του Μεξικού και της κεντρικής Αμερικής διατηρούν τις νάουατλ ονομασίες τους (ανεξαρτήτως αν υπήρξαν πόλεις ναουτλόφωνων ή μη πληθυσμών). Μερικές από τις ονομασίες των πόλεων είναι μίγμα νάουατλ και ισπανικών.

Η σύγχρονη μεξικάνικη κουζίνα έχει λάβει σημαντικές επιρροές από την κουζίνα των Αζτέκων και χρησιμοποιεί συχνά τα ίδια υλικά που καλλιεργούνταν στην κεντρική Αμερική από την προκολομβιανή περίοδο, τα περισσότερα εκ των οποίων μάλιστα διατηρούν ένα τουλάχιστον μέρος της αρχικής τους ονομασίας. Η μεξικάνικη κουζίνα έχει εισχωρήσει με μεγάλη επιτυχία σε πολλές χώρες, όπως στις Η.Π.Α. (όπου σύμφωνα με μετρήσεις του 2014 κατοικούν περίπου 35 εκατ. άνθρωποι μεξικάνικης καταγωγής) και στην Ελλάδα, προσαρμοζόμενη κάθε φορά στα τοπικά γούστα.

Το εθνόσημο του Μεξικού απεικονίζει τη σημαντικότερη στιγμή της μεταναστευτικής ιστορίας των Μεσίκα, την εικόνα η οποία αποτέλεσε το έναυσμα για τη θεμελίωση της Τενοτστιτλάν.

Ιστοριογραφία

Πριν τον 19ο αιώνα και την ανάπτυξη της αρχαιολογίας στο Μεξικό, η βασική πηγή ανασύστασης και κατανόησης του πολιτισμού των Αζτέκων για τους ιστορικούς ήταν η δική τους ερμηνεία στα αρχαία χειρόγραφα. Η εξέλιξη όμως της αρχαιολογικής επιστήμης επέτρεψε την επανεξέταση και διόρθωση σε κάποιες περιπτώσεις μερικών λανθασμένων εκτιμήσεων και αλληλοσυγκρουόμενων μαρτυριών στα πρωτότυπα κείμενα. Πλέον, η ακαδημαϊκή μελέτη της αυτοκρατορίας των Αζτέκων βασίζεται σε επιστημονικές - και συχνά διεπιστημονικές - μεθόδους.

Κώδικες Αζτέκων

Απεικόνιση του Τλάλοκ, θεού των βροχών και της γονιμότητας, από τον κώδικα Ρίος. Οι Αζτέκοι τον φοβόντουσαν, και για να τον εξευμενίσουν πραγματοποιούσαν τελετουργικές θυσίες παιδιών, συνήθως μέσω πνιγμού.

Οι ελάχιστοι σωζόμενοι κώδικες που χρονολογούνται πριν τους Ισπανούς έχουν κυρίως τελετουργικές αναφορές. Αυτοί που τους ακολούθησαν, όπως ο κώδικας Μενδόσα ή ο Ρίος, ναι μεν δημιουργήθηκαν από ιθαγενείς καλλιτέχνες - οι οποίοι αποκαλούνταν τλακουίλος (tlacuilos) - αλλά βρίσκονταν υπό τον έλεγχο και την εποπτεία των ισπανικών αρχών. Η πιθανότητα η επιρροή των Ισπανών να διαμόρφωσε το τελικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να παραλειφθεί. Ο Ιτζκόατλ, ο τέταρτος ηγέτης των Αζτέκων και ιδρυτής της αυτοκρατορίας τους, ο οποίος κατέστρεψε όλα τα προγενέστερά του κείμενα για πολιτικό-θρησκευτικούς λόγους, καθώς και ο Επίσκοπος Χουάν ντε Θουμάραγκα (Juan de Zumárraga, 1468 - 1548), ο οποίος έκαψε όσα χειρόγραφα αυτοχθόνων κατάφερε να συγκεντρώσει για να προωθήσει τον εκχριστιανισμό των ιθαγενών[25], συρρίκνωσαν σημαντικά τον σωζόμενο όγκο των αζτέκικων κωδίκων.

Κονκισταδόρες

Οι αναφορές των κονκισταδόρες αντικατοπτρίζουν ανθρώπους οι οποίοι συνάντησαν έναν νέο πολιτισμό και προσπάθησαν να τον ερμηνεύσουν με τα δικά τους κριτήρια. Ο Κορτές ηγείτο της αποστολής και οι επιστολές του στον Κάρολο Ε' (Charles V, 1500 - 1558) αποτελούν ανεκτίμητες μαρτυρίες ενός εκ των πρωταγωνιστών της ιστορίας. Δυστυχώς, ένα από τα γράμματα του Κορτές έχει χαθεί και αντικατασταθεί με μεταγενέστερο κείμενο, ενώ και τα υπόλοιπα έχουν λογοκριθεί εκτεταμένως πριν τη δημοσιοποίησή τους. Όπως και να έχει, οι καταγραφές του Κορτές δεν αποτελούν μία νηφάλια και αντικειμενική ματιά στα τεκταινόμενα αλλά μία προσπάθεια από πλευράς του να δικαιολογήσει τις ενέργειές του, να προβάλει τις επιτυχίες της αποστολής και να αποκρύψει τις αποτυχίες.

Ο Μπερνάλ Ντίαθ ντελ Καστίγιο ήταν μέλος της ομάδας του Κορτές, και αποτύπωσε τις εμπειρίες του σε ένα βιβλίο με τον τίτλο "Historia verdadera de la conquista de la Nueva España"[26] (Πραγματική ιστορία της κατάκτησης της Νέας Ισπανίας, 1632). Στο βιβλίο, ο Ντίαθ παρουσιάζει την προσωπική του ματιά στα γεγονότα που οδήγησαν στην κατάκτηση της Τενοτστιτλάν, καθώς και την εντύπωση που του προκάλεσαν τελετουργικά των ιθαγενών, όπως οι ανθρωποθυσίες και ο κανιβαλισμός. Οι περιγραφές του Ντίαθ είναι γλαφυρές, όμως οι περισσότεροι ιστορικοί τις θεωρούν αναξιόπιστες και υπερβολικές, μιας και ο Ισπανός κονκισταδόρ ολοκλήρωσε το χειρόγραφό του αρκετές δεκαετίες μετά τα γεγονότα, δεν έμαθε ποτέ καμία ντόπια γλώσσα, ούτε κρατούσε σημειώσεις στη διάρκεια των ετών για τα οποία γράφει.

Όσον αφορά το έργο του Φρανθίσκο Λόπεθ ντε Γκόμαρα (Francisco López de Gómara, 1511 - 1566), Historia general de las Indias (Γενική ιστορία της Νέας Γης, 1552), αποτελεί στην ουσία έμμεση μαρτυρία των πεπραγμένων, καθώς ο σεβιγιάνος ιστορικός δεν ταξίδεψε ποτέ στην αμερικάνικη ήπειρο και οι μόνες πηγές του ήταν οι διηγήσεις του Κορτές και των ανδρών του.

Ιερείς και λόγιοι

Ο μοναχός Μπερναρδίνο ντε Σααγούν.

Σημαντικές πηγές αποτελούν και οι αναφορές των πρώτων πνευματικών ανθρώπων που επισκέφθηκαν τη νέα ήπειρο, αν και αντανακλούν τη θρησκεία και την κουλτούρα τους. Οι ιεραπόστολοι Ντουράν (Diego Durán, περ. 1537 - 1588), Μοτολίνια (Toribio de Benavente Motolinia, 1482 - 1568) και Μεντιέτα (Gerónimo de Mendieta, 1525 - 1604) έγραψαν έχοντας στο νου τους τη δική τους θρησκεία - ο Ντουράν μάλιστα πάσχισε να αποδείξει ότι οι Αζτέκοι ήταν μία από τις χαμένες φυλές του Ισραήλ. Ο Μπαρτολομέ ντε λας Κάσας (Βαρθολομαίος ντε λας Κάζας, 1484 - 1566) έγραψε απολογητικά μία πύρινη επιστολή στον «Υψηλότατο και Παντοδύναμο κύριο, τον πρίγκιπα της Ισπανίας, δον Φίλιππο» (sic), κατηγορώντας τους κονκισταδόρες για ανείπωτες βαρβαρότητες εις βάρος των ιθαγενών, ενώ διάφοροι άλλοι συγγραφείς προσπάθησαν να συνθέσουν μία εικόνα των προ της κατάκτησης μεσοαμερικανικών πολιτισμών, όπως οι Χοσέ ντε Ακόστα (José de Acosta, 1539 - 1600) και Πέτρος Μάρτυς της Ανγκιέρα (Pedro Mártir de Anglería, 1457 - 1526).

Αναμφισβήτητα, οι πιο αξιομνημόνευτες πηγές για τους Αζτέκους είναι τα χειρόγραφα του Μπερναρδίνο ντε Σααγούν, ο οποίος συνεργάστηκε με τους εναπομείναντες σοφούς των Μεσίκα, και τους δίδαξε το Λατινικό αλφάβητο. Ο Μπερναρδίνο κράτησε μυστική την ταυτότητα των ιθαγενών, υπό τον φόβο ισπανικών διώξεων, και έγραψε ο ίδιος μία λογοκριμένη εκδοχή του κώδικα των Αζτέκων. Το πρωτότυπο κείμενο, γραμμένο στα νάουατλ με λατινικό αλφάβητο, μεταφράστηκε πλήρως πρώτη φορά τον 20ό αιώνα, αποκαλύπτοντας τον βαθμό της λογοκρισίας που είχε υποστεί η ισπανική έκδοση. Ο πρωτότυπος κώδικας είναι σήμερα γνωστός ως Φλωρεντιανός Κώδικας ή Κώδικας της Φλωρεντίας.

Αζτέκοι συγγραφείς

Άλλες σημαντικές πηγές είναι τα έργα ιθαγενών και μεστίθο συγγραφέων, συνήθως απογόνων των ανώτατων κοινωνικών τάξεων. Μερικοί διάσημοι τέτοιοι συγγραφείς είναι οι Ντον Φερνάνδο Αλβαράδο Τεζοζόμοκ (Don Fernando Alvarado Tezozómoc), Τσιμαλπάιν (Chimalpahin, 1579 - 1660), Χουάν Μπαουτίστα Πομάρ και Φερνάνδο ντε Άλβα Κορτές Ιξτλιλξότσιτλ (Fernando de Alva Cortés Ixtlilxóchitl, περ. 1568 - 1648). Ο τελευταίος, παραδείγματος χάριν, έγραψε την ιστορία της γενέτειράς του, Τεξκόκο, από μία χριστιανική οπτική. Παραλληλίζει τον πρόγονό του, Νεσαουαλκογιότλ, με τον Σολομώντα και τον παρουσιάζει ως μονοθεϊστή και επικριτή των ανθρωποθυσιών.

Ο Ντιέγκο Μουνιόθ Καμάργο (Diego Muñoz Camargo, περ. 1529 - 1599), ένας μεστίθο από την Τλαξκάλα, επιμελήθηκε το "History of Tlaxcala" (Η ιστορία της Τλαξκάλα), περίπου έξι δεκαετίες μετά την κατάκτησή της από τους Ισπανούς. Σε σημεία του έργου του διαφαίνεται μεροληψία υπέρ της γενέτειράς του.

Αζτέκοι αυτοκράτορες

Χρονολόγιο

  • 1100 Οι Αζτέκοι εγκαταλείπουν την πατρίδα του σε αναζήτηση νέας γης.
  • 1195 Οι Αζτέκοι φθάνουν στην κοιλάδα του Μεξικού.
  • 1250 Εγκαθίστανται κοντά στη λίμνη Τεξκόκο.
  • 1325 Ίδρυση της Τενοτστιτλάν. Κτίσιμο του πρώτου ναού.
  • 1350 Χτίζονται υπερυψωμένοι δρόμοι και κανάλια.
  • 1370 Πεθαίνει ο Τένοτς, ιερέας-κυβερνήτης των Αζτέκων. Οι Αζτέκοι κυβερνώνται από τους Τεπανέκους.
  • 1375 Ο Ακαμαπίτστλι (Acamapichtli) γίνεται πρώτος κυβερνήτης των Αζτέκων.
  • 1400 Οι Τεπανέκοι ηττώνται. Οι Αζτέκοι εξαπλώνονται και κυριαρχούν σε όλη την κοιλάδα.
  • 1428 Οι Αζτέκοι συμμετέχουν στην Τριπλή Συμμαχία.
  • 1440 Διακυβέρνηση του Μοκτεζούμα Ι.
  • 1452 Καταστροφή της Τενοτστιτλάν από πλημμύρα.
  • 1452 Λιμός.
  • 1458 Ο Μοκτεζούμα στέλνει τις στρατιές του να κατακτήσουν νέα γη.
  • 1469 Θάνατος του Μοκτεζούμα Ι.
  • 1486 Διακυβέρνηση του Αουίζοτλ (Ahuízotl).
  • 1487 Κτίζεται ο Μεγάλος ναός της Τενοτστιτλάν. Οι Αζτέκοι εξαπλώνονται νότια, στις περιοχές των Μάγια.
  • 1502 Γίνεται κυβερνήτης ο Μοκτεζούμα II. Το απόγειο της αυτοκρατορίας των Αζτέκων.
  • 1519 Ο Κορτές έρχεται στο Μεξικό. Θάνατος του Μοκτεζούμα ΙΙ.
  • 1520 Διακυβέρνηση του Κουιτλάουακ (Cuitláhuac).
  • 1521 Καταστροφή της Τενοτστιτλάν. Ο Κουαουτέμοκ παραδίνει στο Κορτές.
  • 1522 Η Τενοτστιτλάν ξανακτίζεται. Ονομάζεται Νέο Μεξικό και ανακηρύσσεται πρωτεύουσα της ισπανικής αποικίας Νέα Ισπανία.

Παραπομπές

  1. «Online Etymology Dictionary». etymonline.com. 
  2. Campbell 1997
  3. Miguel Leon Portilla (2000). «Aztecas, disquisiciones sobre un gentilicio». Estudios de la cultura nahuatl, σελ. 6. 
  4. 4,0 4,1 Smith 1997, σελίδες 4–7
  5. Smith 2001, σελίδες 250–252
  6. Smith 1997, σελίδες 49–58
  7. Smith 1997, σελίδες 174–175
  8. Smith 1997, σελίδες 176–182
  9. Smith 1984, σελ. 173
  10. Allan, Tony. Voyages of Discovery. σελ. 142. ISBN 0-7054-0981-3. 
  11. Silent Killers of the New World
  12. Motyl, Alexander J. (2001). Imperial Ends: The Decay, Collapse, and Revival of Empires. New York: Columbia University Press. σελίδες 13, 19–21, 32–36. ISBN 0-231-12110-5. 
  13. Berdan, et al. (1996), Aztec Imperial Strategies. Dumbarton Oaks, Washington, DC
  14. Smith, Michael E. (2000), Aztec City-States. In A Comparative Study of Thirty City-State Cultures, επιμέλεια Mogens Herman Hansen, σελίδες 581–595. The Royal Danish Academy of Sciences and Letters, Copenhagen.
  15. The Codex Mendoza, επιμέλεια F. Berdan and P. Anawalt, University of California Press, 1992
  16. Smith, Life in the Provinces of the Aztec empire, Scientific American, September 1997
  17. Smith, The Aztecs, 2η έκδοση, κεφάλαιο 5
  18. Boone, 1989
  19. Annals of Anthropology, UNAM, Τόμος xi, 1974, σελ. 56
  20. Sanders, William T., Settlement Patterns in Central Mexico. Handbook of Middle American Indians, 1971, Τόμος 3, σελ. 3–44.
  21. León-Portilla, Broken Spears
  22. «Azteken». Winkler Prins encyclopedia (8ή έκδοση). 1975. 
  23. 23,0 23,1 Eduardo Noguera (1974). «Sitios de Ocupacion de la periferia de Tenochtitlan». Anales de Antropologia,UNAM (XI έκδοση). 
  24. C. Michael Hogan. 2008. Wild turkey: Meleagris gallopavo, GlobalTwitcher.com, ed. N. Stromberg
  25. Holtker, George," Studies in Comparative Religion, Τόμος 1/5, "The Religions of Mexico and Peru", Catholic Truth Society.
  26. Historia Verdadera de la Conquista de la Nueva España, Escrita por el Capitan Bernal Diaz del Castillo, uno de sus conquistadores — Εκδόθηκε στα Ισπανικά από τον οίκο Fernandez, Editores S.A. στην Πόλη του Μεξικού


Προτεινόμενη βιβλιογραφία

Berdan, Frances (1982). The Aztecs of Central Mexico: An Imperial Society. Case Studies in Cultural Anthropology. Νέα Υόρκη: Holt, Rinehart & Winston. ISBN 0-03-055736-4. OCLC 7795704. 
Berdan, Frances· Blanton, Richard E.· Hill Boone, Elizabeth· Hodge, Mary G.· Smith, Michael E.· Umberger, Emily (1996). Aztec Imperial Strategies. Ουάσινγκτον: Dumbarton Oaks Research Library and Collection. ISBN 0-88402-211-0. OCLC 27035231. 
Boone, Elizabeth Hill (1989). Incarnations of the Aztec Supernatural: The Image of Huitzilopochtli in Mexico and Europe. Transactions of the American Philosophical Society. Φιλαδέλφεια: American Philosophical Society. ISBN 0-87169-792-0. OCLC 20141678. 
Boone, Elizabeth Hill (2000). Stories in Red and Black: Pictorial Histories of the Aztec and Mixtec. Ώστιν: University of Texas Press. ISBN 0-292-70876-9. OCLC 40939882. 
Carrasco, David (1982). Quetzalcoatl and the Irony of Empire: Myths and Prophecies in the Aztec Tradition. Σικάγο: University of Chicago Press. ISBN 0-226-09487-1. OCLC 0226094871. 
Carrasco, David (1999). City of Sacrifice: The Aztec Empire and the Role of Violence in Civilization. Βοστώνη: Beacon Press. ISBN 0-8070-4642-6. OCLC 41368255. 
Carrasco, Pedro (1999). The Tenochca Empire of Ancient Mexico: The Triple Alliance of Tenochtitlan, Tetzcoco, and Tlacopan.  Text " ISBN 0-8061-3144-6" ignored (βοήθεια); Unknown parameter |publiser= ignored (|publisher= suggested) (βοήθεια)
Chimalpahin Quauhtlehuanitzin, Domingo de San Antón Muñón (1997) [περ.1621]. Codex Chimalpahin, vol. 1. Arthur J.O. Anderson και Susan Schroeder (εκδότης και μεταφραστής). University of Oklahoma Press. ISBN 978-0-8061-2921-1. OCLC 36017075. 
Chimalpahin Quauhtlehuanitzin, Domingo de San Antón Muñón (1997) [περ.1621]. Codex Chimalpahin, vol. 2. Arthur J.O. Anderson και Susan Schroeder (εκδότης και μεταφραστής). University of Oklahoma Press. ISBN 978-0-8061-2950-1. OCLC 36017075. 
Clendinnen, Inga (1991). Aztecs: An InterpretationΑπαιτείται δωρεάν εγγραφή. Κέιμπριτζ: Cambridge University Press. ISBN 0-521-40093-7. OCLC 22451031. 
Davies, Nigel (1973). The Aztecs: A History. Λονδίνο: Macmillan. ISBN 0-333-12404-9. OCLC 805418. 
Díaz del Castillo, Bernal (1963) [1632]. Historia verdadera de la conquista de la Nueva España (The Conquest of New Spain)Απαιτείται δωρεάν εγγραφή. Penguin Classics. J. M. Cohen (μετάφραση). Χάρμοντσγουορθ, Αγγλία: Penguin Books. ISBN 0-14-044123-9. OCLC 162351797. 
Durán, Diego (1994) [c.1581]. The History of the Indies of New Spain. Doris Heyden (μετάφραση και επιμέλεια). Νόρμαν: University of Oklahoma Press. ISBN 0-8061-2649-3. OCLC 29565779. 
Durán, Diego (1971) [1574–79]. Book of the Gods and Rites and The Ancient Calendar. Μετάφραση και επιμέλεια Fernando Horcasitas και Doris Heyden. Νόρμαν: University of Oklahoma Press. ISBN 0-8061-0889-4. OCLC 149976. 
Gibson, Charles. (1964). The Aztecs Under Spanish Rule. Στάνφορντ: Stanford University Press. 
Gillespie, Susan D. (1989). The Aztec Kings: the Construction of Rulership in Mexica History. Τουσόν: University of Arizona Press. ISBN 0-8165-1095-4. OCLC 19353576. 
Graulich, Michel (1997). Myths of Ancient Mexico. Νόρμαν: University of Oklahoma Press. ISBN 0-8061-2910-7.  Unknown parameter |otehrs= ignored (βοήθεια)
Gruzinski, Serge (1992). The Aztecs: The Rise and Fall of an Empire. Νέα Υόρκη: Harry N. Abrams. ISBN 0-8109-2821-3.
Hassig, Ross (1985). Trade, Tribute, and Transportation: The Sixteenth-Century Political Economy of the Valley of Mexico. Νόρμαν: University of Oklahoma Press. ISBN 0-8061-1911-X. OCLC 11469622. 
Hassig, Ross (1988). Aztec Warfare: Imperial Expansion and Political Control. Νόρμαν: University of Oklahoma Press. ISBN 0-8061-2121-1. OCLC 17106411. 
Hassig, Ross (1992). War and Society in Ancient Mesoamerica. Μπέρκλεϋ: University of California Press. ISBN 0-520-07734-2. OCLC 25007991. 
Hassig, Ross (2001). Time, History, and Belief in Aztec and Colonial Mexico. Όστιν: University of Texas Press. ISBN 0-292-73139-6. OCLC 44167649. 
León-Portilla, Miguel (1992) [1959]. The Broken Spears: The Aztec Account of the Conquest of MexicoΑπαιτείται δωρεάν εγγραφή. Ángel María Garibay K. (μετάφραση στα Ισπανικά από τα Νάουατλ), Lysander Kemp (μετάφραση στα Αγγλικά), Alberto Beltran (εικονογράφηση). Βοστώνη: Beacon Press. ISBN 0-8070-5501-8. 
León-Portilla, Miguel (1963). Aztec Thought and Culture: A Study of the Ancient Náhuatl Mind. Jack Emory Davis (μετάφραση). Νόρμαν: University of Oklahoma Press. ISBN 0-8061-2295-1. OCLC 23373512. 
León-Portilla, Miguel (2002). Bernardino de Sahagun, First Anthropologist. Mauricio J. Mixco (μετάφραση). Νόρμαν: University of Oklahoma Press. ISBN 0-8061-3364-3. OCLC 47990042. 
Lockhart, James (1991). Nahuas and Spaniards: Postconquest Mexican History and Philology. Στάνφορντ και Λος Άντζελες: Stanford University Press και UCLA Latin American Center Publications. ISBN 0-8047-1953-5. OCLC 23286637. 
Lockhart, James (1992). The Nahuas After the Conquest: A Social and Cultural History of the Indians of Central Mexico, Sixteenth Through Eighteenth Centuries. Στάνφορντ: Stanford University Press. ISBN 0-8047-1927-6. OCLC 24283718. 
Lockhart, James· επιμέλεια και μετάφραση (1993). We People Here: Nahuatl Accounts of the Conquest of Mexico. Μπέρκλεϋ: University of California Press. ISBN 0-520-07875-6. OCLC 24703159. 
López Austin, Alfredo (1997). Tamoanchan, Tlalocan: Places of Mist. μετάφραση των Bernard R. Ortiz de Montellano και Thelma Ortiz de Montellano. Niwot: University Press of Colorado. ISBN 0-87081-445-1. OCLC 36178551. 
López Luján, Leonardo (2005). The Offerings of the Templo Mayor of Tenochtitlan. μετάφραση των Bernard R. Ortiz de Montellano και Thelma Ortiz de Montellano. Αλμπουκέρκη: University of New Mexico Press. ISBN 0-8263-2958-6. 
Matos Moctezuma, Eduardo (1988). The Great Temple of the Aztecs: Treasures of Tenochtitlan. Νέα Υόρκη: Thames & Hudson. ISBN 0-500-39024-X. OCLC 17968786.  Unknown parameter |thers= ignored (βοήθεια)
Miller, Mary· Karl Taube (1993). The Gods and Symbols of Ancient Mexico and the Maya: An Illustrated Dictionary of Mesoamerican ReligionΑπαιτείται δωρεάν εγγραφή. Λονδίνο: Thames & Hudson. ISBN 0-500-05068-6. OCLC 27667317. 
Ortiz de Montellano, Bernard R. (1990). Aztec Medicine, Health, and Nutrition. Νιου Μπράνσγουικ (Νιου Τζέρσεϊ): Rutgers University Press. ISBN 0-8135-1562-9. OCLC 20798977. 
Restall, Matthew (2004). Seven Myths of the Spanish Conquest. Οξφόρση και Νέα Υόρκη: Oxford University Press. ISBN 0-19-517611-1. OCLC 56695639. 
Ruiz de Alarcón, Hernando (1984) [1629]. Treatise on the Heathen Superstitions and Customs That Today Live Among the Indians Native to This New Spain. μετάφραση και επιμέλεια των J. Richard Andrews and Ross Hassig. Νόρμαν: University of Oklahoma Press. ISBN 0-8061-1832-6. OCLC 10046127. 
Sahagún, Bernardino de (1950–82) [περ. 1540–85]. Florentine Codex: General History of the Things of New Spain, 13 τόμοι. Charles E. Dibble and Arthur J. O. Anderson (επιμέλεια, μετάφραση, σημειώσεις, εικονογράφηση). Σάντα Φε, Νέο Μεξικό και Σολτ Λέικ Σίτι: School of American Research και University of Utah Press. ISBN 0-87480-082-X. OCLC 276351. 
Sahagún, Bernardino de (1997) [περ. 1558–61]. Primeros Memoriales. Thelma D. Sullivan (Αγγλική μετάφραση και παλαιογραφία πρωτότυπων κειμένων), H.B. Nicholson, Arthur J.O. Anderson, Charles E. Dibble, Eloise Quiñones Keber, and Wayne Ruwet (επιμέλεια, συμπλήρωση και αναθεωρήσεις). Νόρμαν: University of Oklahoma Press. ISBN 978-0-8061-2909-9. OCLC 35848992. 
Schroeder, Susan (1991). Chimalpahin and the Kingdoms of Chalco. Τουσόν: University of Arizona Press. ISBN 0-8165-1182-9. OCLC 21976206. 
Smith, Michael E. (1997). The Aztecs. Μάλντεν: Blackwell Publishing. ISBN 0-631-23015-7. OCLC 48579073. 
Soustelle, Jacques (1961). Daily Life of the Aztecs:On the Eve of the Spanish Conquest. Patrick O’Brian (Μετάφραση). Λονδίνο: Phoenix Press. ISBN 1-84212-508-7. OCLC 50217224. 
Taube, Karl A. (1993). Aztec and Maya MythsΑπαιτείται δωρεάν εγγραφή. Ώστιν: University of Texas Press. ISBN 0-292-78130-X. OCLC 29124568. 
Townsend, Richard F. (2000). The Aztecs. Λονδίνο: Thames & Hudson. ISBN 0-500-28132-7. OCLC 43337963. 
Zantwijk,Rudolph van (1985). The Aztec Arrangement: The Social History of Pre-Spanish Mexico. Νόρμαν: University of Oklahoma Press. ISBN 0-8061-1677-3. OCLC 11261299.