Ο Άγιος Αρσένιος ή κατά τους ντόπιους Αγερσανί[1], είναι το μεγαλύτερο χωριό της πεδινής δυτικής Νάξου σε πληθυσμό και έκταση και από τα μεγαλύτερα του νησιού. Βρίσκεται σε υψόμετρο 40-70 μέτρων και απέχει περίπου 7 χλμ από την Χώρα της Νάξου. Το 1952 αριθμούσε περίπου 900 κατοίκους. Κατά την απογραφή του 2011 οι κάτοικοι ήταν 717.[2]
Κατά την παράδοση το όνομά του το πήρε από ένα μικρό εξωκλήσι, αφιερωμένο στον Άγιο Αρσένιο[1], που είναι κοντά στο χωριό. Η παλαιότερη αναφορά του τοπωνυμίου βρίσκεται σε έγγραφο του Δούκα Κρίσπου της 1 Απριλίου του 1435 ως "In lo luoco de Gersani" = στον τόπο του Γερσανιού.(Ν. Κεφαλληνιάδης - Αγερσανί Νάξου). Ο ιερός ναός του χωριού είναι αφιερωμένος στον Άγιο Σπυρίδωνα.
Θεωρείται από τα πιο εύφορα χωριά της Νάξου, με γεωργική καλλιέργεια αυτή, της περίφημης πατάτας Νάξου, όπου και σημειώνεται η μεγαλύτερη παραγωγή, ενώ έχει ανεπτυγμένη και κτηνοτροφία ιδίως αγελαδοτροφία. Παρά ταύτα σήμερα οι περισσότεροι κάτοικοι ασχολούνται με τουριστικά επαγγέλματα, αφού στην περιοχή του Αγίου Αρσενίου ανήκουν οι ομορφότερες τουριστικές περιοχές (παραλίες) όπως του Αγίου Προκοπίου, της Αγίας Άννας και της Παραλίας Πλάκας.
Το 1835, με 375 κατοίκους (99 οικογένειες), προσαρτάται στον νεοϊδρυθέντα Δήμο Βίβλου της ΕπαρχίαςΝάξου, με έδρα τον οικισμό της Απειράνθου. Στο ΦΕΚ 4Α του 1835 αναγράφεται «Αγιερσανή».[17][18]
Το 1912, αποφασίζεται οι οικισμοί που έχουν πάνω από 300 κατοίκους και σχολείο στοιχειώδους εκπαίδευσης, να αποτελέσουν αυτοτελείς κοινότητες. Οπότε ο οικισμός του Αγερσανίου αποσπάται από το Δήμο Βίβλου, ο οποίος καταργείται και ορίζεται η κοινότητα με έδρα το τον οικισμό.[19]
Το 1940, στην απογραφή, το όνομα αλλάζει επισήμως σε «Άγιος Αρσένιος».[10][20]
Ο Μαστοράκης είναι ένας παλαιός εποχιακός αγροτικός οικισμός του Δημοτικού Διαμερίσματος του Αγίου Αρσενίου στη Νάξο. Απέχει από αυτόν περίπου 1,5 χλμ. και βρίσκεται στο δρόμο προς την παραλία της Αγίας Άννας. Κατά την απογραφή του 2001 είχε πραγματικό πληθυσμό 10 ατόμων (με μόνιμο πληθυσμό 4 άτομα), ενώ κατά την απογραφή του 1991 είχε καταγραφεί με μηδενικό πληθυσμό (δηλαδή δε βρέθηκαν κάτοικοι στις υπάρχουσες κατοικίες).[23]