Με το θάνατο του πατέρα του στις 29 Απριλίου 1688 ο Φρειδερίκος έγινε Δούκας της Πρωσίας και Εκλέκτωρ του Βρανδεμβούργου. Σύντομα ίδρυσε μία νέα πόλη στα νότια του Ντοροτίενστατ, το Φρήντριχστατ, που αποτελεί σήμερα ένα προάστειο του Βερολίνου.[2]
Ο Φρειδερίκος, σε αντίθεση με τον πατέρα του που επεδίωξε μία συμμαχία με τον Λουδοβίκο ΙΔ΄, αντιτάχθηκε στα γαλλικά συμφέροντα. Το Εκλεκτοράτο του Βρανδεμβούργου και το Δουκάτο της Πρωσίας εντάχθηκαν στην Μεγάλη Συμμαχία (Σύνδεσμο του Άουγκσμπουργκ) εναντίον της Γαλλίας και το 1689 ηγήθηκε στρατιωτικών δυνάμεων ως μέρος του συμμαχικού συνασπισμού στον Εννεαετή Πόλεμο. Εκείνη τη χρονιά ο στρατός του νίκησε τους Γάλλους και κατέλαβε τη Βόννη. Παρά την πολιτική αντίθεση με τη Γαλλία (ένα χαρακτηριστικό που ήταν ακόμη πιο εμφανές στον γιο και διάδοχό του), ήταν λάτρης της γαλλικής κουλτούρας και διαμόρφωσε την αυλή του επηρεασμένος από εκείνη του Λουδοβίκου ΙΔ΄.[3]
Βασιλεία
Η Δυναστεία των Χοεντσόλλερν είχε υπό τον έλεγχό της το Εκλεκτοράτο του Βρανδεμβούργου και το Δουκάτο της Πρωσίας, που από το 1618 έως το 1701 ήταν γνωστά με την ονομασία "Βρανδεμβούργο-Πρωσία". Η πλειοψηφία των εδαφών του Βρανδεμβούργου βρίσκονταν εντός της επικράτειας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ενώ τα εδάφη του Δουκάτου της Πρωσίας δεν περιλαμβάνονταν σε αυτήν, όμως ελέγχονταν από τους Χοεντσόλλερν ως προσωπική ένωση. Ο Φρειδερίκος θέλησε από νωρίς να αποκτήσει τον τίτλο του Βασιλιά, κάτι που σύμφωνα με την αυτοκρατορική νομοθεσία εκείνης της εποχής δεν μπορούσε να συμβεί. Μόνη εξαίρεση ήταν το Βασίλειο της Βοημίας που ανήκε απευθείας στον Άγιο Ρωμαίο Αυτοκράτορα.
Ο Φρειδερίκος έπεισε τον αυτοκράτορα Λεοπόλδο Α΄ να επιτρέψει την μετατροπή της Πρωσίας σε βασίλειο, μέσω της Συνθήκης του Στέμματος, που υπογράφηκε στις 16 Νοεμβρίου 1700.[4] Αυτή η συμφωνία δόθηκε φαινομενικά ως αντάλλαγμα για μια συμμαχία εναντίον του Λουδοβίκου ΙΔ΄ κατά τον Πόλεμο της Ισπανικής Διαδοχής και την παροχή 8.000 Πρώσων στρατιωτών στην υπηρεσία του Λεοπόλδου. Ο Φρειδερίκος χρησιμοποίησε ως επιχείρημα το γεγονός ότι η Πρωσία δεν αποτέλεσε ποτέ μέρος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και κυβερνιόταν με πλήρη κυριαρχία από τους Χοεντσόλλερν. Ως εκ τούτου, δεν υπήρχε κανένα νομικό ή πολιτικό εμπόδιο για να μετατραπεί σε βασίλειο. Ο Φρειδερίκος βοηθήθηκε στις διαπραγματεύσεις από τον Γάλλο νομικό Σαρλ Ανσιγιόν.[5]
Η στέψη του Φρειδερίκου ως Βασιλιά της Πρωσίας έγινε στις 18 Ιανουαρίου 1701 στην Καινιξβέργη.[6] Μολονότι η στέψη έγινε με τη συγκατάθεση του Αυτοκράτορα και με την επίσημη αναγνώριση από τον Αύγουστο Β΄ της Πολωνίας, η Δίαιτα της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας προέβαλε αντιρρήσεις και θεώρησε τη στέψη ως παράνομη.[7] Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης της Βρομβέργης, η κυριαρχία του Οίκου των Χοεντσόλλερν επί του Δουκάτου της Πρωσίας δεν ήταν απόλυτη, αλλά εξαρτιόταν από τη συνέχιση της ύπαρξης άρρενος μονάρχη (εάν δεν υπήρχε άντρας μονάρχης, το Δουκάτο θα επέστρεφε στο πολωνικό Στέμμα).[7] Ως εκ τούτου, από σεβασμό στους ιστορικούς δεσμούς της περιοχής με το πολωνικό Στέμμα, ο Φρειδερίκος έκανε τη συμβολική παραχώρηση να αυτοαποκαλείται «Βασιλιάς στην Πρωσία» αντί για «Βασιλιάς της Πρωσίας».[7][8]
Η βασιλεία του, σε κάθε περίπτωση, περιορίστηκε στην Πρωσία και δεν μείωσε την εξουσία του Αυτοκράτορα στο Βρανδεμβούργο που ήταν ακόμα μέρος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Με άλλα λόγια, ενώ ήταν Βασιλιάς στην Πρωσία, παρέμεινε Εκλέκτορας υπό την επικυριαρχία του Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στο Βρανδεμβούργο. Νομικά, το κράτος των Χοεντσόλλερν ήταν μια προσωπική ένωση μεταξύ του Βρανδεμβούργου και της Πρωσίας. Ωστόσο, την περίοδο που ο Φρειδερίκος στέφθηκε Βασιλιάς, η εξουσία του Αυτοκράτορα στο Βρανδεμβούργο (αλλά και στην υπόλοιπη Αυτοκρατορία) ήταν κατά κάποιον τρόπο εθιμοτυπική και στην πράξη λήφθηκε υπόψη ως μέρος του πρωσικού Βασιλείου και όχι ως ξεχωριστή οντότητα.[9]
Ο Φρειδερίκος ήταν προστάτης των τεχνών και της μάθησης. Η Ακαδημία των Τεχνών στο Βερολίνο ιδρύθηκε από τον Φρειδερίκο το 1696, όπως και η Ακαδημία των Επιστημών το 1700.[10][11] Ο Φρειδερίκος διόρισε τον Γιάκομπ Πάουλ φον Γκούντλινγκ ως καθηγητή ιστορίας και δικαίου στην Ακαδημία Ιπποτών του Βερολίνου το 1705 και ως ιστορικό στο Γραφείο του Ανώτερου Κήρυκα το 1706.[12]
Ο Φρειδερίκος πέθανε στις 25 Φεβρουαρίου του 1713 (55 ετών) στο Βερολίνο και ενταφιάστηκε στον Καθεδρικό Ναό της πόλης. Ο εγγονός του, Φρειδερίκος Β΄, αναφερόμενος στον παππού του έγραψε ότι «ήταν μεγάλος σε μικρά θέματα και μικρός σε μεγάλα θέματα».[13]
Από το 1696 έως το 1711 είχε μία επίσημη ερωμένη, την Καταρίνα φον Βάρτενμπεργκ. Ωστόσο, θεωρείται ότι δεν έκανε ποτέ χρήση των υπηρεσιών της, καθώς ήταν βαθιά ερωτευμένος με την δεύτερη σύζυγό του.[14][15][16]
↑ 7,07,17,2Friedrich, Karin (2012). Brandenburg-Prussia, 1466–1806: The Rise of a Composite State. New York: Palgrave Macmillan. p. 66.[νεκρός σύνδεσμος]
↑Friedrich, Karin (2006). The Other Prussia: Royal Prussia, Poland and Liberty, 1589–1772. Cambridge: Cambridge University Press. p. 163.
↑Wolfgang Ribbe, Hansjürgen Rosenbauer, Preussen: Chronik eines deutschen Staates,Nicolai, 2001
↑Max Bauer, Deutscher Fürstenspiegel, Bilder aus der deutschen Vergangenheit nach den Quellen geschildert mit zahlreichen authentischen Abbildungen im Text, Kaden, 1928