Ο Φράιλιγκρατ γεννήθηκε στην πόλη Ντέτμολτ, στο τότε Πριγκιπάτο του Λίπε. Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος.[13] Ο Φέρντιναντ άφησε το γυμνάσιο σε ηλικία 16 ετών προκειμένου να μαθεύσει για μια σταδιοδρομία εμπόρου στο Ζοστ. Εκεί άρχισε να διαβάζει και ξένη (γαλλική και αγγλική) λογοτεχνία[14], και πριν κλείσει τα 20 είχε δημοσιεύσει στίχους του σε τοπικά περιοδικά.[13] Εργάσθηκε ως ταμίας σε μικρή τράπεζα στο Άμστερνταμ από το 1831 μέχρι το 1836. Αφού κυκλοφόρησαν μεταφράσεις του των Ωδών και των Chants du crépuscule του Βίκτωρα Ουγκώ, και αφού ίδρυσε ένα λογοτεχνικό περιοδικό, το Rheinisches Odeon (1836-1838), το 1837 άρχισε να απασχολείται ως λογιστής στο Μπάρμεν (σήμερα μέρος του Βούπερταλ), όπου παρέμεινε μέχρι το 1839. Αργότερα άρχισε να γράφει ποιήματα για το Musen-Almanach των Άντλμπερτ φον Σαμίσο και Γκούσταβ Σβαμπ, καθώς και για τη Morgenblatt του Γιόχαν Φρήντριχ Κότα.
Η πρώτη ποιητική συλλογή του Φράιλιγκρατ, η Gedichte, εκδόθηκε το 1838 στο Μάιντς.[15] Περιείχε τα χαρακτηριστικά ποιήματα «Löwenritt», «Prinz Eugen» και «Der Blumen Rache».[13] Τα πρώιμα ποιήματα του Φράιλιγκρατ ήταν εμπνευσμένα από τα Les Orientales του Ουγκώ, μέρος των οποίων επίσης μετέφρασε στη γερμανική. Οι στίχοι του Γερμανού ποιητή συχνά έχουν εξωτικό θέμα. Π.χ. το ποίημα «Der Mohrenfürst» αφηγείται την ιστορία ενός μαύρου πρίγκιπα που ήταν θηριώδης πολεμιστής, νικήθηκε στη μάχη, πουλήθηκε ως σκλάβος και κατέληξε ντράμερ σε τσίρκο, με μόνο το τομάρι του λιονταριού που κάποτε φορούσε και τώρα διακοσμεί το τύμπανό του να του υπενθυμίζει ακόμα την προηγούμενη ζωή του.
Η συλλογή Gedichte κέρδισε αμέσως ευρύ κοινό, οπότε ο ποιητής απεφάσισε να ακολουθήσει λογοτεχνική σταδιοδρομία, κάτι που έπραξε από το 1839.[15] Το 1842 δέχθηκε μία σύνταξη 300 τάλιρων από τον βασιλιά της Πρωσίας Φρειδερίκο Γουλιέλμο Δ΄. Τότε νυμφεύθηκε και εγκαταστάθηκε στο Ζανκτ Γκόαρ, ώστε να είναι κοντά στον συνάδελφό του Εμάνουελ Γκάιμπελ.[14]
Ο Φράιλιγκρατ ήταν φίλος με τον Αμερικανό ποιητή Χένρυ Λονγκφέλοου: Το 1842, όταν ο Λονγκφέλοου έκανε συστηματική υδροθεραπεία σε θερμόλουτρα στο Μπόπαρτ επί του Ρήνου, κάποιος άλλος θεραπευόμενος τον γνώρισε στον Φράιλιγκρατ, που είχε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη βρετανική και αμερικανική ποίηση. Ακολούθησαν πολλές συναντήσεις τους όσο ο πρώτος έμενε στη Γερμανία, ενώ συνέχισαν να αλληλογραφούν για πολλά χρόνια.[16]
Εξαιτίας του καταπιεστικού καθεστώτος και με την ενθάρρυνση του ποιητή Χόφμαν φον Φάλερσλέμπεν[17] ο Φράιλιγκρατ στράφηκε προς τη σύνθεση ποιημάτων με πολιτικό περιεχόμενο. Το 1844 παραιτήθηκε από τη σύνταξή του και με το κείμενό του Glaubensbekenntnis (= «Εξομολόγηση των πιστεύω») έθεσε το ποιητικό ταλέντο του στην υπηρεσία της εξεγέρσεως υπέρ της δημοκρατίας, που θα κορυφωνόταν με την Επανάσταση του 1848. Ποιήματα όπως τα «Trotz alledem», «Die Freiheit», «Das Recht» και «Hamlet» κατέστησαν την αυτοεξορία του από τη Γερμανία αναγκαία.
Κατέφυγε αρχικώς στο Βέλγιο[13], όπου πιθανώς συνάντησε τον Καρλ Μαρξ. Από εκεί πήγε στην Ελβετία και μετά στο Λονδίνο. Εκεί δημοσίευσε το 1846 το Englische Gedichte aus neuerer Zeit, έναν τόμο μεταφράσεων, και το Ça ira, μία συλλογή πολιτικών στίχων για τραγούδια.[13] Διέμεινε στην Αγγλία μέχρι το 1848 και εκεί ξανάρχισε μια εμπορική δραστηριότητα.[14] Μετά από πρόσκληση του Λονγκφέλοου, σκέφθηκε να εγκατασταθεί στις ΗΠΑ, αλλά εξαιτίας του βραχύβιου θριάμβου του φιλελευθερισμού επέστρεψε στη Γερμανία ως ηγετική φυσιογνωμία για τους δημοκράτες.[13] Το 1843 ο Φραντς Λιστ μελοποίησε το ποίημα του Φράιλιγκρατ «O lieb, so lang du lieben kannst» και το τραγούδι αυτό εκτελέσθηκε για πρώτη φορά το 1847, ενώ το 1850 μεταγράφηκε από τον Λιστ για σόλο πιάνο με την ονομασία «Liebesträume» (= «όνειρα του έρωτα») σε τρεις παραλλαγές, από τις οποίες η No. 3 έγινε αργότερα ένα από τα διασημότερα έργα του για πιάνο.
Επιστρέφοντας στην πατρίδα του, ο ποιητής εγκαταστάθηκε στο Ντίσελντορφ[14] και συνεργάσθηκε με τη Neue Rheinische Zeitung, μια ημερήσια εφημερίδα με εκδότη και αρχισυντάκτη τον Καρλ Μαρξ, και συντάκτη πολιτιστικών θεμάτων τον Γκέοργκ Βέερτ. Δεν πέρασε πολύς καιρός προτού επισύρει και πάλι πάνω του τη δυσαρέσκεια της εξουσίας, με το ποίημά του «Die Toten an die Lebenden» (= «Οι νεκροί προς τους ζωντανούς», 1848). Τον συνέλαβαν με την κατηγορία της προσβολής του ηγεμόνα, αλλά η ποινική δίωξη κατέληξε με την αθώωσή του.[14] Η δίκη αυτή είναι αξιοσημείωτη για το ότι υπήρξε η πρώτη δίκη με ενόρκους στην ιστορία της Πρωσίας.[15]
Στη συνέχεια ο Φράιλιγκρατ δημοσίευσε τις συλλογές Zwischen den Garben (1849) και Neue politische und soziale Gedichte (= «Νέα πολιτικά και κοινωνικά ποιήματα», 1850).[13] Νέες δυσκολίες προέκυψαν: η σύνδεσή του με το δημοκρατικό κίνημα τον κατέστησε μόνιμο ύποπτο και το 1851 έκρινε πιο συνετό να επιστρέψει στο Λονδίνο.[14] Εκεί έγινε διευθυντής του λονδρέζικου υποκαταστήματος της τράπεζας Schweizer Generalbank και εγκαταστάθηκε στα βορειοανατολικά της πόλεως. Παρέμεινε στο Λονδίνο μέχρι το 1868, βιοποριζόμενος τόσο από την εργασία του στην τράπεζα, όσο και από μεταφράσεις ποιητικών έργων στη γερμανική. Ανάμεσα σε αυτές ήταν μία ανθολογία (Rose, Thistle, and Shamrock, 1854), το Τραγούδι του Χιαβάθα του φίλου του Λονγκφέλοου (1857) και δύο έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ: το Κυμβελίνος και Το χειμωνιάτικο παραμύθι. Αυτές οι μεταφράσεις συντήρησαν τη δημοφιλία του στην πατρίδα του, όπου το 1866 συγκεντρώθηκε μια συνδρομή για αυτές ίση με 60.000 τάλιρα, μερικώς ως πολιτική πράξη.[13]
Επιστρέφοντας στη Γερμανία μετά την αμνηστία[17] του 1868, ο Φράιλιγκρατ εγκαταστάθηκε πρώτα στη Στουτγάρδη και το 1875 στη γειτονική Κάνστατ (σήμερα διαμέρισμα της Στουτγάρδης). Ωστόσο σε αυτή την τελευταία φάση της ζωής του έγινε εθνικιστής. Δημοσίευσε τα πατριωτικά ποιήματα «Hurrah, Germania!» και «Die Trompete von Vionville», εμπνευσμένα από τη νίκη της Γερμανίας στον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο.[13] Το ποίημά του In Kümmernis und Dunkelheit ήδη από το 1848 απέδιδε πολεμικό συμβολισμό στα χρώματα της τρίχρωμης σημαίας της Γερμανίας (που τότε συμβόλιζαν μόνο το έθνος και όχι κάποια κρατική οντότητα): το μαύρο συμβόλιζε το μπαρούτι, το κόκκινο το αίμα και το κίτρινο τη λάμψη της φωτιάς.
Ο Φράιλιγκρατ πέθανε στο Κάνστατ[14] σε ηλικία 65 ετών.
Ο αστεροειδής14940 Φράιλιγκρατ (Freiligrath), που ανακαλύφθηκε το 1995, πήρε το όνομά του από τον ποιητή.
↑James Taft Hatfield: “The Longfellow-Freiligrath Correspondence”, Publications of the Modern Language Association, τόμ. 48, νο. 4 (Δεκέμβριος 1933), σσ. 1223-1291.