Στο ημερολόγιο του κατέγραψε τη μαθητεία του για αρκετά χρόνια δίπλα στον Άρτους Βόλφφορτ. Στο διάστημα αυτό αντέγραψε έργα σπουδαίων καλλιτεχνών, όπως του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς, αλλά και παλαιότερων δασκάλων, όπως του Μέρτεν ντε Φος. Η επίδραση του Βόλφφορτ είναι ευδιάκριτη στον παλαιότερο γνωστό πίνακα του φαν Λιντ Η προσκύνηση των Μάγων (1632, Βιέννη). Το 1632 έγινε Δάσκαλος στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά στην Αμβέρσα.
Από το 1633 μέχρι το 1640 εργάστηκε στη Ρώμη, στην υπηρεσία διαφόρων παραγγελιοδοτών, μεταξύ αυτών η οικογένεια Τσίμπο και ο καρδινάλιος Ντομένικο Γκιννάσι[6]. Φιλοτέχνησε μια σειρά από τοιχογραφίες για το παρεκκλήσι Τσίμπο της Σάντα Μαρία ντελ Πόπολο στο ύφος του ακαδημαϊκού μπαρόκ της Ρώμης. Κατά την παραμονή του στην ιταλική πόλη φιλοτέχνησε επίσης αρκετά σκίτσα και σχέδια (Μουσείο Μάρτιν φον Βάγνκερ, Βύρτσμπουργκ), αποτυπώνοντας σκηνές από την καθημερινή ζωή στη Ρώμη στο ύφος των Μπαμποτσιάντι[6]. Το ύστερο έργο του στην Αμβέρσα περιλαμβάνει διάφορες εικόνες βωμού ή ρετάμπλ σε κλασσικό ύφος, αφιερώθηκε ωστόσο κυρίως στην παραγωγή μικρών λατρευτικών εικόνων που προορίζονταν για την αγορά της Ισπανίας και της Λατινικής Αμερικής[6].
Το 1643 νυμφεύτηκε την Ελίζαμπετ Βίλλεμινς, με την οποία απέκτησε επτά παιδιά. Η Βίλλεμινς πέθανε στις 14 Μαΐου 1679 και από επίσημα έγγραφα φαίνεται ότι την περίοδο του θανάτου της μόνο ένας γιος τους, ονόματι Μπαλτάζαρ, ήταν εν ζωή. Ο φαν Λιντ νυμφεύτηκε για δεύτερη φορά, στις 21 Αυγούστου 1680, την Άννα Μερέν φαν Νέιρλιντερ.[7]