Το Ματωμένο διαμάντι (αγγλικά:Blood Diamond) είναι δραματική ταινία δράσης του 2006, σε σκηνοθεσία του Έντουαρντ Ζούικ, με πρωταγωνιστές τους Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Τζένιφερ Κόνελι και Ντζιμόν Χουνσού. Η ταινία πραγματεύεται έναν πολιτικό πόλεμο της Αφρικάνικής ηπείρου και το όνομα της προέρχεται από τα διαμάντια που εξορύσσονται σε εμπόλεμες ζώνες.[11] Απέσπασε συνολικά 5 υποψηφιότητες Όσκαρ.[12]
Πλοκή
Η ταινία εκτυλίσσεται στο παρασκήνιο του εμφυλίου πολέμου στη Σιέρα Λεόνε τη δεκαετία του '90. Μέσα στη φρίκη του πολέμου, ένας ψαράς, ο Σόλομον Βάντι (Ντζιμόν Χουνσού) ονειρεύεται ο γιος του να ξεφύγει από όσα ζουν και να γίνει ένας διακεκριμένος γιατρός. Το όνειρο του θα εξελιχτεί σε εφιάλτης, όταν στο χωριό που ζει αυτός και η οικογένεια του, εισβάλλουν αντάρτες, όπου συλλαμβάνουν τον Σόλομον και τον μεταφέρουν ως εργάτη στα αδαμαντωρυχεία, ενώ ταυτόχρονα στρατολογούν με βίαιο τρόπο τον έφηβο γιο του. Ο Σόλομον δουλεύει σκληρά κάτω από άθλιες συνθήκες. Η τύχη θα σταθεί με το μέρος του όταν ανακαλύπτει ένα σπάνιο ροζ διαμάντι. Αυτή η ανακάλυψη του δίνει ξανά την ελπίδα στη ζωή του. Κρύβει το διαμάντι και σχεδιάζει να ξεφύγει από την καταναγκαστική εργασία και να ψάξει την οικογένεια του.
Ωστόσο μια σειρά γεγονότων θα οδηγήσουν τον Σόλομον στη φυλακή. Εκεί θα γνωρίσει τον Ντάνι Άρτσερ (Λεονάρντο Ντι Κάπριο), έναν λευκό Νοτιοαφρικανικής καταγωγής τυχοδιώκτη, ο οποίος έχει φυλακιστεί για λαθρεμπόριο διαμαντιών. Οι δύο ήρωες αφού αποφυλακιστούν θα κάνουν μια συμφωνία: ο Ντάνι να βοηθήσει τον Σόλομον να βρει την οικογένεια του με αντάλλαγμα το ροζ διαμάντι. Έτσι θα ξεκινήσει η περιπέτεια τους, η οποία θα είναι γεμάτη με εμπόδια και αντιξοότητες. Στην πορεία θα συναντήσουν την Μάντι Μπόουεν (Τζένιφερ Κόνελι) μια Αμερικανίδα δημοσιογράφο, γεμάτη ιδεώδη που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής.[11]
Με προϋπολογισμό 100.000.000 δολάρια.[13] Η ταινία έκανε άνοιγμα στην 5η θέση με 8,6 εκατομμύρια δολάρια το πρώτο σαββατοκύριακο.[13] Οι εισπράξεις στο αμερικανικό box office έφτασαν τα 57,4 εκατομμύρια δολάρια και τα 114,3 εκατομμύρια δολάρια στον υπόλοιπο κόσμο. Συνολικά απέφερε 171,7 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως.[13]