Στις 9 Μαΐου του 1936 μετά την λήξη του επτάμηνου πολέμου με την Αιθιοπία, η Ιταλία προβαίνει στην δημιουργία ενιαίας αποικιακής οντότητας η οποία έφερε την ονομασία Ιταλική Ανατολική Αφρική (Africa Orientale Italiana, ή AOI). Η νέα αυτή οντότητα συγκροτήθηκε από την συνένωση της Ερυθραίας η οποία ήταν ήδη αποικία της Ιταλίας από το 1890, της Ιταλικής Σομαλιλάνδης, και της Αιθιοπίας σε μια ενιαία διοικητική δομή.[2]
Με υπουργική απόφαση στις 28 Μαρτίου 1938 εξουσιοδοτείται η Τράπεζα της Ιταλίας (Banka d’Italia) να προβεί σε ειδική έκδοση χαρτονομισμάτων τα οποία θα κυκλοφορούσαν στα εδάφη της νεοσυσταθείσας αποικίας[2]. Έτσι το νέο νόμισμα αντικαθιστά τα νομίσματα τα οποία ήταν σε χρήση στα εδάφη αυτά, την λίρα της Ιταλικής Σομαλιλάνδης, το τάλιρο της Ερυθραίας, και το τάλιρο της Αιθιοπίας. Το 1941, με την εξέλιξη του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου τα εδάφη τα οποία αποτελούσαν την Ιταλική Ανατολική Αφρική έρχονται υπό τον έλεγχο της Βρετανίας η οποία αντικαθιστά την λίρα με το σελίνι της ανατολικής Αφρικής. Η αντικατάσταση της λίρας έγινε με ισοτιμία 24 λίρες = 1 σελίνι και έτσι η λίρα της ιταλικής ανατολικής Αφρικής παύει να υφίσταται.
Το 1938 εκδίδονται από την Τράπεζα της Ιταλίας χαρτονομίσματα με ονομαστικές αξίες των 50, 100, 500 και 1.000 λιρών. Τα σχέδια των χαρτονομισμάτων αυτών ήταν ίδια με αυτά της Ιταλικής λίρας αλλά διέφεραν τα χρώματα. Επιπρόσθετα το κάθε χαρτονόμισμα έφερε την φράση «Serie Speciale Africa Italiana» (ειδική έκδοση Ιταλική Αφρική) ή την φράση «Serie Speciale Africa Orientale Italiana» (ειδική έκδοση Ιταλική Ανατολική Αφρική) και «È Vietata la Circolazione Fuori dei Territori dell’Africa Orientale Italiana» (απαγορεύεται η κυκλοφορία εκτός των εδαφών της Ιταλικής Ανατολικής Αφρικής)[3] .