Η πόλη ιδρύθηκε το 1822 και λίγο αργότερα έγινε η έδρα της κομητείας Κλέι.[5] Πήρε το όνομά της από την αγγλική λέξη «Liberty» που σημαίνει «ελευθερία».[6]
Το 1830 ίδρυσε στο Λίμπερτι το δικηγορικό του γραφείο ο Ντέιβιντ Ράις Άτκινσον (David Rice Atchison) και τρία χρόνια αργότερα προσχώρησε σε αυτό ο συνάδελφός του Αλεξάντερ Ουίλιαμ Ντόνιφαν (Alexander William Doniphan). Οι δύο τους ανέλαβαν υποθέσεις υπεράσπισης των δικαιωμάτων των Μορμόνων εποίκων στην κομητεία Τζάκσον, εκπροσώπησαν το βορειοδυτικό Μιζούρι στη Γενική Συνέλευση του Μιζούρι και εργάστηκαν για την ενσωμάτωση στην πολιτεία του Μιζούρι μίας μεγάλης έκτασης στα βορειοδυτικά του. Η ενσωμάτωση της περιοχής αυτής, που κατοικούνταν από Ινδιάνους, έμεινε γνωστή ως «Platte Purchase».
Τον Οκτώβριο του 1838, οι δύο τους διατάχθηκαν από τον κυβερνήτη Λίλμπερν Μπογκς (Lilburn Boggs) να συλλάβουν τον ιδρυτή των Μορμόνων Τζόζεφ Σμιθ (Joseph Smith) στην κομητεία Κάλντγουελ (αγγλικά: Caldwell County).[7]. Αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου των Μορμόνων ο Σμιθ και άλλοι ηγέτες των Μορμόνων κρατήθηκαν στη φυλακή «Liberty Jail». Παρόλο που ο Ντόνιφαν ηγήθηκε δύναμης εθελοντών από το Μιζούρι που διατάχθηκε να τους συλλάβει, υπερασπίστηκε τον Τζόζεφ Σμιθ στη δίκη και πέτυχε την αλλαγή του τόπου διεξαγωγής της. Καθώς βρίσκονταν καθ' οδόν προς τη νέα τοποθεσία, ο Σμιθ και οι οπαδοί του δραπέτευσαν και έφυγαν από το Μιζούρι για τον νέο οικισμό των Μορμόνων στο Ναούβου (Nauvoo) του Ιλινόι.[7]
Γεωγραφία
Η πόλη είναι χτισμένη περίπου έξι μίλια βορείως του ποταμού Μιζούρι, στην περιοχή από όπου διέρχονται οι αυτοκινητόδρομοι I-35 και 291.[8]