Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, συνεργάστηκε πολιτικά με τον Γεώργιο Παπανδρέου.[3] Τη δεκαετία του 1930, τον Δεσποτόπουλο απασχόλησε το ζήτημα των γεωργικών συνεταιρισμών και του κορπορατισμού, στο πλαίσιο της σχέσης του σοσιαλισμού με το αγροτικό κίνημα.[4] Κατά την περίοδο της Κατοχής υπήρξε νομικός και πολιτικός σύμβουλος του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ, ως αντικαταστάτης του Γιώργη Σιάντου,[1] και εθνοσύμβουλος —εκπροσωπώντας την Αττικοβοιωτία—[5] της ΠΕΕΑ, της κυβέρνησης της Ελεύθερης Ελλάδας. Ορίστηκε, επίσης, μέλος της λεγόμενης «Αντιπροσωπείας» της ΠΕΕΑ (Μάιος 1944), ένα είδος διοικητικής επιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου της ΠΕΕΑ.[6] Υπήρξε, επίσης, μέλος της Κοινού Γενικού Στρατηγείου Ανταρτών. Έλαβε μέρος στην αντιπροσωπεία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στο Κάιρο (Aύγουστος 1943),[7] όπου στις συζητήσεις με τους Βρετανούς τέθηκε, μεταξύ άλλων, και το πολιτειακό ζήτημα της Ελλάδας την επαύριον του πολέμου,[8] και στην αντιπροσωπεία που μετέβη στην Καζέρτα (1944).[2]
Μετά τον πόλεμο, ο Δεσποτόπουλος υπέγραψε δήλωση μετανοίας.[9] Πολιτεύτηκε με την ΕΔΑ και εξελέγη μέλος του ελληνικού κοινοβουλίου στις εκλογές του 1958.[10] Υπήρξε, συνολικά, τέσσερεις φορές υποψήφιος βουλευτής του κόμματος: 1951, 1958, 1961[α] και 1963. Το 1956 είχε εκλεγεί μέλος του Γενικού Συμβουλίου της ΕΔΑ και το 1962 αναπληρωματικό μέλος της Διοικούσας Επιτροπής της.[1]
↑Δημοσιευμένη, επανεπεξεργασμένη μορφή: Η Ελεύθερη Ελλάδα: η εξουσία του ΕΑΜ στα χρόνια της Κατοχής (1943-1944). Αθήνα: Ασίνη. 2014. ISBN978-618-80872-2-4.
↑Ελληνική έκδοση: Ο αγώνας για την Ελλάδα, 1941-1949. Mετάφραση: Μάριος Μπλέτας. Αθήνα: Τουρίκης. 2012. ISBN978-960-6761-17-1.