Η δυσφορία φύλου ή ο διαφυλισμός (γνωστός με την παλαιά του ορολογία: διαταραχή ταυτότητας φύλου[1]) ονομάζεται το άγχος (ή στρες) που βιώνει ένας άνθρωπος λόγω της σύγκρουσης μεταξύ του βιολογικού φύλου με το οποίο γεννήθηκε και το φύλο με το οποίο νιώθει πως ταυτίζεται.[1][2][3] Μετά την γέννα, το φύλο χαρακτηρίζεται με βάση την εμφάνιση των εξωτερικών γεννητικών οργάνων - αναφέρεται ως "βιολογικό φύλο".[4] Άνθρωποι με δυσφορία φύλου επιθυμούν να ζήσουν ως μέλη του αντίθετου φύλου και συχνά συμπεριφέρονται σύμφωνα με το φύλο με το οποίο ταυτίζονται.[5] Η δυσφορία φύλου δεν πρέπει να συγχέεται ούτε να ταυτίζεται με την ομοφυλοφιλία.[1]
Ορολογία
Διεμφυλικός (Transgender): Όρος για όσους δεν αισθάνονται ότι ταυτίζονται με το φύλο στο οποίο έχουν καταταχθεί κατά την γέννα, το βιολογικό τους φύλο.[6] Χρησιμοποιείται ως επίθετο και όχι ως ουσιαστικό.[7]
Τρανσέξουαλ (Transexual): Ο όρος χρησιμοποιείται για όσους έχουν μεταβάλει μόνιμα το σώμα τους, είτε με χειρουργική επέμβαση είτε με ορμονοθεραπεία.[6] Χρησιμοποιείται ως επίθετο και όχι ως ουσιαστικό. [7]
Τρανς: Όρος "ομπρέλα" που συμπεριλαμβάνει τους transgender και τους τρανσέξουαλ. [7]
Gender Nonconformity: δηλαδή μη συμμόρφωση στο φύλο, καλείται η κατάσταση στο οποίο ένα άτομο δεν παρουσιάζει τα κοινωνικά και ψυχολογικά χαρακτηριστικά που παρουσιάζει το βιολογικό του φύλο. [8]
Τραβεστί (Crossdresser): Περιγράφει όσους επιθυμούν να φοράνε ρούχα του αντίθετου φύλου. Ο όρος Drag Queen περιγράφει τους τραβεστί που ντύνονται έτσι για λόγους ψυχαγωγίας και θεάματος. [6]
Επιδημιολογία
Οι έρευνες για την συγκεκριμένη διαταραχή παρουσιάζουν αρκετά μεθοδολογικά προβλήματα.Υπολογίζεται πως το 0,03% - 3% των αγοριών και το 0,01%- 1,5% των κοριτσιών θα βιώσουν την διαταραχή. Πάντως η "αγορίστικη" συμπεριφορά των κοριτσιών είναι ένα συχνό (16%-19%) παροδικό φαινόμενο της ανάπτυξης τους, γεγονός που κάνει την διάγνωση της δυσφορίας φύλου στα κορίτσια αρκετά πολύπλοκη. Τέλος, σε ηλικίες 4-11 χρονών, 3%-6% των αγοριών εμφανίζει κοριτσίστικη συμπεριφορά.[9] Τα νούμερα αυτά υπολογίζονται από ασθενείς που ζητούν ιατρική βοήθεια και θεραπεία, οπόταν πιθανόν να είναι αρκετά μικρότερα από τους πραγματικούς αριθμούς. [5]
Σημεία και Συμπτώματα
Στα παιδιά, τα συμπτώματα είναι τα ακόλουθα
Συνεχώς αναφέρουν πως ταυτίζονται με το αντίθετο φύλο (από αυτό με το οποίο χαρακτηρίστηκαν μετά την γέννα)
Ισχυρή επιθυμία για φίλους απο το φύλο με το οποίο ταυτίζονται.
Απόρριψη ρούχων και παιχνιδιών τα οποία σχετίζονται κυρίως με το γενετήσιο τους φύλο.
Αρνηση ούρησης με τον τρόπο που ουράνε τα αγόρια ή κορίτσια. (όρθιοι ή καθιστοί)
Εκφραση επιθυμίας να αποχωριστούν τα γεννητικά τους όργανα
Εκτίμηση ότι μεγαλώνοντας θα καταλήξουν στο φύλο στο οποίο ταυτίζονται
Έκφραση αηδίας για τις αλλαγές στο σώμα τους κατά την περίοδο της εφηβίας. [1]
Επιπλέον, τα συμπτώματα από την Δυσφορία Φύλου στα παιδια μπορεί να ειναι κοινωνική απομόνωση, αγχος και κατάθλιψη.[10] Τα παιδιά με την συγκεκριμένη δυσφορία είναι πιο πιθανόν να τύχουν παρενόχλησης στο σχολείο ή σε δημοσια ιδρύματα φροντίδας παιδιών[11]
Σε έφηβους και ενήλικες, τα συμπτώματα είναι:
Αυξημένη δυσφορία και άγχος για το φύλο τους και από τα πρωτεύοντα και δευτερεύοντα σεξουαλικά χαρακτηριστικά
Έντονη επιθυμία να απαλλαγούν από τα πρωτεύοντα και δευτερεύοντα σεξουαλικά χαρακτηριστικά (ή να εμποδίσουν την ανάπτυξη αναμενόμενων δευτερογενών χαρακτηριστικών)
Έντονη επιθυμία για απόκτηση πρωτευόντων και δευτερευόντων χαρακτηριστικών του αντίθετου φύλου
Έντονη επιθυμία να είναι το αντίθετο φύλο (ή κάποιο εναλλακτικό)
Έντονη επιθυμία να τυγχάνουν μεταχείριση από την κοινωνία ως μέλη του αντίθετου (ή εναλλακτικού) φύλου
Έντονη πεποίθηση πως τα αισθήματα και αντιδράσεις τους, ταυτίζονται με το αντίθετο (ή κάποιο εναλλακτικό) φύλο. [12]
Οι ενήλικες με δυσφορία έχουν αυξημένο κίνδυνο για απομόνωση, κατάθλιψη, χαμηλή αυτοεκτίμηση και τάσεις αυτοκτονίας.[10] Μια εργασία στις ΗΠΑ με 6,450 ανθρώπους έδειξε πως το 41% είχαν αποπειραθεί να αυτοκτονήσουν, αρκετά ψηλότερο από το 1,6% του εθνικού μέσου όρου. Βρέθηκε επίσης πως οι απόπειρες αυτοκτονίας ήταν πολύ λιγότερες ανάμεσα στους ανθρώπους που είχαν ισχυρούς οικογενειακούς δεσμούς.[13][14]
Ορισμένοι ερευνητές αναφέρουν πως οι άνθρωποι με Δυσφορία Φύλου υποφέρουν επειδή στιγματίζονται και θυματοποιούνται[15] και πως εαν η κοινωνία ήτανε λιγότερο αυστηρή απέναντι στους συγκεκριμένους ανθρώπους, θα υποφέραν λιγότερο.[16]
Αντιμετώπιση
O στόχος της αντιμετώπισης της Δυσφορίας φύλου, δεν είναι να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο βλέπει κάποιος τον εαυτό του, αλλά να αντιμετωπιστεί το άγχος που προκύπτει και οι αιτίες που το προκαλούνε. Οι συνηθεις επιλογές είναι α)να ντύνονται και να συμπεριφέρονται σαν το αντίθετο φύλο, β)να λάβουν ορμονοθεραπεία ή/και να γ)να υποβληθούν σε χειρουργική θεραπεία.[4] Η μεγάλη πλειονότητα όσων επιχείρησαν να αλλάξουν το σώμα τους είναι ικανοποιημένοι από τα αποτελέσματα.[4] Η αντιμετώπιση καθορίζεται από την ηλικία του ανθρώπου με δυσφορία φύλου.[17]
Τα παιδιά που φτάνουν την εφηβεία, έχουν επιλογή για ορμονοθεραπεία με ανάλογα εκλυτικής ορμόνης των γοναδοτροπινών. Προκαλείται έτσι αναστολή έκλυσης ορμονών απο το σώμα που εκκινούν την εμφάνιση των χαρακτηριστικών του φύλου κατά την εφηβεία. Η αναστολή της εφηβίας σκοπό έχει να βοηθήσει το παιδί να πλησιάσει σε μια ηλικία που μπορεί να πάρει μια ενημερωμένη απόφαση για το αν θα προχωρήσει σε χειρουργική ή ορμονική αλλαγή φύλου.[18]Η ορμονοθεραπεία είναι πλήρως αναστρέψιμη.[17]
Οι ενήλικοι έχουν να επιλέξουν ορμονοθεραπεία (διαφορετική απο την ορμονοθεραπεία για τα παιδιά) καθώς και χειρουργική επέμβαση. Η ορμονοθεραπεία ενηλίκων βασίζεται πάνω στην τεστοστερόνη (αρρενοποίηση) ή τα οιστρογόνα (θηλυκοποίηση). Με την τεστοστερόνη, θα αποκτήσει ο άντρας περισσότερες τρίχες στο σώμα και το πρόσωπο, περισσότερους μυς και η περίοδος θα σταματήσει. Με τα οιστρογόνα, η γυναίκα θα χάσει μυική μάζα, το πέος θα μειωθεί σε μέγεθος, το στήθος θα αυξηθεί σε όγκο, όμως η φωνή δεν θα μεταβληθεί. Για αλλαγή της φωνής απαιτείται χειρουργική επέμβαση, συνηθέστερη είναι η κρικοθυρεοειδικη συμπλησίαση.[19] Η ορμονοθεραπεία στοχεύει να μειώσει την σύγκρουση ανάμεσα στην ταυτότητα φύλου που βιώνει ο άνθρωπος και να αισθανθεί καλύτερα με το σώμα του. Για αρκετούς αυτό είναι αρκετό, ενώ άλλοι επιλέγουν και την χειρουργική θεραπεία. [17]
Η χειρουργική θεραπεία, για τον άντρα, μπορεί να συμπεριλαβει αφαίρεση μαζικών αδένων, υστερεκτομή, σαλπιγκο-ωοθηκεκτομή, φαλλοπλαστική και οσχεοπλαστική. Για την γυναίκα μπορεί να συμπεριλάβει πρόσθεση στήθους, χειρουργική θηλυκοποίηση προσώπου, αφαίρεση πέους, όρχεων, αιδιοπλαστική, κολποπλαστική και κλειτοριδοπλαστική. [17] Τα ποσοστά ικανοποίησης από την χειρουργική θεραπεία ανέρχονται εως και 96%.[17]
Ηλικία έναρξης φυλομετάβασης
Η ηλικία έναρξης θεραπείας αποτελεί σημείο τριβής στις Δυτικές κοινωνίες. Η δυσκολία χάραξης πολιτικής έγκειται στην αδυναμία να επιβεβαιωθεί η ενημερωμένη συγκατάθεση από τους έφηβους καθώς και το γεγονός ότι σε αρκετούς έφηβους μεταβάλλεται η ταυτότητα που αισθάνονται με την πορεία του χρόνου. Πάντως, έρευνες στην Ολλανδία, όπου η ηλικία έναρξης της μετάβασης είναι στα 16 χρόνια[20] έδειξαν πως αν γίνει προσεκτική επιλογή των ατόμων με δυσφορία φύλου, τα αποτελέσματα ικανοποίησης είναι αρκετά ψηλά στην ενήλικη ζωή.[21]
↑Ansara, Y. Gavriel; Hegarty, Peter (2012). «Cisgenderism in psychology: pathologising and misgendering children from 1999 to 2008». Psychology and Sexuality3 (2): 137–60. doi:10.1080/19419899.2011.576696.
↑Bryant, Karl Edward (2007). The Politics of Pathology and the Making of Gender Identity Disorder. Ann Arbor, Michigan: ProQuest Dissertations & Theses (PQDT). σελ. 222. ISBN9780549268161.
↑Giordano, Simona (2012). Children with Gender Identity Disorder: A Clinical, Ethical, and Legal Analysis. New Jersey: Routledge. p. 147. ISBN0415502713.