Σύμφωνα με τον βιογράφο Άρνολντ Χαουμπράκεν, ο πατέρας του είχε αποκοπεί από τη μήτρα της μητέρας του και έζησε ως εκ θαύματος ως "αγέννητο παιδί". Ο Χαουμπράκεν πήρε τις βιογραφικές αυτές πληροφορίες σχετικά με τον ντε Μπι από τον Χ. Πότερ, ο οποίος ανέφερε ότι ο Άντριεν ντε Μπι έμαθε να ζωγραφίζει μαθητεύοντας αρχικά στον ζωγράφο Βάουτερ Αμπτς (Wouter Abts).[8] Σε ηλικία 18 ετών έφυγε για το Παρίσι, όπου σπούδασε για δύο χρόνια με τον Ρούντολφ Σχόοφ (Rudolf Schoof), ο οποίος τότε ήταν ζωγράφος στην Αυλή του Λουδοβίκου ΙΓ΄ της Γαλλίας.[9] Από εκεί αναχώρησε για τη Ρώμη, όπου διέμεινε επί έξι έτη. Από εκεί επισκέφθηκε τις πιο σημαντικές πόλεις της Ιταλίας όπου για τα επόμενα τρία χρόνια ζωγράφιζε για λογαριασμό Καρδιναλίων κυρίως πίνακες με χρυσές και ασημένιες πλάκες και πολύτιμους λίθους. Το 1623 επέστρεψε στη Βραβάντη, όπου ζωγράφιζε πορτρέτα και διακοσμήσεις για την εκκλησία του Αγίου Χουμμάρους πάνω από την Αγία Τράπεζα του Αγίου Ελίγιου, προστάτη Αγίου των χρυσοχόων.[10]