Η παλιά ονομασία είναι Κέντροβο και έτσι αναφέρεται επίσημα μετά την απελευθέρωση το 1918 στο ΦΕΚ 152Α - 09/07/1918 να προσαρτάται στην τότε κοινότητα Οστρόβου. Σύμφωνα με μια πηγή, γύρω στο 1900 διέθετε 16 οικίες και πληθυσμό 90 χριστιανών, ενώ κατά τους υπολογισμούς του Βούλγαρου γεωγράφου και πολιτικού Β. Καντσόφ, η οποία όμως ελέγχεται από τον Κουκούδη ως λανθασμένη, την ίδια περίοδο είχε 13 κατοίκους τουρκικής καταγωγής[4]. Σύμφωνα με στατιστική των ελληνικών προξενικών αρχών την εποχή του Μακεδονικού Αγώνα στο χωριό ζούσαν έξι οικογένειες σλαβόφωνων πατριαρχικών (συνολικά 27 κάτοικοι), οι οποίοι το επόμενο διάστημα - κατά μια εκδοχή - μετοίκησαν ομαδικά στο Μεσημέρι Πέλλας[4]. Παράλληλα, αναφέρεται μια νομαδική εγκατάσταση Βλάχων σε κτήματα ιδιοκτησίας Αλβανών μπέηδων του Μοναστηρίου, η οποία τα επόμενα χρόνια έλαβε μόνιμη μορφή, ενώ το 1910 ή 1911, οι Βλάχοι εξαγόρασαν το τσιφλίκι με ρουμανική οικονομική βοήθεια και ακολούθως δημιούργησαν ρουμανικό σχολείο και εκκλησία[5].
Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους περιήλθε στην Ελλάδα και σύμφωνα με την απογραφή που διενεργήθηκε το 1913 είχε 390 κατοίκους, αν και αρχειακές εκτιμήσεις εκείνου του έτους και του επόμενου καταγράφουν 690 και 305 κατοίκους αντίστοιχα, με τις πληθυσμιακές αυξομειώσεις να αποδίδονται στις εποχιακές μετακινήσεις των ντόπιων κτηνοτρόφων[6]. Τη δεκαετία του 1920, μεγάλο μέρος των Ρουμανόβλαχων του χωριού μετανάστευσε στη Ρουμανία. Μετά το τέλος της Κατοχής σταμάτησε η λειτουργία του τοπικού ρουμανικού σχολείου, ενώ την περίοδο του Εμφυλίου η πλειοψηφία των κατοίκων εγκαταστάθηκε στην Έδεσσα και τη Νάουσα[7].
↑Αστέριος Ι. Κουκούδης, Μελέτες για τους Βλάχους, τόμος Δ΄. Οι Βεργιάνοι Βλάχοι και οι Αρβανιτόβλαχοι της Κεντρικής Μακεδονίας, εκδόσεις Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 363.