Οι Πέρσες συγκεντρώνουν στόλο με πλοία από τους Φοίνικες, τους Κίλικες και τους Κύπριους υπό την ηγεσία του έμπειρου Αθηναίου ναυάρχου Κόνωνα, και καταλαμβάνουν με αυτόν τη Ρόδο.[1]
Οι Καρχηδόνιοι αναγκάζονται να άρουν τη μακρά πολιορκία των Συρακουσών εξαιτίας μιας επιδημίας[2] και της ήττας τους από τον Διονύσιο των Συρακουσών, αλλά φεύγοντας από τη Σικελία λεηλατούν και καταστρέφουν τη Μεσσήνη. Στο ταξίδι της επιστροφής προς την Καρχηδόνα, ο στρατηγός τους Ιμίλκας αυτοκτονεί.[3]
Ο βασιλιάς Αγησίλαος Β΄ της Σπάρτης εκστρατεύει επιτυχώς στη Μικρά Ασία εναντίον των Περσών σατραπών Φαρνάβαζου και Τισσαφέρνη. Νικά τον δεύτερο σε μάχη στις Σάρδεις και συμφωνεί μαζί του τρίμηνη ανακωχή προς διεξαγωγή διαπραγματεύσεων. Ωστόσο οι διαπραγματεύσεις αποβαίνουν άκαρπες, οπότε με τη λήξη της ανακωχής ο Αγησίλαος εκτελεί επιδρομή στη Φρυγία, από όπου αποκομίζει μια τεράστια ποσότητα λαφύρων, καθώς ο Τισσαφέρνης έχει συγκεντρώσει τα στρατεύματά του στην Καρία.[4]
Ο Μάρκος Φούριος Κάμιλλος κηρύσσεται δικτάτορας από τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία.[5] Κατορθώνει τελικώς να αλώσει και να καταστρέψει την ετρουσκική πόλη Βήιοι[6] στη νότια Ετρουρία, μετά από μια πολιορκία που σύμφωνα με τον θρύλο διάρκεσε 10 χρόνια. Η άλωση των Βηίων και των γύρω εδαφών είναι η πρώτη μεγάλη επέκταση της Ρώμης, που διπλασιάζει την έκταση του κράτους της μετά από τη νίκη αυτή.