Ο Χριστιανός, δανικά Kristian (10 Απριλίου 1603 - 2 Ιουνίου 1647) από τον Οίκο του Όλντενμπουρκ ήταν εκλεγμένος πρίγκιπας της Δανίας (1610-47) και διάδοχος της Νορβηγίας (1603-47).
Γεννήθηκε στο κάστρο Κοπενχάγκεν. Στη Νορβηγία η μοναρχία ήταν κληρονομική και έτσι από τη γέννησή του ο Χριστιανός ήταν εκεί διάδοχος. Στη Δανία όμως ο βασιλιάς εκλεγόταν από το Συμβούλιο του βασιλείου· ωστόσο εκείνος πρότεινε διάδοχο και το Συμβούλιο δεν είχε άλλον υποψήφιο[5]. Ο πατέρας του τον αναγνώρισε ως υποψήφιο πρίγκιπα της Δανίας[6] και το Συμβούλιο και οι αντιπρόσωποι των επαρχιών τον υποστήριξαν: ο Χριστιανός χαιρετίστηκε δημόσια ως εκλεγμένος πρίγκιπας το 1610[6].
Εκπαιδευτές του ήταν ο Νηλς Γιόργκενσεν Αιρύλεους και ο Γιέσπερ Μπρόχμαντ[6]. Το 1625 η Δανία εισήλθε στον Τριακονταετή Πόλεμο (1618-48)[7] και ενώ ο Χριστιανός Δ΄ διοικούσε στο πεδίο της μάχης το στρατό, ο διάδοχος ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας. Μεταξύ των διοικητικών του καθηκόντων συμμετείχε σε κάποιες μάχες, μάλιστα τραυματίστηκε από δύο σφαίρες το 1626. Η στρατιωτική παρέμβαση της Δανίας δεν είχε επιτυχία και ο εχθρικός στρατός εισέβαλε στην Γιουτλάνδη το 1627. Ο διάδοχος υποχώρησε και κατά τη διαδικασία, πέφτοντας από ένα κάρο, έσπασε το πόδι του[6].
Η σχέση του με την Άννα Λύκκε έγινε αφορμή σύγκρουσης με τον πατέρα του, ο οποίος τη συνέλαβε και προσπάθησε να την κατηγορήσει για μαγεία. Ο διάδοχος απογοητεύτηκε και ασχολιόταν λιγότερο με την πολιτική.
Μετά το γάμο του
Το 1632 έγινε διοικητής του Σλέσβιχ & Χόλσταϊν. Νυμφεύτηκε τη Μαγδαληνή-Σίβυλλα, κόρη του εκλέκτορα της Σαξονίας και ο γάμος έγινε με μεγάλους εορτασμούς. Το ζεύγος εγκαταστάθηκε στο κάστρο Νύκιμπινκ του Φάλστερ. Το 1644 ο πατέρας του έφυγε στον Πόλεμο του Τόρστενσον (1643-45) και ο διάδοχος ανέλαβε τη διακυβέρνηση. Όταν μετέβη στο φρούριο Μάλμι οι Σουηδοί απείλησαν την πόλη, αλλά ο Χριστιανός είχε ασθενήσει και αποσύρθηκε στη Κοπεγχάγη[6].
Είχε τη φήμη οκνηρού και πότη[8]. Απέκτησε υπέρογκα χρέη και παρά το ότι ο πατέρας του πλήρωσε μερικά από αυτά, του έμεινε χρέος 215.000 ριγκσντάλερ το 1647. Είχε δανειστεί από τον δούκα του Γκόττορπ ένα ποσό για να μεταβεί σε λουτρά της Βοημίας. Ξεκίνησε το ταξίδι, όμως μετά τη Δρέσδη ασθένησε και στο κάστρο Γκόρμπιτς απεβίωσε· ήταν 44 ετών. Τάφηκε στο ναό της Παναγίας στην Κοπεγχάγη και οκτώ έτη μετά το λείψανό του μεταφέρθηκε στον καθεδρικό του Ρόσκιλντε[6]. Το επόμενο έτος απεβίωσε και ο πατέρας του.