Η Τσαγιέρα του Ράσελ (αγγλ.Russell's Teapot), συχνά αποκαλούμενη και Θεϊκή ή Επουράνια Τσαγιέρα, είναι μία μεταφορά που χρησιμοποίησε ο φιλόσοφος Μπέρτραντ Ράσελ (1872-1970) σύμφωνα με την οποία, για ένα ισχυρισμό ο οποίος δεν μπορεί να διαψευσθεί, το βάρος της απόδειξης το φέρει αυτός που κάνει τον ισχυρισμό και όχι αυτός που προσπαθεί να τον καταρρίψει. Χρησιμοποιείται κυρίως ως επιχείρημα για τη μη ύπαρξη του Θεού από τους σκεπτικιστές.
Πρωτότυπο Κείμενο
Σε ένα αδημοσίευτο άρθρο του περιοδικού Illustrated το 1952, με τίτλο «Is there a God?» (Υπάρχει Θεός;), ο Ράσελ έγραψε[1] :
(Αγγλ.:) «If I were to suggest that between the Earth and Mars there is a china teapot revolving about the sun in an elliptical orbit, nobody would be able to disprove my assertion provided I were careful to add that the teapot is too small to be revealed even by our most powerful telescopes.
But if I were to go on to say that, since my assertion cannot be disproved, it is an intolerable presumption on the part of human reason to doubt it, I should rightly be thought to be talking nonsense.
If, however, the existence of such a teapot were affirmed in ancient books, taught as the sacred truth every Sunday, and instilled into the minds of children at school, hesitation to believe in its existence would become a mark of eccentricity and entitle the doubter to the attentions of the psychiatrist in an enlightened age or of the Inquisitor in an earlier time.»
Bertrand Russell
(Ελλ.:) «Αν έλεγα ότι μεταξύ Γης και Άρη υπάρχει μία πορσελάνινη τσαγιέρα σε ελλειπτική τροχιά γύρω απο τον ήλιο, κανείς δεν θα μπορούσε να διαψεύσει τον ισχυρισμό μου, αρκεί να πρόσθετα ότι η τσαγιέρα είναι τόσο μικρή που δεν θα μπορούσαν να την ανιχνεύσουν ούτε τα πιό ισχυρά τηλεσκόπιά μας.
Όμως, αν στη συνέχεια έλεγα ότι, αφού ο ισχυρισμός μου δεν μπορεί να διαψευστεί, θα ήταν ασυγχώρητη απρέπεια να τον αμφισβητούμε με την λογική μας, τότε οι περισσότεροι δικαίως θα θεωρούσαν ότι έλεγα ανοησίες.
Αν όμως η ύπαρξη μιας τέτοιας τσαγιέρας αναφερόταν σε πανάρχαια βιβλία, και διδασκόταν ως ιερή αλήθεια κάθε Κυριακή, και ενσταλαζόταν στα μυαλά μικρών παιδιών στo σχολείo, τότε, το να διστάζεις να πιστέψεις στην ύπαρξή της θα ήταν δείγμα εκκεντρικότητας που σε φωτισμένους καιρούς θα απέφερε στον αμφισβητία το προνόμιο της ψυχιατρικής φροντίδας ενώ, σε πιο πρώιμη περίοδο, την Ιερά Εξέταση.»
Μπέρτραντ Ράσελ
Σύγχρονη χρήση
Ο άθεος συγγραφέας και επιστήμονας Ρίτσαρντ Ντόκινς, στο βιβλίο του «εφημέριος του Διαβόλου» (A Devil's Chaplain), χρησιμοποίησε την Τσαγιέρα του Ράσελ, με παρόμοιο τρόπο, ως επιχείρημα ενάντια σε αυτό που ονόμασε «αγνωστικιστική συμφιλίωση», τον συμβιβασμό που επιτρέπει την ύπαρξη των τομέων φιλοσοφίας που ασχολούνται αποκλειστικά με θρησκευτικά θέματα. Η επιστήμη δεν έχει τρόπο να αποδείξει την ύπαρξη ή μη ύπαρξη του θεού.[σημείωση 1] Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τους συμφιλιωτές αγνωστικιστές, επειδή είναι θέμα προσωπικής προτίμησης, η πίστη και η δυσπιστία σχετικά με την ύπαρξη ενός υπέρτατου όντος είναι εξίσου άξιες σεβασμού και προσοχής. Ο Ντόκινς παρουσιάζει την τσαγιέρα ως απαγωγή σε άτοπο αυτής της θέσης: εφόσον ο αγνωστικισμός απαιτεί απόδοση ίσου σεβασμού προς την πίστη και τη δυσπιστία περί ύπαρξης ενός υπέρτατου όντος, τότε θα πρέπει επίσης να δίδει τον ίδιο σεβασμό και στην πίστη για την ύπαρξη της τσαγιέρας δορυφόρου, δεδομένου ότι η ύπαρξη της τσαγιέρας σε τροχιά μεταξύ Γης και Άρη είναι εξίσου εύλογη επιστημονικά με την ύπαρξη ενός ανώτατου όντος.[2]
↑ Η αδυναμία της επιστήμης να αποδείξει την μη ύπαρξη του θεού χρήζει ιδιαίτερης προσοχής για το τι ακριβώς θεωρεί η επιστήμη βεβαιότητα ή για το πόσο ένα πιθανό γεγονός είναι «σχεδόν βέβαιο» ή «σχεδόν αβέβαιο». Παραδείγματος χάριν εάν κάποιος ρίξει ένα νόμισμα 1.000.000 φορές η επιστήμη δεν θεωρεί βεβαιότητα ούτε θεωρεί ότι είναι «σχεδόν βέβαιο» ότι δεν θα έρθει 1.000.000 φορές «γράμματα». (Η πιθανότητα να έρθει 1.000.000 φορές γράμματα είναι 2−1.000.000, αριθμός μεγαλύτερος από το μηδέν άρα όχι απίθανο). Πολλά επιχειρήματα θεϊστών βρίσκονται πίσω από αυτήν την «φαινομενική» αδυναμία της επιστήμης να αποδείξει την μη ύπαρξη του θεού, παρόλο αυτά δεν θα βρεθεί ποτέ ένας από αυτούς να στοιχηματίσει στο σενάριο του 1.000.000 φορές γράμματα, πιθανότητα την οποία η επιστήμη επίσης δεν αποκλείει.