|
Αυτό το λήμμα παρουσιάζει το θέμα από ελληνική οπτική γωνία ή δίνει δυσανάλογο βάρος στην ελληνική πτυχή ενός παγκόσμιου θέματος. Προσπαθήστε να το ανασκευάσετε ή και να προσθέσετε πληροφορίες έτσι ώστε να καλύπτει πληρέστερα και περισσότερο ουδέτερα το θέμα. Παρακαλούμε δείτε τη σχετική συζήτηση στη σελίδα συζήτησης του λήμματος. |
|
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 22/09/2011. |
Ο Ναύαρχος (Νχος) είναι ο ανώτατος στρατιωτικός βαθμός (OF-9) που συναντάται στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό και στο Λιμενικό Σώμα-Ελληνική Ακτοφυλακή. Είναι επιφορτισμένος με την ηγεσία ολόκληρου του Στόλου της χώρας και λαμβάνει σειρά αποφάσεων που μπορεί να έχει μικρό ή και μεγάλο αντίκτυπο στο Πολεμικό Ναυτικό. Οι αντίστοιχοι ανώτατοι βαθμοί στο Στρατό Ξηράς είναι ο Στρατηγός και στην Πολεμική Αεροπορία ο Πτέραρχος.
Ο Ναύαρχος όπως και ο Στρατηγός και ο Πτέραρχος όμως δεν είναι μόνο βαθμός αλλά και τίτλος. Αυτό ισχύει σε όλες τις Χώρες και γι’ αυτό Ναύαρχος προσαγορεύεται κάθε Υποναύαρχος και Αντιναύαρχος όταν δεν είναι Αρχηγός ή Υπαρχηγός.
Αρχαία Ελλάδα
Η λέξη «ναύαρχος» συναντάται ήδη από την αρχαία ελληνική γλώσσα και προέρχεται από το ναῦς (πλοίο) + ἄρχω (διοικώ).
Πολλά αρχαία κράτη, συμπεριλαμβανομένης της θαλασσοκράτειρας Αθήνας, δεν χρησιμοποιήσαν τον όρο για τους ναυτικούς τους διοικητές, χρησιμοποιώντας αντ' αυτού τον όρο «στρατηγός», καθότι δεν γινόταν διάκριση μεταξύ χερσαίων και ναυτικών επιχειρήσεων, και δεν υφίστατο μόνιμο ναυτικό με δική του ιεραρχία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο όρος «ναύαρχος» πρωτοχρησιμοποιήθηκε από μια κατ' εξοχήν χερσαία δύναμη, τη Σπάρτη, όταν εμφανίστηκε η ανάγκη να δημιουργηθεί ξεχωριστή διοίκηση για το στόλο της κατά τη διάρκεια των Περσικών Πολέμων. Πλέον εξέχων Σπαρτιάτης «ναύαρχος» ήταν ο Λύσανδρος κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Ο όρος επεκτάθηκε κατόπιν σε αρκετά ελληνικά κράτη, και χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα στα ελληνιστικά χρόνια, με την ίδρυση μεγάλων και μόνιμων στόλων.
Σύγχρονη Ελλάδα
Ιστορία
Στη σύγχρονη Ελλάδα, ο όρος εισήχθη κατά την Ελληνική Επανάσταση, όπου «ναύαρχος» (όπως και ο συναφής «στόλαρχος») ήταν αρχικά όρος για του διοικητή ενός εκ των στόλων των ναυτικών νήσων, και κατόπιν του ενωμένου ελληνικού στόλου. Έτσι π.χ. ο Ανδρέας Μιαούλης ήταν ναύαρχος του στόλου της Ύδρας, με αντιναύαρχο τον Γεώργιο Σαχτούρη, ενώ των Σπετσών ναύαρχος ήταν ο Γεώργιος Ανδρούτσος με αντιναύαρχο τον Ιωάννη Κυριακού.
Με την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους όμως, και την δημιουργία ιεραρχίας βαθμών κατά τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα, ο ναύαρχος ορίστηκε ως ο ανώτατος βαθμός του ναυτικού, και ως εκ τούτου τον κατείχε συνήθως ο εκάστοτε Βασιλιάς της Ελλάδας, όπως άλλωστε και τον βαθμό του στρατηγού για το στρατό ξηράς. Η πρακτική αυτή συνεχίστηκε μέχρι το 1939, όταν ο βασιλιάς έλαβε τον ανώτερο βαθμό του αρχιναυάρχου.
Ελάχιστες ήταν οι περιπτώσεις αξιωματικών καριέρας που έλαβαν το βαθμό, όπως ο Παύλος Κουντουριώτης, ο Σοφοκλής Δούσμανης και ο Αντώνιος Κριεζής· ούτε καν ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης, όπως ο Μιαούλης, ο Ανδρούτσος, ή ο Κωνσταντίνος Κανάρης, δεν υπερέβησαν το βαθμό του αντιναυάρχου. Ιδιαίτερη περίπτωση ήταν ο βασιλόπαις Γεώργιος, ο οποίος είχε ήδη σε νεαρή ηλικία λάβει το βαθμό του ναυάρχου στο Ρωσικό Αυτοκρατορικό Ναυτικό και το Δανικό Βασιλικό Ναυτικό, και κατόπιν, το 1939, έλαβε και τον βαθμό στο ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό.
Αρχηγός ΓΕΕΘΑ
Περί το 1970, στα πλαίσια εναρμονισμού με τα ισχύοντα στο ΝΑΤΟ, όπου οι επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων των χωρών-μελών ήταν αξιωματικοί "τεσσάρων αστέρων", καθιερώθηκε και ο Έλληνας Αρχηγός ΓΕΕΘΑ να φέρει το βαθμό του ναυάρχου αν προέρχεται από το ναυτικό, ή αντίστοιχο για τους άλλους δυο κλάδους των ενόπλων δυνάμεων. Στο πρόσφατο παρελθόν, ναύαρχοι έχουν διατελέσει οι Αρχηγοί ΓΕΕΘΑ Παναγιώτης Χηνοφώτης (2005 - 2007) και Ευάγγελος Αποστολάκης (2015 - 2019).
Ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ αν και είναι ο μόνος που έχει το βαθμό, δεν προσαγορεύεται Ναύαρχος αλλά με τη φράση "κύριε Αρχηγέ".[1]
Ναύαρχος (ε.α.)
Επίσης, ο βαθμός του «Ναυάρχου εν αποστρατεία» (ε.α.) απονέμεται κατόπιν απόφασης του ΚΥ.Σ.Ε.Α. σε απόστρατους αντιναυάρχους του Πολεμικού Ναυτικού και του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, που τερμάτισαν ευδοκίμως την σταδιοδρομία τους.
-
Επωμίδα ναυάρχου στο ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό (1975 κ.ε.)
-
Επωμίδα του ναυάρχου στο ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό (1959-1973)
-
Επιχειρίδια ναυάρχου στο ελληνικό Β.Ν./Π.Ν. (1922 κ.ε.)
-
Επιχειρίδια μικράς στολής ναυάρχου στο ελληνικό Β.Ν. (περ. 1890-περ. 1922)
Άλλες χώρες
Στο Πολεμικό Ναυτικό αγγλόφωνων χωρών, ο αντίστοιχος βαθμός καλείται Admiral. Σε πολλά κράτη με μεγάλους στόλους δεν είναι ο ανώτατος βαθμός, καθώς υπάρχει και ένας ακόμα υψηλότερος, ο Αρχιναύαρχος (Admiral of the Fleet ή Fleet Admiral / Στόλαρχος), που είναι βαθμός πέντε αστέρων, αντίστοιχος του Στρατάρχη του Στρατού Ξηράς και του Στρατάρχη (Αρχιπτέραρχου) της Πολεμικής Αεροπορίας.
Στο Πολεμικό Ναυτικό της Ναζιστικής Γερμανίας υπήρξε επίσης και ο βαθμός Großadmiral (Μέγας Ναύαρχος), τον οποίο κατείχαν μόνον οι Έριχ Ρέντερ και Καρλ Ντένιτς και είναι ομοίου βαθμού με τον Αρχιναύαρχο.
Δείτε επίσης
Παραπομπές
Εξωτερικοί σύνδεσμοι