Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 14/02/2020.
Η Κομητεία της Αραγωνίας αρχικά προορίζονταν για την προστασία των περασμάτων των κεντρικών Πυρηναίων από τους Μαυριτανούς, κατά όμοιο τρόπο όπως το Δουκάτο της Βασκωνίας και η Ισπανική Μαρκιωνία προστάτευαν την δύση και την ανατολή. Η Αραγωνία ωστόσο παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό εκτός της επιρροής των ονομαστικών της Καρολίδων αρχόντων, αν και ήταν σαφέστατα ένα Φραγκικό δημιουργία και όχι μία διακριτή περιοχή κάποιας εθνότητας. Ο νωρίτερος πιστοποιημένος τοπικός άρχοντας ήταν ο Αουρέλιο (807), που πιθανώς ήταν Φράγκος, Βησιγοτθικής ή Ισπανο-Ρωμαικής καταγωγής. Η Αραγωνία αυτή φαίνεται με βεβαιότητα πως ήταν ένα συνδυαστικό δημιούργημα από την μία των προσπαθειών της Φραγκοκρατίας για την Ανακατάκτηση εδαφών, και από την άλλη της δραστηριότητας της τοπικής Ισπανο-Βησιγοτθικής ελίτ να ενώσει τον αγροτικό πληθυσμό εναντία στους Μαυριτανούς από την κοιλάδα του Έβρου.
Στο τέλος του 9ου αιώνα, οι Καρολίδες έπαψαν να είναι ισχυροί άρχοντες στις εξωτερικές περιοχές της αυτοκρατορίας τους, ενώ ταυτόχρονα οι Μαυριτανοί της κοιλάδας του Έβρου έπαψαν να είναι απειλή για το Χριστιανικό πληθυσμό στα βόρεια. Καθώς η Καρολίγγεια επιρροή εξασθενούσε, οι κόμητες της Αραγωνίας αναζήτησαν νέους συμμάχους. Το 820 ο υποτελής του Καρλομάγνου, κόμης Αθνάρ Α΄ Γκαλίντεθ, εκδιώχθηκε από την κομητεία από τον γαμπρό του, Γκαρθία «τον Κακό», που ανέβηκε στην εξουσία με την υποστήριξη των στρατευμάτων που του παρείχε ο Ίνιγο Αρίστα, ο διοικητής του νεοσύστατου Βασιλείου της Παμπλόνα. Στη συνέχεια αποκήρυξε τη γυναίκα του για να παντρευτεί την κόρη του Ίνιγο. Το 844, ο Γκαλίντο γιος του Αθνάρ, αναγκάστηκε να γίνει υποτελής του Ίνιγο, προκειμένου να εξασφαλίσει την επιστροφή του και τη διαδοχή την κομητεία. Έπειτα ο κόμης Αθνάρ Β΄ Γκαλίντεθ έχοντας βλέψεις προς το νότο, πάντρεψε την κόρη του με τον Βαλή της Ουέσκας, Μοχάμετ αλ-Ταβίλ.
Οι Ναβαρρέζοι, επέκτειναν το βασίλειό τους και στην περιοχή νότια της Αραγωνίας, μια ζώνη κατεστραμμένη στρατιωτικά από τους Άραβες κατά τις συγκρούσεις των προηγούμενων αιώνων. Η ναβαρρέζικη οχύρωση της περιοχής αυτής περιόρισε σημαντικά τη δυνατότητα της Αραγωνίας να επεκταθεί μέσω της ανακατάκτησης εδαφών, καθώς έκοψε τον προφανή διάδρομο μιας τέτοιας πιθανής κατάκτησης. Ο θάνατος του Γκαλίντο Αθνάρεθ Β´ χωρίς να επιβιώσουν από αυτόν νόμιμοι γιοι για την διαδοχή, οδήγησε σε μια διαίρεση των εδαφών του. Η περιοχή του Σοβράρβε πέρασε μέσω της κόρης του στην Κομητεία της Ριβαγόρθα, ενώ η ίδια η Αραγωνία έπεσε κάτω από τον άμεσο έλεγχο του στέμματος της Παμπλόνα, καθώς ο βασιλιάς Γκαρθία Σάντσεθ Α΄ της Παμπλόνα θα παντρευτεί την Αντρεγότο Γκαλίντεθ, μια άλλη κόρη του αποθανόντος Κόμη.
Κατά τη διάρκεια του αιώνα της άμεσης Ναβαρρέζικης κυριότητας, η μικρή πλέον κομητεία της Αραγωνίας διατήρησε μια ξεχωριστή διοίκηση και στα καταστατικά της αναφερόταν ως «Γη των αρχόντων της Αραγωνίας», ενώ οι κόμητες της διορίζονταν από τους βασιλιάδες, ξεκινώντας με γαμπρό του τελευταίου αυτόνομου κόμη. Τον 10ο αιώνα, το θρησκευτικό κέντρο της κομητείας μεταφέρθηκε νότια, στην μονή του Σαν Χουάν ντε λα Πένια. Η μονή του Σαν Χουάν, σε αντίθεση με την μονή του Αγίου Πέτρου της Σιρέσα, είχε ιδρυθεί από τους χριστιανούς πρόσφυγες από τη Μαυριτανική Σαραγόσα και το μοναστήρι είχε ένα Βησιγοτθικό στρατιωτικό χαρακτήρα. Ενστερνίστηκαν τον πόλεμο με τους Μουσουλμάνους και η Βησιγοτθική ιεροτελεστία αποτέλεσε τον καθιερωμένο τύπο λατρείας.
Το 922, οι κάτοικοι της Αραγωνίας εξασφάλισαν τελικά τη δική τους επισκοπή. Οι παλιοί νομάδες «επίσκοποι της Αραγωνίας» (μερικές φορές αναφέρονταν ως επίσκοποι της Ουέσκας ή της Χάκας) εγκαταστάθηκαν στην κοιλάδα του Μποράου. Οι νέοι επίσκοποι μετέφεραν τακτικά την κατοικία τους σε ένα από τα σημαντικότερα μοναστήρια, όπως του Σαν Χουάν ντε λα Πένια, του Αγίου Πέτρου της Σιρέσα, ή του Σαν Αδριάν της Σάσαβε. Η θέση της επισκοπικής έδρας, αποτελεί επίσης απόδειξη πως οι άνω κοιλάδες στα νότια της χώρας είχαν αρχίσει να γίνονται ολοένα και πιο πυκνοκατοικημένες, καθώς η περιοχή νότια του ποταμού Αραγών οχυρωνόταν περισσότερο και η Μαυριτανική απειλή μειωνόταν περαιτέρω. Αυτή η παραμεθόρια ζώνη βίωνε επίσης την ανανέωση των πληθυσμών της υπό το φως της στρατιωτικοποίησης.
Μετατροπή σε βασίλειο
ο Σάντσο ο Μέγας, ο οποίος είχε ενώσει υπό τον έλεγχό του το μεγαλύτερο μέρος της Χριστιανικής Ιβηρικής, έδωσε τα εδάφη της Αραγωνίας στον νόθο γιο του Ραμίρο ήδη από νωρίς, το 1015. Με τον θάνατο του πατέρα του το 1035 και έπειτα του αδελφού του Γκονζάλο του Σοβράρβε και της Ριβαγόρθα, το 1043, του οποίου τα εδάφη επίσης απέκτησε ο Ραμίρο, κάτεχε πλέον τον πυρήνα αυτού που θα γίνει στην συνέχεια το Βασίλειο της Αραγωνίας.
Arco y Garay, Ricardo del. «España Christiana: Hasta el año 1035, fecha de la Muerte de Sancho Garcés ΙΙΙ» στο España Christiana: Comienzo de la Reconquista (σελ. 711-1038). Ιστορία της Ισπανίας [dirigida por Don Ramón menendez Pidal], τόμος 6. Espasa Calpe: Μαδρίτη, Το 1964.
Bisson, Thomas N. Το Μεσαιωνικό Στέμμα της Αραγωνίας: Μια Σύντομη Ιστορία. Οξφόρδη: Clarendon Press, 1986. ISBN 0-19-821987-3. Για την κομητεία, βλ. σελ. 10–11.