Η Κατταβιά, που σε επίσημα κυρίως έγγραφα αναφέρεται ως Κατταβία[2][3] πιθανόν λόγω της προέλευσης και τονισμού του ονόματος από τον θρυλικό γενάρχη Κάτταβο και τον αρχαίο Δήμο Κατταβίων,[4] είναι χωριό της Ρόδου στα Δωδεκάνησα. Ο κύριος οικισμός τής κοινότητας με τα χαρακτηριστικά του καμαρόσπιτα έχει χαρακτηριστεί ως παραδοσιακός (ΦΕΚ 594/τεύχος Δ΄/13-11-1978).
Γεωγραφικά στοιχεία
Η Κατταβιά βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του νησιού σε μέσο σταθμικό υψόμετρο 59 μ. και σε απόσταση περίπου 80 χλμ. από την πόλη της Ρόδου.[2][5] Ο οικισμός απέχει οδικώς περίπου 3,5 χλμ. από τη δυτική ακτή, 7,5 χλμ. από την ανατολική και 8,5 χλμ. από το νότιο άκρο του νησιού.
Στην ανατολική ακτή υπάρχουν παραλίες κατάλληλες για κολύμβηση όπως του Πλημμυριού, του Ποταμού και του Γερματά ή νοτιότερα οι αμμώδεις του Αγ. Γεωργίου και του Κόρακα. Στη δυτική ακτή ή Πάνω Γιαλό, όπως αποκαλείται από τους ντόπιους, επικρατεί συνήθως έντονος κυματισμός που δυσκολεύει την κολύμβηση. Αποτελεί ωστόσο σημείο θέασης για τη δύση του ήλιου και τις βραχονησίδες του Καράβολα και της Κτενιάς (Χτενιά, Χτένια, Χτενιές). Ο τοπικός θρύλος αναφέρει την Κτενιά σαν μαρμαρωμένο καράβι (πετροκάραβο) ως αποτέλεσμα της τιμωρίας των πειρατών και του πλοίου τους για τη λεηλασία του μοναστηριού της Παναγίας Σκιαδενής και την αρπαγή του εικονίσματός της.
Στο νότιο άκρο δεσπόζει το Πρασονήσι με τον ιδιαίτερο αμμώδη βραχίονα σύνδεσής του με το νησί της Ρόδου και τις διαφορετικές συνθήκες κυματισμού στις εκατέρωθεν ακτές, οι οποίες είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς στους λάτρεις της ιστιοσανίδας. Ανά περιόδους συνήθως ετών η παλίρροια και οι συνθήκες κυματισμού καλύπτουν μικρό ή μεγαλύτερο τμήμα τής λωρίδας άμμου, αποκόπτοντας τη δίοδο στο μικρό νησί. Η λαϊκή δεισιδαιμονία του παρελθόντος θεωρούσε πως όταν τα νερά σκέπαζαν μεγάλο τμήμα της, τότε προμηνύονταν δυσάρεστα γεγονότα.
Τα όρια της κοινότητας της Κατταβιάς εκτείνονται σε 97,3 τετραγωνικά χιλιόμετρα, καταλαμβάνοντας όλο το νότιο άκρο του νησιού. Το έδαφος είναι πεδινό και περιλαμβάνει καλλιεργούμενες εκτάσεις (13.500 στρέμματα), βοσκότοπους (80.700 στρέμματα), δασώδεις εκτάσεις (1.800 στρέμματα) και σπίτια, δρόμους, βράχια, νερά, κ.ά. (1.000 στρέμματα).[5] Κορυφές με υψόμετρο πάνω από τα 200 μ. είναι το Πηλιόκαστο ή Παλαιόκαστρο (262 μ.), ο Σταυρός (262 μ.), η Βίγλα (237 μ.), η Σταυρωτή (222 μ.), ο Γιάρος (219 μ.) και το Όρος (214 μ.).
Μεγάλες εκτάσεις τής Κατταβιάς συγκαταλέγονται με κωδικό GR171 στο διεθνές δίκτυο των Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά[6] και με κωδικούς GR4210005 & GR4210031 στις περιοχές Natura 2000.[7]
Ιστορικά στοιχεία και μνημεία
Βρουλιά
Η περιοχή της Κατταβιάς κατοικείται από τους αρχαίους χρόνους. Ειδικότερα στην τοποθεσία της Βρουλιάς (Υπ. Πολιτισμού-Οδυσσεύς), που βρίσκεται στο νότιο άκρο της Ρόδου απέναντι από το Πρασονήσι, έχει ανασκαφεί από δανική αρχαιολογική αποστολή (1907-1908) ένας από τους σημαντικότερους πρώιμους οικισμούς του αιγαιακού χώρου με συγκροτημένο πολεοδομικό σχεδιασμό (Μια σταγόνα ροδιακής ιστορίας: Αρχαίος οικισμός Βρουλιάς στο Πρασονήσι – YouTube). Ευρήματα από την ανασκαφή, ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγονται τα ξεχωριστά αγγεία τύπου Βρουλιάς (Υπ. Πολιτισμού-Οδυσσεύς), εκτίθενται σε μουσεία της Δανίας και της Κωνσταντινούπολης.[8] Στον ίδιο αρχαιολογικό χώρο απαντάται το ψηφιδωτό δάπεδο μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής, το οποίο ωστόσο αναφέρεται και ως απομεινάρι της ελληνιστικής περιόδου.
Κύρβη - Ιξία
Ένας ακόμη αρχαϊκός παραθαλάσσιος οικισμός με την ονομασία Κύρβη, ο οποίος θεωρείται πως καταστράφηκε από πλημμυρίδα, τοποθετείται στην παραλία του Πλημμυριού. Με μικρότερες πιθανότητες χωροθετείται στην ίδια περιοχή και ο οικισμός Ιξία.[4] Σύμφωνα με την παράδοση στην περιοχή της Κατταβιάς υπήρχαν 44 χωριά, των οποίων καταγεγραμμένες διασώζονται 40 ονομασίες.[9] Αυτά θα πρέπει να θεωρούνται περισσότερο ως μικρές ή μεγαλύτερες τοποθεσίες ύπαρξης οικημάτων πιθανόν διαφορετικών εποχών. Φαίνεται πως σε κάποια περίοδο, η οποία δεν μπορεί να προσδιοριστεί, ικανός πληθυσμός συγκεντρώθηκε στην τοποθεσία που βρίσκεται ο σημερινός οικισμός, δημιουργώντας την τωρινή κύρια κοινότητα της Κατταβιάς. Ο λαϊκός θρύλος θέλει να παίρνει την ονομασία της από τον γενάρχη Κάτταβο. Το βέβαιο είναι ότι όλο το νότιο τμήμα της νήσου Ρόδου κατοικούνταν από τους Καττάβιους, αποτελώντας σημαντικό τμήμα του κράτους της Λίνδου κατά την αρχαιότητα.[10] Στην περιοχή έχουν επίσης εξακριβωθεί πρότερες θέσεις αρχαϊκών καιμυκηναϊκών οικισμών, ενώ σε διάφορες τοποθεσίες όπως στον Άγιο Νικόλαο και στις Αστρακιές έχουν ανασκαφεί μυκηναϊκοί και ελληνιστικοί τάφοι.
Καμάρα
Κοντά στην παραλία του Αγίου Γεωργίου και συγκεκριμένα στην τοποθεσία της Καμάρας, η οποία πήρε την ονομασία της από ένα μικρό σπήλαιο της περιοχής που μοιάζει με καμάρα, υπάρχει μία κατακόμβη ή νεκροθάλαμος χωρίς όμως τεκμηριωμένη χρονολόγηση.[11] Το όρυγμα αυτό είναι αψιδωτής διατομής, έχει μήκος περίπου 110 μ. και διακλαδώνεται σε διαφορετικά υψομετρικά επίπεδα. Ενδιαφέρουσα είναι η ύπαρξη ενός θαλάμου πιθανόν νεκρικού περίπου 18 τ.μ. και ύψους 2,2 μ.. Οι επιχωματώσεις που υπάρχουν στο τέλος της υπόγειας στοάς φανερώνουν πως είτε αυτή εγκαταλείφθηκε ημιτελής είτε έγινε πτώση της οροφής της. Ο θρύλος θέλει το συγκεκριμένο όρυγμα να έχει μήκος πολλών εκατοντάδων μέτρων και να καταλήγει στον Γερματά.
Βίγλες
Στο ακρωτήρι του Γερματά (Άκρα Βιγλί), που είναι ανάμεσα στους κόλπους του Αγίου Γεωργίου και του Πλημμυριού, σώζονται τα ερείπια μιας κυλινδρικής μεσαιωνικής βίγλας συμπαγούς όγκου με διάμετρο 3,8 μ. και υφιστάμενο ύψος 5 μ. (Κάστρα της Ελλάδας: Βίγλα στην Άκρα Γερματάς). Παρόμοια τα υπολείμματα τουλάχιστον άλλης μίας μεσαιωνικής βίγλας εντοπίζονται στον χώρο του Πρασονησιού (Κάστρα της Ελλάδας: Βίγλα Πρασονησίου).
Κάστρο Κατταβιάς
Η Κατταβιά αναφέρεται σαφώς στην περίοδο των Ιπποτών της Ρόδου (1309-1523) να οχυρώνεται για να αμυνθεί από τις επιθέσεις των πειρατών και των Οθωμανών, από τους οποίους κατακτήθηκε το 1522. Μέσα στο χωριό υπήρχε ισχυρό οχυρωματικό σύνολο, όπου έβρισκαν καταφύγιο οι κάτοικοι τόσο της Κατταβιάς όσο και των γύρω χωριών της νότιας Ρόδου. Μετά την καταστροφή τού φρουρίου κατά τον 18ο αι. από τους Οθωμανούς απέμεινε ένας σημαντικός πύργος του, για τον οποίο υπάρχει απεικόνιση (1854) με αναφορές στο οικόσημο του Μεγάλου Μαγίστρου Pierre d’ Aubusson (1476-1503).[12] Σήμερα σώζονται κοντά στην πλατεία του χωριού τα υπολείμματα ενός τμήματος από τη βάση τού συγκεκριμένου κάστρου (Κάστρα της Ελλάδας: Κάστρο Κατταβιάς).
Παλαιόκαστρο
Το προηγούμενο φρούριο συγχέεται συχνά με ένα παλαιότερο της βυζαντινής περιόδου, το οποίο υπήρχε στην κορυφή του Πηλιόκαστρου, όπως αποκαλείται από τους ντόπιους το πυραμιδοειδές ύψωμα (Παλαιόκαστρο, Παλιόκαστρο) που δεσπόζει στον κάμπο της Κατταβιάς. Από αυτό σώζεται σήμερα μια υπόγεια διπλή θολωτή δεξαμενή μαζί με ελάχιστα ερείπια από το τείχος του, καθώς και κάποια υπολείμματα από κτίσματα των Ιταλών (Κάστρα της Ελλάδας: Παλιόκαστρο Κατταβιάς).
Αγροτικός οικισμός Σαν Μάρκο
Ως αποτέλεσμα του Ιταλοτουρκικού πολέμου του 1912 η Κατταβιά μαζί με όλη τη Ρόδο και τα Δωδεκάνησα πέρασε στον έλεγχο των Ιταλών. Από το 1922 ξεκίνησε η προσπάθεια εποικισμού της πεδιάδας του χωριού. Μετά τις σχετικές δημεύσεις και απαλλοτριώσεις των ιδιοκτησιών των ντόπιων ιδρύθηκε με το διάταγμα 77/29-3-1935 ο αγροτικός οικισμός San Marco di Cattavia. Ανεγέρθηκαν διάσπαρτες στον κάμπο αγροικίες ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής για τους εποίκους, καθώς και το κεντρικό κτιριακό συγκρότημα. Αυτό εκτός από την ομώνυμη εκκλησία στο κέντρο του, περιλάμβανε μεταξύ άλλων στις εκατέρωθεν πτέρυγές του γραφεία διοίκησης, δημοτικό σχολείο, φούρνο, αποθήκες, φασιστική λέσχη και υδραγωγείο (Μια σταγόνα Ροδιακής Ιστορίας: Αγροτικός οικισμός San Marco-Άγιος Παύλος – YouTube).[13]
Μεταξουργείο/Φυλακές - Αστυνομικός σταθμός
Σε μικρή απόσταση από το κεντρικό συγκρότημα κατασκευάστηκε ένα ιδιαίτερο κτίσμα με εντυπωσιακή τοξωτή πύλη και επιμήκεις πτέρυγες οικοδομημένες περιμετρικά ενός εσωτερικού τετράγωνου αιθρίου. Η αρχική χρήση τού κτιρίου ήταν ως μεταξουργείου, αλλά σύντομα μετατράπηκε σε αγροτικές φυλακές με την ονομασία Colonia Penale Agricola.[13] Στις ημέρες μας έχει εγκαταλειφθεί και παραμένει χωρίς συντήρηση. Αντίθετα μέσα στο χωριό υπάρχει μέχρι σήμερα ένα ιταλικό κτίριο τυπικής αρχιτεκτονικής, που στέγαζε τον αστυνομικό σταθμό και αναπαλαιώνεται για να λειτουργήσει ως λαογραφικό μουσείο.
Αεροπορική βάση - Πυροβολαρχίες
Στα τέλη της δεκαετίας του 1930 οι Ιταλοί δημιούργησαν στον κάμπο της Κατταβιάς τη μία από τις τρεις αεροπορικές βάσεις του νησιού, από όπου επιχειρούσε η Ιταλική Βασιλική Αεροπορία - Regia Aeronautica (Μια σταγόνα Ροδιακής Ιστορίας: Ιταλικά αεροδρόμια & σταθμός υδροπλάνων Ρόδου – YouTube). Το αεροδρόμιο της Κατταβιάς ή αεροπορείο σύμφωνα με την τοπική του ονομασία, έγινε στόχος της RAF η οποία βομβάρδιζε με σφοδρότητα την περιοχή από το 1941. Οι ίδιοι οι Ιταλοί επίσης, μετά από τις μάχες τους το 1943 σε αυτό το πεδίο με τους Γερμανούς, ανατίναξαν τις υπάρχουσες υποδομές πριν παραδοθούν. Στην ευρύτερη περιοχή οι Ιταλοί διατηρούσαν ικανές στρατιωτικές δυνάμεις. Χαρακτηριστική είναι η ύπαρξη κτιρίων των πυροβολαρχιών Bragadino και Mocenigo σε δύο τοποθεσίες της Κατταβιάς από τις επτά που υπήρχαν συνολικά σε όλο το νησί (Μια σταγόνα Ροδιακής Ιστορίας: Ιταλική πυροβολαρχία Κατταβιάς – YouTube), καθώς και σημαντικών παρατηρητηρίων, πολυβολείων, κλπ. όπως αυτών στην περιοχή του Πρασονησιού.
Φάρος Πρασονησιού
Ο εμβληματικός φάρος του Πρασονησιού κατασκευάστηκε το 1890 από τη Γαλλική Εταιρεία Οθωμανικών Φάρων στο νότιο άκρο τής νησίδας (Υπηρεσία Φάρων: Περιοχές-Χάρτης), όπου υπάρχουν και εμφανή κατάλοιπα από παλαιότερα οικοδομήματα. Ο κυλινδρικός πύργος του έχει ύψος 14 μ. από τα οποία τα 11 μ. είναι λιθόκτιστα με εσωτερική κυκλική σκάλα που καταλήγει σε μεταλλικό κουβούκλιο με υαλοπίνακες. Εκπέμπει φως στα 17 ναυτικά μίλια, αντί για 21 ν.μ. που φωτοβολούσε παλαιότερα, από εστιακό ύψος 65 μ..[14] Το 1986 η λειτουργία του αυτοματοποιήθηκε με σύγχρονα μηχανήματα ηλιακής ενέργειας, που σταδιακά κατέστησαν μη αναγκαία την παρουσία των φαροφυλάκων του (Παραδοσιακοί ελληνικοί Φάροι: Φάρος Πρασονήσι Ρόδου). Οι εγκαταστάσεις του εγκαταλείφθηκαν, ενώ το 1996 έγινε μια πρώτη προσπάθεια συντήρησης του κτιρίου από την Υπηρεσία Φάρων του Πολεμικού Ναυτικού στην οποία φέρεται να ανήκει (αρ. κτιρίου 528/002).[15] Το 2017 με απόφαση που εκδόθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού (ΦΕΚ 37/ΑΑΠ/27-02-2017) ο φάρος χαρακτηρίστηκε ως μνημείο λόγω των αναλλοίωτων αρχιτεκτονικών και μορφολογικών χαρακτηριστικών του.
Ιεροί ναοί και μοναστήρια
Παναγία Καθολική
Στη νότια είσοδο του χωριού βρίσκεται η κοιμητηριακή εκκλησία της Παναγίας Καθολικής, ένας μονόχωρος σταυροειδής λατινικού τύπου ναός, που τιμάται τον δεκαπενταύγουστο στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Οικοδομήθηκε στην περίοδο της ιπποτοκρατίας (1310-1522) πιθανόν επί παλαιότερης βασιλικής, από την οποία διατηρούνται ορισμένα μόνο αρχιτεκτονικά μέλη. Αυτός ίσως είναι ο λόγος που συχνά αναφέρεται ως ναός του 10ου-11ου αι.. Εσωτερικά αγιογραφήθηκε κατά τον 17ο αι. από τον χιώτη μοναχό Γρηγόριο, ενώ το ξυλόγλυπτο τέμπλο του, που χρονολογείται στα 1690-1699, φιλοτεχνήθηκε από κρητικούς καλλιτέχνες. Πριν από το 1859, σύμφωνα με χάραγμα στο θυρόφυλλο του ναού, έγινε η προσθήκη δύο γοτθικών σταυροθολίων στη δυτική όψη του (1839-1856), για χρήση τους ως πρόναου και οστεοφυλακίου, με καινούργιο πλέον θύρωμα νεοκλασικού τύπου στη βόρεια όψη.[4][16][17]
Με τον συγκεκριμένο ναό σχετίζεται ένα παραδοσιακό αφήγημα, το οποίο ανάγεται στην εποχή της τουρκοκρατίας. Στα τέλη του 18ου αι. ο ιερέας του ναού παπα-Γιάννης αρνήθηκε να κοινωνήσει μια κοπέλα που είχε έρθει στην εκκλησία για να μεταλάβει και την απέπεμψε, επειδή αυτή ερωτοτροπούσε με τον μουσουλμάνο αγά του χωριού. Ο αγάς θέλησε γι' αυτόν τον λόγο να σκοτώσει τον παπα-Γιάννη τη στιγμή που λειτουργούσε στην Κάτω Εκκλησιά (Παναγιά Καθολική). Οι χωριανοί ειδοποίησαν εγκαίρως τον παπα-Γιάννη, ο οποίος διαφεύγοντας από το παραθυράκι του Ιερού πήγε στην παραλία Αφάντου. Εκεί βρήκε ένα καΐκι που φόρτωνε χαλίκι με προορισμό την Κύπρο. Ταξίδεψε με το καΐκι και έφτασε στο ακρωτήρι Κουρμαχύτης (Κορμακίτης Κύπρου), όπου ανέλαβε να ιερουργεί σε μια ενορία της περιοχής. Μετά από καιρό διηγήθηκε την ιστορία του σε έναν υψηλό αξιωματούχο της Πύλης που γνώρισε, ο οποίος φρόντισε να τιμωρηθεί με απαγχονισμό στην πλατεία του χωριού ο αγάς που τον κατέτρεχε. Έτσι ο παπα-Γιάννης μπόρεσε να επιστρέψει στο χωριό και στην οικογένειά του. Από το όνομα του παπα-Γιάννη προέρχονται πολλά από τα ονόματα και τα επώνυμα με θέμα Ζαννετ- που εμφανίζονται με μεγάλη συχνότητα στο χωριό.
Άγιος Παύλος - Άγιος Μάρκος
Περίπου 3,5 χλμ. πριν από την κεντρική είσοδο του χωριού βρίσκεται ο Άγιος Παύλος (Απόστολος Παύλος), ένας μονόχωρος σταυροθολιακός ναός-παρεκκλήσι (1810) με τρίπλευρη εξωτερικά κόγχη ιερού,[4][16][17] που έδωσε την ονομασία του σε όλη τη γύρω περιοχή. Οι ντόπιοι την αποκαλούν επίσης Κολόνια (από το ιταλικό colonia: αποικία). Οι Ιταλοί κατά την περίοδο της κατοχής του νησιού (1912-1943) δημιούργησαν εκεί τον αγροτικό οικισμό του San Marco με την ομώνυμη μονόκλιτη βασιλική κυλινδρικής επιστέγασης καθολική εκκλησία, η οποία σχεδιάστηκε το 1922 και εγκαινιάστηκε το 1937.[13] Ο Άγιος Μάρκος αναπαλαιώθηκε και λειτουργεί από το 2017 ως ορθόδοξος ναός, ενώ συνεχίζονται οι εργασίες αποκατάστασης του καμπαναριού του.
Αγία Παρασκευή - Άγιος Παντελεήμονας
Μέσα στο χωριό βρίσκεται ο ενοριακός ναός (~1895) της Αγίας Οσιομάρτυρος Παρασκευής. Είναι ορθογώνιας κάτοψης με πέντε οξυκόρυφα σταυροθόλια, στο δυτικό των οποίων υπάρχει διακριτός πρόναος με υπερώο. Η πρόσβαση στο υπερώο γίνεται από εσωτερική σκάλα, καθώς και μία εξωτερική που εφάπτεται στη δυτική πλευρά του ναού. Στην ανατολική πλευρά του ξεχωρίζει η πεντάπλευρη εξωτερικά κόγχη τού ιερού με την τεταρτοσφαιρική της στέγαση.[17] Το ξυλόγλυπτο τέμπλο τού ναού είναι πλούσια διακοσμημένο με φυτικές συνθέσεις, ζώα, αγγέλους και κατασκευάστηκε μάλλον πριν από το 1895, που είναι η χρονολογία των δεσποτικών εικόνων. Επισκευάστηκε το 1940 μετά την καταστροφή τμήματός του από πυρκαγιά. Η φορητή εικόνα της Αγίας Παρασκευής, η οποία χρονολογείται το 1796, φανερώνει την πίστη των χωριανών στην αγία και πιθανώς την ύπαρξη παλαιότερου ναού.[16] Το τεσσάρων επιπέδων πυραμιδοειδές καμπαναριό (1954) κτίστηκε με τη συνδρομή του Συλλόγου Κατταβενών Αμερικής. Το χαμηλότερο από αυτά δημιουργεί την κύρια πύλη εισόδου στη νότια βοτσαλωτή αυλή (1925) της εκκλησίας. Βοτσαλωτό ήταν επίσης το εσωτερικό δάπεδο του ναού, το οποίο μεταγενέστερα καλύφθηκε με μωσαϊκά πλακίδια. Στον περίβολο της εκκλησίας υπάρχει το νεοκλασικού τύπου Παλιό Σχολείο του χωριού που λειτουργεί σήμερα ως πνευματικό και πολιτιστικό κέντρο. Η Αγία Παρασκευή τιμάται στις 26 Ιουλίου και στην πλατεία του χωριού γίνεται από την παραμονή το πανηγύρι του εορτασμού της, το οποίο ακολουθείται την επόμενη ημέρα από το πανηγύρι του Αγίου Παντελεήμονα. Στον Άγιο Παντελεήμονα, που τιμάται στις 27 Ιουλίου, είναι αφιερωμένος ένας άλλος ναός-παρεκκλήσι (20ού αι.) κυλινδρικής επιστέγασης, που βρίσκεται στο πλάι της τελικής ευθείας προς την κύρια είσοδο του χωριού και σε απόσταση 1,5 χλμ. από αυτό. Το συγκεκριμένο τμήμα του δρόμου, το οποίο ήταν χωμάτινο και μικρότερου πλάτους απ' ό,τι το τωρινό, αποτελούσε σε παλιότερες εποχές τη συνηθισμένη διαδρομή περιπάτου για τις νέες και τους νέους του χωριού.
Άγιος Γεώργιος
Σημαντικό προσκύνημα σε απόσταση 7 χλμ. από το χωριό προς την ομώνυμη παραλία της ανατολικής ακτής είναι επίσης το μοναστήρι (17ου αι.) του Αγίου Γεωργίου ή αλλιώς του Αϊ-Γιώργη της Νύφης. Στις ημέρες μας δεν μονάζει πλέον κανείς εκεί, αλλά τα κελιά του δέχονται φιλόξενα τους χωριανούς και τους επισκέπτες, ιδίως στο πανηγύρι που γίνεται κάθε χρόνο στην αυλή του.
Σύμφωνα με το παραδοσιακό αφήγημα για την κτήση του, όταν οι πειρατές επιτέθηκαν στην περιοχή την ώρα που γινόταν το γλέντι ενός γάμου, η νύφη κατόρθωσε να κρύψει τα μαλαματικά της πριν την αιχμαλωτίσουν και την πουλήσουν ως σκλάβα σε παζάρι της ανατολής. Όταν μετά από πολλά χρόνια η γυναίκα μπόρεσε να απελευθερωθεί και να επιστρέψει στο χωριό, διέθεσε τα χρυσαφικά της για την ανέγερση του μοναστηριού.
Ξωκλήσια 19ου- 20ού αι.
Εκτός από τα προηγούμενα υπάρχουν στην έκταση της κοινότητας της Κατταβιάς πολλά ακόμη ξωκλήσια του 19ου και του 20ού αι.. Ο Άγιος Νεκτάριος, ο Άγιος Σταμάτιος, ο Άγιος Αντώνιος και ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος είναι στις παρυφές του οικισμού, ο Άγιος Στέφανος, ο Άγιος Νικόλαος και οι Άγιοι Θεόδωροι στον κάμπο, ενώ ο Άγιος Μηνάς και ο Προφήτης Ηλίας βρίσκονται σε υψώματα πάνω από το χωριό. Είναι επίσης γνωστές οι τοποθεσίες όπου υπήρχαν παλιότερα και άλλα ξωκλήσια όπως του Αϊ-Γιάννη και του Αϊ-Γιώργη του Καμένου. Καθένα από παραπάνω ξωκλήσια έχει τη δική του ξεχωριστή ιστορία και σημασία.
Εικόνισμα Παναγιάς Σκιαδενής
Στον Άγιο Μηνά μεταφέρεται πεζή κάθε χρόνο τα ξημερώματα της Κυριακής του Πάσχα η εικόνα της Παναγιάς Σκιαδενής. Οι νέοι του χωριού παραλαμβάνουν το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου το εικόνισμα από τη Μονή της (Ιερά Μονή Σκιαδίου), της οποίας πρώτος Ηγούμενος καθώς και δεύτερος κτήτοράς της ήταν ο Κατταβενός αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος Ζαννετίδης (1816-1892). Στη συνέχεια οι νέοι, τρέχοντας από το ύψωμα του Αγίου Μηνά, κατεβάζουν την εικόνα στο πλάτωμα Χάλαβρο του χωριού, όπου εκεί περιμένουν οι πιστοί για να υποδεχτούν την Παναγία. Το εικόνισμα ξημερώνεται στο σπίτι κάποιας οικογένειας, που ζητά την ευλογία της Σκιαδενής, ενώ τη Δευτέρα του Πάσχα περιφέρεται στα σπίτια του χωριού και γίνεται παράκληση. Τη Λαμπρή Τρίτη η εικόνα μεταφέρεται στο κοιμητήριο, όπου με τη συνοδεία του ιερέα και των κατοίκων αποτίθεται διαδοχικά σε όλους τους τάφους, μνημονεύοντας τα ονόματα των εκλιπόντων. Οι συγγενείς φιλεύουν κουλούρια και γλυκίσματα, ενώ ακολούθως το εικόνισμα πηγαίνει πάλι στο Χάλαβρο ώστε μετά τη δέηση να πάρει τον δρόμο της επιστροφής για τη Μονή.
Η εικόνα τής Σκιαδενής ιστορείται με μια χαραγματιά στο δεξί της μάγουλο. Λέγεται πως όταν ένας οθωμανός αξιωματούχος θέλοντας να προσβάλει τους χριστιανούς χάραξε με το μαχαίρι του το εικόνισμα, τότε από την πληγή στο μάγουλο της Παναγίας έτρεξε αίμα και νερό, ενώ το χέρι του αξιωματούχου απευθείας παρέλυσε. Η Παναγιά Σκιαδενή ωστόσο μετά από τρεις ημέρες θερμής παράκλησης και ειλικρινούς μεταμέλειάς του τον θεράπευσε και αυτός σε ένδειξη σεβασμού και ευγνωμοσύνης δώρισε στη μονή μεγάλο μέρος της περιουσίας του.
Εικόνισμα Παναγιάς Πλημμυριανής
Παρόμοια μεταφέρεται κάθε χρόνο πεζή από τους μικρότερους εφήβους του χωριού η εικόνα της Παναγιάς Πλημμυριανής. Αφού την παραλάβουν από τον Ναό της Ζωοδόχου Πηγής (1837) στο Πλημμύρι την ημέρα του εορτασμού της, δηλαδή τη Λαμπρή Παρασκευή της Διακαινησίμου, κάνουν μια ενδιάμεση στάση στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου και φτάνουν το απόγευμα της ίδιας ημέρας στο χωριό. Τρέχοντας περιφέρουν το εικόνισμα στην πλατεία του χωριού και στη συνέχεια το μεταφέρουν στον Ναό της Αγίας Παρασκευής.
Πληθυσμός και ασχολίες
Η Κατταβιά (Κατταβία) αναφέρεται επίσημα στο ΦΕΚ 248/τεύχος Α΄/28-09-1948 να ορίζεται ως έδρα της ομώνυμης κοινότητας.[3] Σύμφωνα με το σχέδιο Καλλικράτης και την τροποποίησή του με το Κλεισθένης Ι,[18] μαζί με τον Άγιο Παύλο (όπου απογράφεται ο κοντινός στο Πλημμύρι οικισμός του Χόχλακα), τη Μαχαιρία (Μαχαιριά, Μαχαίρια) και το Πρασονήσι (Φάρος) αποτελούν την κοινότητα της Κατταβιάς, που υπάγεται στη Δημοτική Ενότητα (πρώην Δήμο) Νότιας Ρόδου του Δήμου Ρόδου. Είναι η μεγαλύτερη σε έκταση τοπική κοινότητα από τις δέκα της Νότιας Ρόδου και σύμφωνα με την απογραφή του 2021 έχει 323 κατοίκους (Κατταβία: 300, Άγιος Παύλος: 22, Μαχαιριά: 1, Πρασονήσιον-Φάρος: 0).[19] Οι απογραφές πληθυσμού της κοινότητας μετά την απελευθέρωση της Δωδεκανήσου και την ενσωμάτωσή της στην Ελλάδα έχουν ως εξής:
Στην κοινότητα της Κατταβιάς έχουν εγκατασταθεί μονάδες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, οι οποίες αφορούν τόσο σε φωτοβολταϊκά όσο και σε αιολικά πάρκα 15 συνολικά ανεμογεννητριών που βρίσκονται στα υψώματα της Βίγλας και της Σταυρωτής. Στην περιοχή λειτουργεί ακόμη ο ΘΗΣ Νότιας Ρόδου (ΑΗΣ Κατταβιάς), του οποίου οι εγκαταστάσεις μετά από αρκετές τροποποιήσεις της χωροθέτησής τους κατασκευάστηκαν στο Σελλάρι και στην Πλάκα Στένη και ξεκίνησαν σταδιακά από το 2018 την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος με προβλεπόμενη συνολική ισχύ περίπου 115 MW. Στην ίδια περιοχή, δηλαδή σε τμήμα της διαδρομής από τον οικισμό του χωριού προς το Πρασονήσι, εκτείνεται το πεδίο βολής και ασκήσεων Κατταβιάς.
Οι κάτοικοι της κοινότητας της Κατταβιάς ασχολούνταν ανέκαθεν με γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες, ενώ ορισμένοι καταπιάνονταν με την αλιεία. Το πεδινό έδαφος με την άρδευσή του, μέσω πλήθους πηγαδιών και δεξαμενών παλαιότερα ή μέσω γεωτρήσεων στις ημέρες μας, υποστήριζε πάντα την καλλιέργεια σιτηρών, μποστανιών, πατάτας και άλλων ειδών ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγονται τα φασόλια ή λόπια όπως είναι η τοπική ονομασία τους. Τα λόπια έχουν χαρακτηριστεί από την ΕΕ ως προϊόν Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ).[27] Επίσης οι εκτεταμένοι βοσκότοποι της περιοχής επέτρεψαν την κτηνοτροφία αρκετών κοπαδιών αμνοεριφίων, ενώ στις προηγούμενες δεκαετίες είχε αναπτυχθεί ιδιαίτερα και η σταβλισμένη εκτροφή βοοειδών όπως και η χοιροτροφία. Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε ότι στην περιοχή είχαν εγκατασταθεί τόσο ζυγός βοοειδών όσο και γαλακτοκομείο για τη συγκέντρωση και επεξεργασία του γάλατος. Στην περιοχή του Αγίου Παύλου υπάρχει ακόμη και σήμερα η αποθήκη του αγροτικού συνεταιρισμού και σιλό σιτηρών, ενώ στο χωριό λειτουργεί τα τελευταία χρόνια μονάδα μεταποίησης παραδοσιακών ζυμαρικών.[28] Στην εποχή μας οι παραπάνω ασχολίες των κατοίκων υλοποιούνται σε σημαντικά μικρότερο βαθμό, ενώ δεν υφίστανται πλέον τα ξυλουργεία, σιδηρουργεία-μηχανουργεία, ραφτάδικα, κ.ά., που δραστηριοποιούνταν σε παλαιότερες δεκαετίες.
Η τουριστική ανάπτυξη της Νότιας Ρόδου έχει οδηγήσει αρκετούς κατοίκους στα τουριστικά επαγγέλματα αλλά και στη διάθεση ικανού αριθμού οικημάτων του χωριού για βραχεία μίσθωση. Στην Κατταβιά υπάρχουν επίσης ορισμένες μονάδες ενοικιαζόμενων δωματίων, ενώ στην πλατεία του χωριού λειτουργούν δύο παντοπωλεία και τέσσερα καφενεία-εστιατόρια, που εξυπηρετούν τις αυξημένες ανάγκες της θερινής περιόδου. Αξιοσημείωτες τέλος είναι οι τουριστικές μονάδες που έχουν αναπτυχθεί στην περιοχή της Μαχαιρίας (παραλία Πρασονησιού), καθώς και το σημαντικό τουριστικό συγκρότημα στην παραλία του Πλημμυριού. Παράλληλα στον Γερματά, δηλαδή προς το νότιο άκρο της παραλίας του Πλημμυριού, δημιουργήθηκε στη δεκαετία του '80 και λειτουργεί μέχρι σήμερα μονάδα ιχθυοκαλλιεργειών.
Φωτοθήκη
Περιδέραιο Μυκηναϊκής περιόδου που βρέθηκε στην Κατταβιά.
Τα περίχωρα του χωριού Κατταβιά με το χωριό στο βάθος.
↑Inglieri, R.U. (1936). Carta Archeologica dellIsola di Rodi. Firenze: R. Istituto geografico militare.
↑Στεφανίδου, Α.Στ. (2004). Η μεσαιωνική Ρόδος: Με βάση το χειρόγραφο και την εικονογράφηση του Johannes Hendenborg (1854). Αθήνα Εκδ. Σταμούλη (ISBN: 960-8353-48-3).
↑ 13,013,113,2Χατζηκαντής, Ε. (2017). Η αρχιτεκτονική του ιταλικού εποικισμού στη Ρόδο. Α.Π.Θ. Τμήμα Αρχιτεκτόνων μηχανικών: Ερευνητική διπλωματική εργασία.
↑Εφημερίδα "Δημοκρατική". Στα Δωδ/νησα σώζονται πέντε παλιοί παραδοσιακοί φάροι - “Αργοσβήνει” ο φάρος στο Πρασονήσι. 28 Σεπτεμβρίου 2022.
↑ 16,016,116,2Ντέλλας, Γ.Η. (2011). Οι σταυροθολιακές εκκλησίες της Δωδεκανήσου (1750-1924) Παράρτημα Α΄ Κατάλογος Σταυροθολιακών Εκκλησιών Δωδεκανήσου. Ε.Μ.Π Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών: Διδακτορική διατριβή.
↑ 17,017,117,2Ντέλλας, Γ.Η. (2012). Οι σταυροθολιακές εκκλησίες της Δωδεκανήσου (1750-1924). Δωδεκάνησος - Επίσημον Δελτίον των εν Δωδεκανήσω Επαρχιών του Οικουμενικού Θρόνου, Τεύχος Ζ΄ (ISSN: 1792-0507).