Η κακηγορία ήταν μια περιορισμένη ποινικοποίηση της εξύβρισης με λόγια που συναντάμε στο Αττικό δίκαιο. Ο νόμος τιμωρούσε τη χρησιμοποίηση μόνον ορισμένων συγκεκριμένων λέξεων, όπως φόνος, πατρολοίας, αποβεβληκέναι την ασπίδα, λοποδύτης, ανδραποδιστής.[1] Οι άλλες προσβλητικές λέξεις ή εκφράσεις αποτελούσαν απλή λοιδωρία. Και είναι χαρακτηριστικό το ότι θεωρούσαν πράξη ανελέθερη και ένδειξη υπερβολικής φιλοδiκίας το να εγείρει κανείς δίκην κακηγορίας:
Αναφορές στο σχετικό νόμο συναντούμε στη εργογραφία του Ισοκράτη, του Δημοσθένη[2] και κυρίως στον Λυσία.[3][4] Αφού λοιπόν η αττική νομοθεσία δεν τιμωρούσε κάθε περίπτωση προσβολής με βαριά λόγια, συνεπώς δεν φαίνεται καθόλου πιθανό να τιμωρούσε την εξ αποστάσεως σεξουαλική χειρονομία ή την αποκάλυψη ολόκληρου του σώματος ή των τμημάτων του που σχετίζονταν με τον έρωτα, Ο βδελυρός εκθειαστής του Θεοφράστου[5] δεν φαίνεται να έκαμνε πράξη αξιόποινη. Το ίδιο και οι φαλλοφόροι. Οι άντρες χωριστά από τις γυναίκες μπορούσαν να ασκούνται γυμνοί στις παλαίστρες και να αγωνίζονται στα στάδια. Ατιμώρητο παρέμενε και το «άσεμνο» στις τέχνες.
Παραπομπές