Το Βίσμπυ (σουηδικά: Visby, προφορά ΔΦΑ: [ˈviːsbʏ]) είναι πόλη της Σουηδίας στο νησί Γκότλαντ, του οποίου αποτελεί πρωτεύουσα και κύριο λιμάνι. Η ονομασία του προέρχεται από το αρχαίο σκανδιναβικόVis, που σημαίνει τόπος θυσίας, και το by, που σημαίνει πόλη[2]. Συχνά η πόλη, αλλά και ολόκληρο το νησί, αποκαλείται πόλη των ρόδων και των ερειπίων[3]. Αποτελεί έδρα λουθηρανικήςεπισκοπής.
Το Βίσμπυ αποτελούσε το κυρίως κέντρο της Χανσεατικής Ένωσης στη Βαλτική θάλασσα από το 12ο έως το 14ο αιώνα. Οι οχυρώσεις από το 13ο αιώνα και οι 200 αποθήκες και κτίρια των πλούσιων εμπόρων από την ίδια περίοδο καθιστούν την πόλη την καλύτερα διατηρημένη μεσαιωνική πόλη στη Σουηδία και ολόκληρη τη σκανδιναβικήΒόρεια Ευρώπη[4]. Το 1810, αναγνωρίστηκε από το κράτος ως προστατευόμενο μνημείο και ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO το 1995.
Έχει πληθυσμό περίπου 22.593 κατοίκων (2011) και αποτελεί δημοφιλή τουριστικό προορισμό για τη Σκανδιναβία κάθε καλοκαίρι.
Ιστορία
Η περιοχή κατοικούνταν κατά τους προϊστορικούς χρόνους, στην Εποχή του Λίθου, μάλλον λόγω του φυσικού λιμανιού και της πρόσβασης σε νερό. Κατά το 900 η πόλη ήταν ένα μεγάλο κέντρο εμπορίου, όπως αποδεικνύεται από το μεγάλο αριθμό αραβικών, αγγλοσαξονικών και άλλων νομισμάτων που βρέθηκαν στο νησί. Το 12ο αιώνα, χτίστηκε ο καθεδρικός ναός της Παναγίας στην πόλη (1190-1225) και στα επόμενα χρόνια χτίστηκαν κι άλλες εκκλησίες και το εξωτερικό τείχος της, μήκος περίπου 3,5 χιλιομέτρων.
Το Βίσμπυ γνώρισε μεγάλη άνθηση κυρίως λόγω της Χανσεατικής Ένωσης, καθώς και της γεωγραφικής θέσης του νησιού ανάμεσα στους ναυτικούς δρόμους ανάμεσα στη Ρωσία και τη δυτική Ευρώπη. Κατά τα έτη 1349-1350, η πόλη χτυπήθηκε από τη Μαύρη Πανώλη. Το 1361, κατακτήθηκε από το Βάλντεμαρ Δ΄ της Δανίας. Η πόλη πέρασε στα χέρια πειρατών της Βαλτικής και το 1411 ο βασιλιάς Ερρίκος της Πομερανίας κατασκεύασε το κάστρο του Βίσμποργκ και κατέφυγε εκεί, οπότε και η πόλη μετατράπηκε σε πειρατικό άνδρο και παρήκμασε το εμπόριο. Τελικά, το 1525, λόγω διαμάχης των εμπόρων της με τους Γερμανούς, αυτοί άρχισαν να καίνε τις εκκλησίες της πόλης, αφήνοντας ανέπαφο μόνο τον Καθεδρικό ναό.
Το νησί Γκότλαντ κατακτήθηκε και πάλι από τη Σουηδία το 1645 και η πόλη Βίσμπυ αναπτυσσόταν με αργούς ρυθμούς. Η πόλη αναπτύχθηκε και πάλι εμπορικά μόλις στις αρχές του 19ου αιώνα. Το 1808 κατακτήθηκε από τη Ρωσία, αλλά λίγους μήνες αργότερα επέστρεψε στα χέρια των Σουηδών.
Η πόλη είναι επίσης γνωστή για το μεσαιωνικό φεστιβάλ της, το οποίο λαμβάνει χώρα κάθε Αύγουστο από το 1984. Για μία εβδομάδα, όλοι οι κάτοικοι ντύνονται με παραδοσιακά μεσαιωνικά κουστούμια και πραγματοποιούνται διάφορες εκδηλώσεις και διαγωνισμοί.
Τα τελευταία χρόνια, ολόκληρο το νησί Γκότλαντ ακολουθεί περιβαλλοντική πολιτική, καθώς ανανεώσιμες μορφές ενέργειες εφαρμόζονται στις περισσότερες υποδομές του νησιού, κυρίως στην πρωτεύουσα[5][6].
Στο Βίσμπυ βρίσκεται επίσης ένα από τα 13 παραρτήματα του Πανεπιστημίου της Ουψάλα, γνωστότερο ως Uppsala universitet-Campus Gotland, όπως και η έδρα του Κέντρου Συγγραφέων και Μεταφραστών της Βαλτικής Θάλασσας[7][8].