Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 27/08/2013.
Το ασκληπιείο Κω είναι κτισμένο στις πλαγιές ενός λοφίσκου με πλούσια βλάστηση και θέα στη θάλασσα και τις μικρασιάτικες ακτές. Αποτελεί το σπουδαιότερο αρχαιολογικό μνημείο του νησιού, αλλά και ένα από τα πιο φημισμένα ασκληπιεία της αρχαιότητας. Στους αρχαίους χρόνους αποτελούσε χώρο λατρείας του θεού Ασκληπιού και χώρο θεραπείας αλλά και διδασκαλίας της ιατρικής. Εκεί δίδαξε ο Ιπποκράτης, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της ιατρικής κατά την αρχαιότητα, στη σχολή που είχε ιδρύσει ο ίδιος στον χώρο του Ασκληπιείου. Σε αντίθεση με το ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο, στην Κω αναπτύχθηκε ιδιαίτερα η επιστημονική ιατρική.
Ιστορία
Τα ασκληπιείο της Κω, του οποίου τα σωζόμενα ερείπια χρονολογούνται μετά τον 4ο αιώνα π.Χ, βρίσκεται νοτιοδυτικά της σημερινής πόλης της Κω σε απόσταση περίπου 3,4 χιλιομέτρων. Χρονολογείται στην ελληνιστική εποχή, άποψη που ενισχύεται από την εκμετάλλευση του χώρου που παρουσιάζουν τα τρία αλλεπάλληλα επίπεδα - στοιχείο ανατολίτικης αρχιτεκτονικής που εισχώρησε στην ελληνική αρχιτεκτονική με τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ένα καθοριστικό γεγονός που συνέβη στην Κω κατά την περίοδο της βασιλείας των Πτολεμαίων, το 260 π.Χ. ήταν η πανελλήνια αναγνώριση του δικαιώματος της ασυλίας του ιερού χώρου του Ασκληπιού για την καθιέρωση του πανηγυρικού εορτασμού την Μεγάλων Ασκληπιείων. Η επιδίωξη από τους Κείους της παραχώρησης ασύλου σε κάθε καταδιωγμένο που ζήταγε προστασία στο Ασκληπιείο φανερώνει πόσο περήφανοι ένοιωθαν οι Κείοι για την ύπαρξή του, θεωρώντας συνάμα τον ναό κέντρο της πόλης τους.
Η ανακάλυψη του ασκληπιείου έγινε το 1902 από τον Γερμανό αρχαιολόγο Ρούντολφ Χέρζογκ και τον Κείο ιστοριοδίφη Ιάκωβο Ζαρράφτη,[2] ο οποίος μάλιστα υπολόγισε και υπέδειξε την ορθή θέση του ιερού. Αφορμή για να να εντατικοποιηθούν οι έρευνες για την ανεύρεσή του ήταν ο τέταρτος μίμος του Ηρώνδα «Γυναίκες με τάματα και θυσίες στο Ασκληπιείο», στον οποίο ο συγγραφέας αφήνει να φανούν ο θαυμασμός και η λατρεία του προς την Κω, αλλά και περιγράφει τις εικόνες και τα αγάλματα από το ασκληπιείο. Οι ανασκαφές συνεχίστηκαν από τους Λουτσιάνο Λαουρέντζι (1930) και Λουίτζι Μορικόνε (1937-38), μαζί με εργασίες αναστήλωσης και αποκατάστασης. Αξίζει να αναφερθεί πως πολλά αντικείμενα από τις ανασκαφές φυγαδεύτηκαν στη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη.