Η περιοχή της Αρκτικής ορίζεται είτε από τον αρκτικό κύκλο είτε από την αρκτική ισόθερμη γραμμή. Το συνηθέστερο όριο, βόρεια του οποίου εκτείνεται η Αρκτική, είναι ο Αρκτικός Κύκλος (66° 33’Β), που αποτελεί το όριο για τον ήλιο του μεσονυκτίου και την πολική νύχτα. Το άλλο όριο είναι, με βάση το κλίμα, η αρκτική ισόθερμη γραμμή των 10 °C τον Ιούλιο, η οποία και αποτελεί την τελευταία (από Ισημερινού) δενδρογραμμή (πέρα από την οποία δεν φυτρώνουν πια δέντρα).
Το μεγαλύτερο μέρος της Αρκτικής είναι θάλασσα καλυμμένη από πάγους που περιβάλλεται από παγωμένο έδαφος χωρίς δέντρα. Είναι γεμάτη ζωή, από οργανισμούς που ζουν στον πάγο και στη θάλασσα ως τους ανθρώπους που ζουν στις αρκτικές περιοχές. Οι ιθαγενείς λαοί έχουν προσαρμοστεί στις ακραίες κλιματολογικές συνθήκες. Η Αρκτική είναι πολύ ευαίσθητη στις αλλαγές κλίματος, γι’ αυτό και θεωρείται από τους επιστήμονες ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης.
Η απαρχή της "επικής προσπάθειας" της εξερεύνησης της Αρκτικής άρχισε με τον Πυθέα τον Μασσαλιώτη το 325 π.Χ. και συνεχίσθηκε μέχρι τους τελευταίους χρόνους.
Η Ναυσιπλοΐα στην περιοχή αυτή, όπως και στην Ανταρκτική ονομάζεται Πολική ναυτιλία (Polar navigation) και γίνεται με ιδιαίτερα βοηθήματα και υπολογισμούς.
Η κλιματική αλλαγή απειλεί τους πάγους της Αρκτικής με σταδιακή εξαφάνιση. Η Αρκτική έχει αυξημένη σημασία για τις παραπλήσιες δυνάμεις, όπως η Ρωσία, ο Καναδάς και οι Ηνωμένες Πολιτείες, λόγω των φυσικών πόρων του υπεδάφους της.[1]
Κλίμα
Η περιοχή της Αρκτικής ως σύνολο χαρακτηρίζεται από κρύους χειμώνες και δροσερά καλοκαίρια. Οι περισσότερες περιοχές του αρκτικού κύκλου δέχονται κάτω από 500 χιλιοστόμετρα κατακρημνίσεων, κυρίως χιονοπτώσεις. Οι ισχυροί άνεμοι συχνά ανακατεύονται με το χιόνι δίνοντας την εντύπωση στον θεατή ότι χιονίζει ενώ στην πραγματικότητα δεν χιονίζει. Τον χειμώνα οι θερμοκρασίες στον αρκτικό κύκλο φτάνουν ακόμη και τους 40 βαθμούς υπό το μηδέν. Το κλίμα στις παράκτιες περιοχές του αρκτικού κύκλου μετριάζεται από τα ωκεάνια ρεύματα, ενώ αυτές οι περιοχές έχουν υψηλότερες θερμοκρασίες και βαρύτερες χιονοπτώσεις από τις ψυχρότερες και ξηρότερες περιοχής στο εσωτερικό της στεριάς. Μεγάλο πρόβλημα για την Αρκτική είναι η υπερθέρμανση του πλανήτη, η οποία οδηγεί στη συρρίκνωση του θαλάσσιου πάγου της Αρκτικής, τη συρρίκνωση του φύλλου πάγου της Γροιλανδίας και την απελευθέρωση μεθανίου καθώς το μόνιμα παγωμένο έδαφος ξεπαγώνει.[2]
Λόγω της μετανάστευσης των ισόθερμων γραμμών του πλανήτη με κατεύθυνση προς τους πόλους (κατά μέσο όρο τα ισόθερμα του πλανήτη κινούνται κατά 3,5 χιλιόμετρα τον χρόνο προς τα βόρεια κατά μέσο όρο, τουλάχιστον τα τελευταία 30 χρόνια. Η περιοχή της Αρκτικής (όπως ορίζεται από τη δενδρογραμμή και τη μέση θερμοκρασία) συρρικνώνεται επί του παρόντος.[3] Η έκταση των θαλάσσιων πάγων στην Αρκτική συρρικώνεται. Υπάρχει μεγάλη απόκλιση στις προβλέψεις για την απώλεια πάγου στην Αρκτική, με τα μοντέλα να δείχνουν ότι κάποια στιγμή ανάμεσα στο 2035 με 2067 θα υπάρχει σχεδόν πλήρης ή πλήρης απουσία παγοκάλυψης στην Αρκτική τον μήνα Σεπτέμβριο.[4][5]
Φυσικοί πόροι
Η Αρκτική περιλαμβάνει άφθονους φυσικούς πόρους (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ορυκτά, γλυκό νερό, ψάρια, ενώ στις υποαρκτικές περιοχές υπάρχουν και δάση). Η ανάπτυξη της σύγχρονης τεχνολογίας αλλά και το οικονομικό άνοιγμα της Ρωσίας προς τη Δύση έχουν δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για την αξιοποίηση των πόρων. Ο τουρισμός επίσης αυξάνεται στην Αρκτική.[6]
Η Αρκτική λόγω του χαμηλού πληθυσμού της, έχει μεγάλη σημασία για τη μελέτη της άγριας φύσης στον κόσμο, καθώς υπάρχουν πολλά παρθένα τοπία με ελάχιστη ή μηδαμινή ανθρώπινη παρουσία. Η σημασία της Αρκτικής για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και των γονότυπων του πλανήτη είναι σημαντική. Ο αυξανόμενος ανθρώπινος πληθυσμός στον αρκτικό κύκλο επηρεάζει αρνητικά την υγεία των βιοτόπων της Αρκτικής. Η Αρκτική είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στην τριβή του εδάφους και στη διαταραχή των χώρων αναπαραγωγής των ζώων. Στην Αρκτική βρίσκεται το ένα πέμπτο του διαθέσιμου νερού της Αρκτικής.[7]
Επιπτώσεις της παγκόσμιας υπερθέρμανσης
Η υπερθέρμανση του πλανήτη επηρεάζει την Αρκτική μέσω της αύξησης της θερμοκρασίας, της απώλειας του θαλάσσιου πάγου και τήξη του στρώματος πάγου της Γροιλανδίας. Η πιθανή απελευθέρωση μεθανίου από την περιοχή, ειδικά μέσω του ξεπαγώματος του μόνιμα παγωμένου εδάφους, προκαλεί ανησυχία στους επιστήμονες και τους κατοίκους. Η ενισχυμένη ανταπόκριση της Αρκτικής στην υπερθέρμανση του πλανήτη θεωρείται από πολλούς σαν λόγο που το λιώσιμο των πάγων επιταχύνεται. Το λιώσιμο του στρώματος πάγου της Γροιλανδίας συνδέεται με επιτάχυνση του λιώσιμου των πάγων και στην υπόλοιπη περιοχή της Αρκτικής.[9][10]
Η Αρκτική είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στις επιπτώσεις των κλιματικών μεταβολών, καθώς η έκταση των παγετώνων της έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια. Τα κλιματικά μοντέλα προβλέπουν πολύ μεγαλύτερη αύξηση της θερμοκρασίας στην Αρκτική από τον παγκόσμιο μέσο όρο,[11] με αποτέλεσμα οι επιστήμονες να δώσουν αρκετή σημασία στην περιοχή. Ειδικότερα, υπάρχουν ανησυχίες ότι η συρρίκνωση των παγετώνων στην περιοχή της Αρκτικής, συνέπεια της τήξης των παγετώνων της Αρκτικής και της Γροιλανδίας, θα μπορούσε σύντομα να συμβάλει στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας.[12]
Η τρέχουσα υπερθέρμανση της Αρκτικής οδηγεί στην απελευθέρωση των κοιτασμάτων άνθρακα που βρίσκονταν για αιώνες κάτω από το μόνιμα παγωμένο έδαφος, οδηγώντας στην παραγωγή μεθανίου και διοξειδίου του άνθρακα από μικροοργανισμούς.[13][14] Η απελευθέρωση μεθανίου και διοξειδίου του άνθρακα που είναι αποθηκευμένα στο μόνιμα παγωμένο έδαφος θα μπορούσε να επιταχύνει σημαντικά τη διαδικασία υπερθέρμανσης του πλανήτη, οδηγώντας ακόμη και σε μια απότομη επιδείνωση της υπερθέρμανσης του πλανήτη[15] καθώς είναι ισχυρά αέρια του θερμοκηπίου.[16]
Η κλιματική αλλαγή προβλέπεται επίσης να έχει μεγάλο αντίκτυπο στη βλάστηση των περιοχών με παραπλήσια θέση προς την Αρκτική, προκαλώντας αύξηση της έκτασης των θάμνων[17] και επηρεάζοντας αρνητικά τη ζωή άλλων ομάδων φυτών όπως τα βρυόφυτα και οι λειχήνες.[18]
Υπάρχουν όμως κάποιες πιθανές ευκαιρίες οικονομικής φύσεως από το ξεπάγωμα της Αρκτικής. Το λιώσιμο των πάγων κάνει το Βορειοδυτικό Πέρασμαπιο πλωτό, αυξάνοντας την πιθανότητα να χρησιμοποιηθεί η θάλασσα που περιβάλλει την Αρκτική για σκοπούς διηπειρωτικού εμπορίου.[19] Το κρουαζερόπλοιο Crystal Serenity πέρασε με επιτυχία το βορειοδυτικό πέρασμα το καλοκαίρι του 2016.[20]
Επιπλέον, πιστεύεται ότι ο βυθός της Αρκτικής περιέχει σημαντικά κοιτάσματα πετρελαίου που μπορούν με το λιώσιμο των πάγων να γίνουν αξιοποιήσιμα.[21] Αυτοί οι παράγοντες οδηγούν σε συζητήσεις για το ποιες χώρες έχουν δικαίωμα να θέσουν αξιώσεις στην Αρκτική.[22][23][24][25]
Αυτόχθονες
Οι πρώτοι κάτοικοι στο αρκτικό κύκλο που ανέπτυξαν πολιτισμό ήταν στην κεντρική και ανατολική Αρκτική περιοχή της Βόρειας Αμερικής, στα μέσα της τρίτης χιλιετίας π.Χ. περίπου. Ο λεγόμενος αρκτικός πολιτισμός των μικρών εργαλείων αποτελούνταν από διάφορους πολιτισμούς Παλαιοεσκιμώων λαών, αλλά και πολιτισμούς, τους λεγόμενους "προντορσετιανούς πολιτισμούς" και "πολιτισμούς της Ανεξαρτησίας.[26][27] Ο πολιτισμός του Ντόρσετ (ινούκτιτουτ: Tuniit ή Tunit ) είναι μια γενική ονομασία που αναφέρεται στους επόμενους κατοίκους της κεντρικής και ανατολικής Αρκτικής. Ο πολιτισμός του Ντόρσετ εξελίχθηκε περαιτέρω, λόγω των τεχνολογικών και οικονομικών αλλαγών που έλαβαν χώρα κατά την περίοδο 1050–550 π.Χ. Με εξαίρεση των πληθυσμών στη χερσόνησο του Κεμπέκ και του Λαμπραντόρ, ο πολιτισμός του Ντόρσετ εξαφανίστηκε γύρω στο 1500 μ.Χ.[28] Σύμφωνα με γενετικές δοκιμές, οι Σαντλέρμιουτ, απόγονοι του πολιτισμού του Ντόρσετ, επέζησαν στο Άιβιλικ, στη νήσο Σαουθάμπτον και στα νησιά Κόουτς ως τις αρχές του 20ού αιώνα.[29]
Η εμφάνιση του πολιτισμού της Θούλης χρονολογείται στον 9ο με 10ο αιώνα μ.Χ. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι οι δύο πολιτισμοί υπέστησαν μια μορφή ισχυρής επαφής μέσω της κοινής χρήσης διαφόρων τεχνολογιών, αλλά και ότι ο πολιτισμός της Θούλης συνάντησε κατάλοιπα του πολιτισμού του Ντόρσετ και απορρόφησε ορισμένα από τα χαρακτηριστικά του.[30] Άλλοι πιστεύουν ότι ο πολιτισμός της Θούλης εκτόπισε τον πολιτισμό του Ντόρσετ.
Μέχρι το 1300 μ.Χ., οι Ινουίτ είχαν εγκατασταθεί στην Αρκτική, διαδεχόμενοι τον πολιτισμό της Θούλης. Οι Ινουίτ ζούσαν τότε ήδη στη δυτική Γροιλανδία και μέχρι το 1400 μ.Χ. είχαν εγκατασταθεί και στην ανατολική Γροιλανδία. Με την πάροδο του χρόνου, οι Ινουίτ μετανάστευσαν σε παραπλήσιες περιοχές της Ανατολικής Ρωσίας, των Ηνωμένων Πολιτειών, του Καναδά και της Γροιλανδίας.[31]
Άλλοι ιθαγενείς λαοί που ζουν στον αρκτικό κύκλο περιλαμβάνουν τους Τσούκτσι, τους Εβένκους, τους Ινουπιάτ, τους Χάντι, τους Κοριάκες, τους Νενέτσιους, τους Σάαμι, τους Γιουκαγκίρους, τους Γκουιτσίν και τους Γιουπίκους.
↑Society, National Geographic (6 Οκτωβρίου 2016). «Arctic». National Geographic Society. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιουνίου 2020. Ανακτήθηκε στις 11 Ιουνίου 2020.
↑Myers-Smith, Isla H.; Forbes, Bruce C.; Wilmking, Martin; Hallinger, Martin; Lantz, Trevor; Blok, Daan; Tape, Ken D.; Macias-Fauria, Marc και άλλοι. (2011-01-01). «Shrub expansion in tundra ecosystems: dynamics, impacts and research priorities» (στα αγγλικά). Environmental Research Letters6 (4): 045509. doi:10.1088/1748-9326/6/4/045509. ISSN1748-9326. Bibcode: 2011ERL.....6d5509M.
↑Alatalo, Juha M.; Jägerbrand, Annika K.; Molau, Ulf (2015-11-01). «Testing reliability of short-term responses to predict longer-term responses of bryophytes and lichens to environmental change». Ecological Indicators58: 77–85. doi:10.1016/j.ecolind.2015.05.050.