Η Αντελαΐντ (ή Αδελαΐδα) Λαμπίλ-Γκιαρντ (Adélaïde Labille-Guiard), γνωστή και ως Αδελαΐδα Λαμπίλ-Γκιαρντ ντε Βερτύ (Adélaïde Labille-Guiard des Vertus, 11 Απριλίου1749 – 24 Απριλίου1803) ήταν Γαλλίδα ζωγράφος που αγωνίστηκε για τα δικαιώματα των γυναικών και για να έχουν ίσες ευκαιρίες στην τέχνη και υποστήριξε τη Γαλλική Επανάσταση.[16][17] Ήταν μία από τις ελάχιστες γυναίκες που κατάφεραν να γίνουν δεκτές στη Βασιλική Ακαδημία Ζωγραφικής και Γλυπτικής του Παρισιού ενώ ήταν η πρώτη γυναίκα που έλαβε άδεια να λειτουργήσει εργαστήριο ζωγραφικής στο Λούβρο.[16][18][19] Ήταν επίσης η πρώτη που ζωγράφισε πίνακα που δείχνει γυναίκα ζωγράφο με γυναίκες μαθήτριες.[20]
Η ζωή της και το έργο της
Η Λαμπίλ-Γκιαρντ γεννήθηκε το 1749 στο Παρίσι και όταν ήταν μικρή ο πατέρας της, που ήταν σχετικά ευκατάστατος λόγω του ότι ήταν επιχειρηματίας[21], έβαλε τον προσωπικό του φίλο, τον ζωγράφο Φρανσουά-Ελί Βενσάν, να της διδάξει ζωγραφική.[18] Αργότερα η Λαμπίλ-Γκιαρντ άρχισε να μαθαίνει τεχνοτροπία παστέλ από τον ζωγράφο Μωρίς Καντάν ντε λα Τουρ.[18]
Το 1769 παντρεύτηκε τον εφοριακό Νικολά Γκιαρντ αλλά επέλεξε να μην κάνει παιδιά προκειμένου να διαθέτει όλο τον χρόνο και την ενέργειά της στο έργο της[18] ή ίσως γιατί πολύ απλά από την πρώτη στιγμή δεν είχε καλές σχέσεις με τον σύζυγό της και πολύ σύντομα βρέθηκαν σε διάσταση.[21] Η Λαμπίλ-Γκιαρντ συνέχισε την εκπαίδευσή της στα παστέλ με τον Μωρίς Καντάν ντε λα Τουρ μέχρι το 1775.
Tο 1767 κέρδισε μια θέση στην Ακαδημία Σεν Λουκ που είχε πολύ καλή φήμη και προσέλκυε πολλούς καλλιτέχνες που ενώ ήταν καλοί δεν μπορούσαν να ξεπεράσουν τα εμπόδια εισόδου στην Βασιλική Ακαδημία Ζωγραφικής και Γλυπτικής που είχε πολύ πιο αυστηρά και ελιτίστικα κριτήρια.[22] Επειδή η Βασιλική Ακαδημία δεν δέχονταν σχεδόν ποτέ γυναίκες, η Ακαδημία Σεν Λουκ ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής ανάμεσα στις γυναίκες καλλιτέχνες.[22] Η επιτυχία της Ακαδημίας Σεν Λουκ ήταν τόσο μεγάλη που η Βασιλική Ακαδημία πίεσε και κατάφερε τον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΣΤ΄ να την κλείσει το 1776. Η Λαμπίλ-Γκιάρντ τότε άρχισε να μαθαίνει ελαιογραφία από τον παιδικό της φίλο Φρανσουά-Αντρέ Βενσάν, που ήταν γιος και μαθητής του πρώην δασκάλου της Φρανσουά-Ελί Βενσάν, και είχε εξελιχθεί μία από τις ηγετικές φυσιογνωμίες του νεοκλασικού κινήματος στη ζωγραφική, προκειμένου να μπορέσει να κάνει αίτηση στη Βασιλική Ακαδημία.[18][16]
Στις 31 Μαΐου 1783 έγινε δεκτή στη Βασιλική Ακαδημία του Παρισιού ταυτόχρονα με τη ζωγράφο Ελιζαμπέτ Βιζέ Λεμπρέν που έγινε και εκείνη δεκτή μετά από παρέμβαση της Μαρίας Αντουανέτας.[18][19] Αυτό δεν σήμαινε ότι η Λεμπρέν δεν ήταν αρκετά καλή για να γίνει δεκτή αλλά ότι για να γίνει δεκτή μία γυναίκα στην Ακαδημία απαιτούνταν ιδιαίτερη πίεση. Η αποδοχή ενός καλλιτέχνη ως μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας ήταν μεγάλη τιμή και αναγνώριση της καλλιτεχνικής του αξίας, αλλά για μία γυναίκα ήταν ακόμα μεγαλύτερη γιατί η Ακαδημία θεωρούνταν «αντρικός χώρος» και απέφευγε να κάνει δεκτές γυναίκες.[19] Μέχρι εκείνη τη στιγμή υπήρχαν μόνο δύο γυναίκες μέλη, η Μαρί-Σουζάν Ζιρού (1757) και η Αν Βαλαγιέρ-Κοστέρ (1770).[19][16] Η Βασιλική Ακαδημία του Παρισιού ήταν τόσο σεξιστικά οχυρωμένη που στα 150 περίπου χρόνια λειτουργίας της έκανε δεκτές ελάχιστες γυναίκες.[19] Από αυτές καμία δεν προωθήθηκε σε θέση από επίκουρη καθηγήτρια και πάνω ούτε θεωρήθηκε ιστορική ζωγράφος αν και τουλάχιστον η Λεμπρέν θα μπορούσε να θεωρηθεί κατάλληλη για αυτόν τον τίτλο. Οι γυναίκες επίσης δεν επιτρέπονταν να διδάσκουν ή να ψηφίζουν στις συνεδριάσεις της Ακαδημίας και δεν επιτρέπονταν να παρακολουθούν ορισμένα μαθήματα της Ακαδημίας όπως γυμνό σχέδιο.[23] Για να βεβαιωθεί πως όντως δεν θα γινόταν ποτέ ξανά καμία άλλη γυναίκα δεκτή σε τέτοια θέση, η Ακαδημία άλλαξε το καταστατικό της την ίδια χρονιά κιόλας και μείωσε τις διαθέσιμες θέσεις πλήρων μελών για γυναίκες σε τέσσερις ακριβώς[18][16].
Η Λαμπίλ-Γκιαρντ, αντλώντας από τις δυσκολίες που αντιμετώπισε και η ίδια στη ζωή της παρά το γεγονός ότι προέρχονταν από προνομιούχα οικογένεια, ήταν πολύ ευαισθητοποιημένη στις δυσκολίες εκπαίδευσης που αντιμετώπιζαν οι γυναίκες ζωγράφοι και γι’ αυτό εκείνη τη χρονιά άνοιξε σχολή αποκλειστικά για γυναίκες στην οποία δίδασκε η ίδια ενώ άρχισε να πιέζει την Ακαδημία να φέρεται πιο δίκαια στις γυναίκες και να αυξήσει τον αριθμό των γυναικών μελών.[18][21][24]
Αντιμέτωπη με τις προκαταλήψεις
Την ίδια χρονιά έγινε και η υψηλού κύρους έκθεση ζωγραφικής της Ακαδημίας που λάμβανε χώρα κάθε δύο χρόνια και σε αυτή συμμετείχαν οι Λαμπίλ-Γκιαρντ, Λεμπρέν και Βαλαγιέρ-Κοστέρ, αλλά τα δημοσιεύματα της εποχής ασχολήθηκαν περισσότερο με την εμφάνισή τους παρά με το έργο τους. «Οι μαντάμ Βαλαγιέρ και Γκιαρντ επέδειξαν τις χάρες τους στην έκθεση αλλά ο Πάρης έδωσε το μήλο του στη μαντάμ Λεμπρέν» έγραψε κάποιος κριτικός.[25] Ταυτόχρονα άρχισαν να κυκλοφορούν στο Παρίσι συκοφαντικά δημοσιεύματα που έλεγαν πως η Λαμπίλ-Γκιαρντ είχε εραστή τον Φρανσουά-Αντρέ Βενσάν και πως εκείνος τη βοηθούσε να ζωγραφίσει τα έργα της με αντάλλαγμα σεξουαλικές χάρες.[25] Εκείνη την εποχή κυκλοφορούσαν στο Παρίσι διάφορα φυλλάδια που κυκλοφορούσαν ανώνυμα και σε μεγάλες ποσότητες αφού εκτυπώνονταν φτηνά σε μικρά τυπογραφεία. Τα φυλλάδια αυτά υποτίθεται πως ασκούσαν πολιτική κριτική αλλά συνήθως αναλώνονταν σε χυδαίες έως πορνογραφικές κατηγορίες των διάσημων γυναικών που αμφισβητούσαν την ηθική τους.[25][26] Αγαπημένος στόχος των φυλλαδίων αυτών ήταν η Μαρία Αντουανέτα[26] αλλά το 1873 έγινε στόχος τους και η Λαμπίλ-Γκιαρντ. Υποτίθεται ότι τα φυλλάδια αυτά αμφισβητούσαν το κατεστημένο αλλά, στην προκειμένη περίπτωση, δεν τα έβαζαν με την Ακαδημία, με το κατεστημένο της τέχνης ή με το κράτος αλλά μόνο λοιδορούσαν τις γυναίκες που είχαν προσελκύσει την οργή των μελών της Ακαδημίας ακριβώς γιατί είχαν σπάσει το κατεστημένο με το να γίνουν μέλη της Ακαδημίας.[25] Όμως η Λαμπίλ-Γκιαρντ κατά κύριο λόγο ζωγράφιζε με παστέλ, ενώ ο Βενσάν χρησιμοποιούσε την τεχνική της ελαιογραφίας και σύντομα οι κατηγορίες αποδείχθηκαν αβάσιμες.[21][23]
Το σημαντικότερο έργο της
Την ίδια χρονιά (1783) η Λαμπίλ-Γκιαρντ άρχισε να εργάζεται στον σημαντικότερο ίσως πίνακά της, την «αυτοπροσωπογραφία με δύο μαθήτριες», χρησιμοποιώντας την τεχνική παστέλ που γνώριζε καλύτερα από την ελαιογραφία.[21] Εν μέρει ο λόγος για το έργο αυτό ήταν πως ήθελε να έχει έναν πίνακα μεγάλης κλίμακας που να διαφημίζει τις ικανότητές της στους πιθανούς πελάτες της, καθώς η σταδιοδρομία της είχε αρχίσει να λιμνάζει.[21][25] Ένας άλλος λόγος όμως ήταν πως ήθελε να βάλει τέλος στις φήμες που κυκλοφορούσαν γύρω από το όνομά της.[21] Ο πίνακας, που ήταν σχεδόν δύο μέτρα ψηλός, έδειχνε την ίδια καθισμένη να ζωγραφίζει και πίσω της να την παρακολουθούν οι δύο αγαπημένες της μαθήτριες, η Μαρί-Γκαμπριέλ Καπέτ και η Μαρί-Μαργκερίτ Καρό. Θεωρείται ο πρώτος πίνακας που δείχνει γυναίκα ζωγράφο με γυναίκες μαθήτριες.[20] Ο πίνακας μόνο και μόνο με το μέγεθός του έδειχνε τις ικανότητες της ζωγράφου ενώ η πολύπλοκη σύνθεσή του τον καθιστούσε «ένα πορτρέτο που έμοιαζε με ιστορικός πίνακας».[25] Οι ιστορικοί πίνακες όχι μόνο θεωρούνταν επιτομή καλλιτεχνικής ικανότητας και «αντρικό» είδος, αλλά προσέλκυαν και πλούσια πελατεία και υπόσχονταν υψηλές αμοιβές.[25] Ταυτόχρονα η Λαμπίλ-Γκιαρντ εμφανίζεται στον πίνακα ντυμένη κομψά και μοδάτα με ρούχα που αποκαλύπτουν το μπούστο της, υπογραμμίζοντας έτσι την θηλυκότητά της. Με αυτόν τον τρόπο έδειχνε πως, παρά τις ικανότητές της στο «αντρικό» είδος της ζωγραφικής μεγάλης κλίμακας, εξακολουθούσε να είναι μια «κανονική» γυναίκα.[25] Αν και ο πίνακας αυτός της Λαμπίλ-Γκιαρντ έχει αναπαραχθεί μέχρι σήμερα πολλές φορές, έχει χρησιμοποιηθεί σε εξώφυλλα βιβλίων και έχει γίνει παράδειγμα γυναικείας καλλιτεχνικής αρτιότητας, παρόλα αυτά δεν έχει αναλυθεί επαρκώς εν μέρει γιατί παρουσιάζει μεγάλη πολυπλοκότητα και εν μέρει γιατί η Λαμπίλ-Γκιαρντ και το έργο της γενικά δεν έχουν ακόμα αναλυθεί επαρκώς.[25]
Ο πίνακας εκτέθηκε στην έκθεση του 1785 και πήρε εντυπωσιακές κριτικές, κατατάσσοντας τη Λαμπίλ-Γκιαρντ σε «έναν από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της Ακαδημίας».[21] Η Λαμπίλ-Γκιαρντ βρήκε την ευκαιρία να ζητήσει από τον βασιλιά να της παραχωρήσει ένα στούντιο στο Λούβρο όπως έκανε για κάθε σημαντικό καλλιτέχνη της Γαλλίας. Μέχρι τότε κάθε σχετικό αίτημα από γυναίκα απορρίπτονταν γιατί θεωρούνταν πως η παρουσία μίας γυναίκας ανάμεσα στους υπόλοιπους καλλιτέχνες που ήταν όλοι άντρες θα τους διέφθειρε ηθικά.[18][16][21] Και αυτή τη φορά ο βασιλιάς αρνήθηκε αλλά της έδωσε βραβείο 1.000 λιβρών.[21]
Τα επόμενα χρόνια η φήμη της Λαμπίλ-Γκιαρντ άρχισε να μεγαλώνει και έγινε προσωπική ζωγράφος διάφορων μελών της βασιλικής οικογένειας ενώ έλαβε και διάφορες τιμητικές συντάξεις.[18][16][21]
Η δράση της κατά τη Γαλλική Επανάσταση
Όταν ξέσπασε η Γαλλική Επανάσταση η Λαμπίλ-Γκιαρντ έχασε το πελατολόγιό της, πολλά από τα έργα της δεν αμείφθηκαν ποτέ και έχασε και τις συντάξεις που είχε λάβει. Παρόλα αυτά όμως υποστήριζε τη Γαλλική Επανάσταση και ζωγράφισε και πολλούς από τους επαναστατικούς ηγέτες όπως ο Ροβεσπιέρος. Αντίθετα από τη Λεμπρέν που προτίμησε να φύγει για την Ιταλία προκειμένου να συνεχίσει εκεί τη σταδιοδρομία της, η Λαμπίλ Γκιαρντ παρέμεινε στη Γαλλία υποστηρίζοντας τη Γαλλική Επανάσταση και προσδοκώντας για τις γυναίκες ίσα δικαιώματα στην κοινωνία, την πολιτική αλλά και την τέχνη όπως είχαν υποσχεθεί οι επαναστάτες.[16][24][17] Όμως οι προσδοκίες των γυναικών περί ισότητας διαψεύσθηκαν για άλλη μια φορά και η Λαμπίλ-Γκιαρντ άρχισε με κίνδυνο της ζωής της να πιέζει ώστε να αποδοθούν δικαιώματα στις γυναίκες όπως είχαν αποδοθεί και στους άντρες.[16][17] Το πόσο επικίνδυνο ήταν αυτό διαφάνηκε π.χ. από την περίπτωση της Ολυμπ ντε Γκουζ που φυλακίστηκε και έχασε τη ζωή της ακριβώς γιατί διεκδικούσε πολιτικά δικαιώματα για τις γυναίκες. Κάποια στιγμή οι επαναστάτες ζήτησαν από τη Λαμπίλ-Γκιαρντ να κάψει τα έργα της που έδειχναν μέλη της βασιλικής οικογένειας και άλλους ευγενείς.[21]
Η Γαλλική Επανάσταση όμως έφερε δύο θετικές εξελίξεις για την Λαμπίλ-Γκιαρντ. Πρώτον, της έδωσε την άδεια να ανοίξει εργαστήριο στο Λούβρο ανοίγοντας έτσι τις πύλες του πρώτα για τις μαθήτριές της και μετά για όλες τις γυναίκες.[18][16] Δεύτερον έδωσε δικαίωμα διαζυγίου στις γυναίκες και η Λαμπίλ-Γκιαρντ μπόρεσε να χωρίσει τον σύζυγό της και να παντρευτεί το 1800 τον Φρανσουά-Αντρέ Βενσάν.[18][21]
Ο θάνατός της
Η Λαμπίλ-Γκιαρντ πέθανε το 1803 στο Παρίσι από ασθένεια έχοντας ανοίξει νέους δρόμους για τις γυναίκες στην τέχνη.[18][21]