Ο Μπρέναντ, του οποίου το πλήρες όνομα ήταν Φρανσίσκου ντε Πάουλα ντε Αλμέιντα Μπρέναντ (Francisco de Paula de Almeida Brennand) γεννήθηκε στο Ρεσίφε και ήταν γιος των Ρικάρντου Μοντέιρου Μπρέναντ και της Ολίμπια Παντίλια Νούνες Κόιμπρα (Olímpia Padilha Nunes Coimbra). Ο πατέρας του είχε προσθέσει τα κεραμικά πλακάκια και τούβλα στα προϊόντα της επιχειρήσεώς του από το 1917, οπότε έστειλε τον γιο του στην Ευρώπη για να μελετήσει την τεχνική των κεραμικών υλικών. Φτάνοντας στο Παρίσι το 1949, ο νεαρός Φ. Μπρέναντ ανεκάλυψε το κεραμικό έργο των Πάμπλο Πικάσο, Ζουάν Μιρό και Φερνάν Λεζέ, οπότε έγινε και αυτός καλλιτέχνης της κεραμικής.[4] Το 1948 νυμφεύθηκε την Ντεμπόρα ντε Μόουρα Βασκονσέλος.[5]
Το 1971 ο Μπρέναντ επέστρεψε στα ερείπια του εργοστασίου κεραμικών του πατέρα του και έβαλε μπροστά τη μετατροπή του στην «Oficina Brennand», που παρήγε πλακάκια και τα δικά του κεραμικά γλυπτά.[5]
Ο Φρανσίσκου Μπρέναντ απεβίωσε από λοίμωξη του αναπνευστικού σε ηλικία 92 ετών, σε νοσοκομείο του Ρεσίφε.[5] Ο κυβερνήτης της πολιτείας Περναμπούκο κήρυξε τριήμερο πένθος για τον θάνατό του.[5]
Το έργο του
Ο Μπρέναντ εξέθετε τα γλυπτά του κυρίως στην Oficina Brennand, συγκρότημα που περιέχει το εργοστάσιο παραγωγής πλακιδίων, μουσείο, παρεκκλήσιο και αναψυκτήριο. Εκεί βρίσκονται περί τα 2.000 έργα του καλλιτέχνη, σε τεράστια υπαίθριους χώρους, στο παρεκκλήσιο και σε κήπους, όλα σε προστατευόμενη δασική περιοχή δίπλα στη συνοικία Varzea του Ρεσίφε.
Το έργο του Μπρέναντ επιστρέφει συχνά στις θεματικές του ανθρώπινου σώματος, των αυγών, των ζώων και των καρπών. Κάποιες φορές χρειάσθηκε να υπερασπίσει το έργο του μετά από καταγγελίες ότι ήταν υπερβολικά προκλητικό.[6][4] Οι New York Times απεκάλεσαν τον Μπρέναντ «μεγαλύτερο καλλιτέχνη στην πόλη» και την Oficina Brennand «μια μεταφορά για την ίδια την πόλη του Ρεσίφε, που αναλώνεται σε ταυτόχρονη ανάπτυξη και παρακμή».[7] Επίσης είχε αποκληθεί «ο μεγαλύτερος κεραμίστας της Βραζιλίας».[8]
Περισσότερα από 90 έργα του, μεταξύ των οποίων ο Torre de Cristal, ένας πύργος-γλυπτό ύψους 32 μέτρων, είναι στημένα στο «Πάρκο των Γλυπτών» (Parque das esculturas), που βρίσκεται στο Ρεσίφε Αντίγκο, την παλιά πόλη-λιμάνι του Ρεσίφε.[9]