Η Συνθήκη Εγγυήσεως ήταν μια από τις τρεις συνθήκες (μαζί με τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης και τη Συνθήκη Συμμαχίας) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως ανεξάρτητου κράτους. Οι τρεις συνθήκες συνιστούν τη διεθνή ή εξωτερική πτυχή του πολιτικού και συνταγματικού διακανονισμού για τη δημιουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας (σε αντίθεση με την εσωτερική πτυχή, που είναι το ίδιο τη Κυπριακό Σύνταγμα).[1] Είναι το αποτέλεσμα των συμφωνιών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας που έγιναν στη Ζυρίχη και υπογράφηκαν στο Λονδίνο τον Φεβρουάριο του 1959. [2]
Η Συνθήκη υπογράφηκε από την Κύπρο, την Ελλάδα, την Τουρκία και το Ηνωμένο Βασιλείο και περιέχει πέντε άρθρα:
- Άρθρο Ι: Η κυβέρνηση της Κύπρου αναλαμβάνει τη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας, την ασφάλειά της, και το σεβασμό στο Σύνταγμά της. Η χώρα δεν μπορεί να προχωρήσει σε οποιαδήποτε πολιτική ή οικονομική ένωση με οποιοδήποτε άλλο κράτος.
- Άρθρο ΙΙ: Οι χώρες που συνήψαν τις συνθήκες αναγνωρίζονται ως εγγυήτριες της εδαφικής ακεραιότητας, της ασφάλειας και του σεβασμού στο Σύνταγμα και γι' αυτό αναλαμβάνουν την υποχρέωση να μην επιτρέψουν οποιαδήποτε προσπάθεια είτε ενώσεως του νησιού με άλλη χώρα είτε το διαμελισμό του.
- Άρθρος ΙΙΙ: Το Ηνωμένο Βασίλειο διατηρεί ανέπαφα τα δικαιώματά του και τη χρήση αυτών στις περιοχές που κατέχει.
- Άρθρο IV: Σε περίπωση παραβίασης των διατάξεων της συνθήκης, η Ελλάδα, η Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο υποχρεούνται να διαβουλευτούν όσον αφορά το τα αναγκαία μέτρα για να αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης. Σε περίπτωση που κοινή ή συντονισμένη ενέργεια δεν αποδειχθεί δυνατή, οποιαδήποτε από τις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις έχει το δικαίωμα να ενεργήσει με μόνο σκοπό την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης.[3]
- Άρθρο V: Η Συνθήκη τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία υπογραφής της - ενώ τα συμβαλλόμενα μέρη οφείλουν να καταχωρήσουν την συνθήκη και στον ΟΗΕ.
Δείτε επίσης
Παραπομπές