Η δικαστική εξουσία είναι ανεξάρτητη από την εκτελεστική εξουσία και τη νομοθετική.[13][14] Ασχολείται αποκλειστικά με θέματα ομοσπονδιακού χαρακτήρα. Στη χώρα δεν υπάρχουν κρατικά δικαστήρια.[15][16][17]
Το εθνικά και πολιτιστικά ετερογενές έθνος της Αυστρίας είναι ένα από τα πολλά κράτη που συνιστούσαν την Αυστροουγγαρία, μια μεγάλη πολυεθνική αυτοκρατορία που έπαψε να υπάρχει το 1918.[18] Προοίμιο της Αυστριακής Δημοκρατίας ήταν η συνταγματική μοναρχία, στην οποία το νομοθετικό σώμα εκλεγόταν, από το 1897, μέσω της καθολικής ψήφου των ανδρών.[19]
Οι αρχικές προσπάθειες της Αυστρίας να σταθεροποιηθεί, μετά την πτώση της μοναρχίας το 1918, παρακωλύθηκαν από τις οικονομικές δαπάνες των πολεμικών επανορθώσεων που απαιτήθηκαν από τους νικηφόρους συμμάχους.[20][21] Η πρώτη Δημοκρατία της Αυστρίας (1918-1938) έκανε μερικές πρωτοποριακές μεταρρυθμίσεις στη δεκαετία του 1920, ιδιαίτερα στη Βιέννη, κάτι που χρησίμευσε ως πρότυπο για την κοινωνική πρόνοια μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εντούτοις, η Δημοκρατία εκφυλίστηκε βαθμιαία με τη φασιστική δικτατορία του 1933-1934, υπό τον καγκελάριο Ένγκελμπερτ Ντόλφους, ο οποίος δολοφονήθηκε το 1934. Η πρώτη Δημοκρατία τελείωσε οριστικά με την προσάρτηση της χώρας από τη ναζιστική Γερμανία το 1938. Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Αυστρία συνέχισε το προηγούμενο μοντέλο της δημοκρατικής διακυβέρνησης.
Σύνταγμα
Το σύνταγμα της Αυστρίας χαρακτηρίζει το πολίτευμα ως ομοσπονδιακή δημοκρατία, που αποτελείται από εννέα αυτόνομα ομόσπονδα κράτη.[22][23] Τόσο η ομοσπονδία, όσο και όλα τα κρατίδιά της έχουν συντάγματα, στα οποία καθορίζεται η διακυβέρνησή τους βάση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.[24] Πέρα από το γεγονός ότι τα κρατίδια στερούνται μιας ανεξάρτητης δικαιοσύνης και η αυτονομία τους είναι κατά ένα μεγάλο μέρος εννοιολογική, η κυβερνητική δομή της Αυστρίας είναι παρόμοια με αυτήν άλλων μεγαλύτερων ομοσπονδιακών δημοκρατιών, όπως η Γερμανία.[25]
Ανώτατος άρχοντας της Αυστρίας είναι ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος (Bundespräsident), ο οποίος εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία για θητεία έξι ετών και περιορίζεται σε δύο συνεχόμενες θητείες.[26] Ο σημερινός πρόεδρος της Αυστρίας, ο Χάιντς Φίσερ, εξελέγη στις προεδρικές εκλογές του 2010 για τη δεύτερή του θητεία. Το αξίωμα του Ομοσπονδιακού Προέδρου είναι σε μεγάλο βαθμό εθιμοτυπικό, παρόλο που το σύνταγμα του επιτρέπει να απολύσει το υπουργικό συμβούλιο ή να διαλύσει το εθνικό συμβούλιο και να προκηρύξει νέες εκλογές.[27]
Επικεφαλής της κυβέρνησης
Ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος (Bundeskanzler) διορίζεται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο. Παρά το γεγονός ότι είναι ο επικεφαλής της κυβέρνησης, ο ίδιος δεν έχει την εξουσία να διευθύνει άλλα μέλη της κυβέρνησης.[28] Μετά τις εκλογές του εθνικού συμβουλίου του 2008, ο ΣοσιαλδημοκράτηςΒέρνερ Φάιμαν, ορκίστηκε Καγκελάριος από τον Πρόεδρο Χάιντς Φίσερ, στις 2 Δεκεμβρίου 2008.
Κυβέρνηση
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αποτελείται από τον ομοσπονδιακό καγκελάριο, που διορίζεται από τον πρόεδρο, και από τους υπουργούς, που διορίζονται από τον πρόεδρο έπειτα από πρόταση του καγκελάριου. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι υπόλογη έναντι του εθνικού συμβουλίου και μπορεί να αναγκαστεί να παραιτηθεί από πρόταση μομφής εναντίον της.[28] Η κυβέρνηση του Φάιμαν, που αποτελείται από μέλη του Σοσιαλδημοκρατικού και του Λαϊκού Κόμματος, ορκίστηκε στις 2 Δεκεμβρίου 2008.
Άμεση δημοκρατία
Το νομικό σύστημα της Αυστρίας χαρακτηρίζεται από τρία διαφορετικά μέσα άμεσης δημοκρατίας: Δημοψήφισμα, λαϊκές πρωτοβουλίες και εθνικές δημοσκοπήσεις.[29]
Για να πραγματοποιηθεί δημοψήφισμα σχετικά με ένα νομοσχέδιο, πρέπει η πλειοψηφία των μελών του εθνικού συμβουλίου να το απαιτήσουν ή να διεξαχθεί με απόφαση του προέδρου μαζί με τη συγκατάθεση όλων των μελών της κυβέρνησης. Επίσης, σε περίπτωση σημαντικών αλλαγών στο σύνταγμα, μπορεί να διεξαχθεί δημοψήφισμα αν το ζητήσει το τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών του εθνικού συμβουλίου ή αν το απαιτήσει το ομοσπονδιακό συμβούλιο. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι δεσμευτικό και το εν λόγω νομοσχέδιο δεν είναι δυνατόν να γίνει νόμος, αν η πλειοψηφία των πολιτών το απορρίψει. Μέχρι τώρα έχουν υπάρξει δύο δημοψηφίσματα στην Αυστρία, με πιο πρόσφατο εκείνο που αφορούσε την ένταξη της Αυστρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 1994.[30]
Λαϊκές πρωτοβουλίες μπορούν να ξεκινήσουν μια νομοθετική διαδικασία, αν η πρωτοβουλία υπογραφεί από τουλάχιστον 100.000 εγγεγραμμένους ψηφοφόρους. Σε εκείνη την περίπτωση, το εθνικό συμβούλιο πρέπει να εξετάσει το θέμα, παραλείποντας όλα τα άλλα θέματα που υπερισχύουν στην ημερήσια διάταξή του.[31] Μέχρι το 2010 είχαν πραγματοποιηθεί 32 λαϊκές πρωτοβουλίες, από την εποχή της εισαγωγής τους το 1963.[29]
Οι εθνικές δημοσκοπήσεις ή συμβουλευτικά δημοψηφίσματα, σε αντίθεση με τα δημοψηφίσματα, διεξάγονται πριν από την ψήφιση κάποιου νόμου του εθνικού συμβουλίου. Τα αποτελέσματά τους δεν είναι νομικά δεσμευτικά. Μέχρι το 2015 μόλις μία εθνική δημοσκόπηση είχε διεξαχθεί.[32][33]