Στο φανταστικό απομακρυσμένο νησί Οτζέντα της Λατινικής Αμερικής, οι κάτοικοι του ζουν υπό το καθεστώς της δικτατορίας του κυβερνήτη Μαριάνο Βάργκας. Στην πρωτευούσα τον νησιού, το Ελ Πάο δίπλα από τα χαμόσπιτα των φτωχών κατοίκων βρίσκεται και η αναμορφωτική φυλακή με τους 2.000 κρατουμένους της, συμπεριλαμβανομένων των 500 πολιτικών κρατουμένων, οι οποίοι είναι θύματα της κυβέρνησης του προέδρου Κάρλος Μπαρέιρο.
Την ημέρα της 25ης επετείου του Συντάγματος, καθώς ο Βάργκας θα κάνει την καθιερωμένη ομιλία του, οι δυσαρεστημένοι πολίτες του Ελ Πάο εξεγείρονται και τον δολοφονούν. Ο ιδεαλιστής γραμματέας του, Ραμόν Βασκέζ διορίζεται διευθυντής ασφαλείας και υπεύθυνος για τη φυλακή, ο οποίος παρόλο που είναι υπάλληλος του καθεστώτος, διατηρεί τον νεανικό ιδεαλισμό του για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Ο Βασκέζ είναι ερωτευμένος με την Ινιές Ρόχας, σύζυγο του κυβερνήτη Βάργκας, η οποία με το θάνατο του συζύγου της θα γίνει ερωμένη του.
Στην θέση του δολοφονημένου Βάργκας τοποθετείται ένας νέος κυβερνήτης ο Αλεχάντρο Γκουάλ, ο οποίος ποθεί διακαώς την Ινιές και μισεί θανάσιμα τον Ραμόν, που την έχει. Οταν όμως συλλαμβάνεται ο δολοφόνος του Βάργκας, ο Γκουάλ κάτω από σκληρά βασανιστήρια τον αναγκάζει να υπογράψει μια ψευδή ομολογία που αναφέρει ότι ο Βασκέζ ήταν υπεύθυνος για το σχέδιο δολοφονίας εναντίον του προηγούμενου κυβερνήτη. Τότε ο Γκουάλ προχωρά σε εκβιασμό προς την Ινιές προκειμένου αυτήν να γίνει ερωμένη του, διαφορετικά θα συλλάβει τον Ραμόν και θα τον κατηγορήσει ως ηθικό αυτουργό της δολοφονίας του Βάργκας.
Ο μόνος τρόπος για να γλιτώσει το ζευγάρι είναι να εξοντώσουν τον Γκουάλ, με οποιονδήποτε τρόπο και καθώς το καταφέρνουν, η Κυβέρνηση της Οτζέντα, μέσα από συνεχείς δολοπλοκίες και συνωμοσίες των μελών της, θέλει μία υπογραμμένη δήλωση από την Ινιές για την δήθεν ερωτική σχέση της με τον Γκουάλ. Η Ινιές τελικά αναγκάζεται να διαφύγει στο εξωτερικό, δίνοντας παράλληλα ένα τελεσίγραφο δυο εβδομάδων στον αγαπημένο της Ραμόν προκειμένου αυτός να την ακολουθήσει. Ομως η τύχη δεν είναι μαζί της καθώς οι κρατούμενοι της φυλακής που προηγουμένος είχαν αποδράσει φτάνουν στο Προεδρικό Μέγαρο και το βάζουν φωτιά με αποτέλεσμα ο Ραμόν να πεθάνει εκεί.
«Το πυρετικό Μεξικό, όπου ο πλούτος συμβαδίζει με την απελπιστική φτώχεια, κι ο πολιτισμός με την πιο πρωτόγονη βία, παίρνει και πάλι για πλαίσιο ο Μπουνιουέλ. Αυτή τη φορά όμως όχι για να διηγηθή τη φρικιαστική ζωή των απόκληρων νεαρών «Ολβιβάδος», αλλά μια περιπέτεια όπου ο έρωτας μπερδεύεται με την πολιτική και ο ανθρωπισμός με την ολοκληρωτική κτηνωδία. Όμως ο σκηνοθέτης μοιάζει εδώ να βρίσκεται έξω απο τα νερά του. Θες οι κοινοτοπίες του σεναρίου, θες οι απιθανότητες των επεισοδίων, θες η άνευρη παρουσίαση του δράματος των καταδίκων, θες ακόμα το πανάρχαιο πια ξεχασμένο «κλισέ» της «μοιραίας» που εδώ γίνεται ολοκαύτωμα για τον έρωτα της, (και θυμίζει ώρες - ώρες την... «Τόσκα») κάνουν την ταινία να κυλάει αδιάφορα στο μεγαλύτερο μέρος της. Ακόμη και ο αξέχαστος Ζεράρ Φιλίπ δεν μπορεί να την τονώσει. Εξαντλημένος, με τον θάνατο μέσα του, ο μοναδικός εκείνος «ρομαντικός» της εποχής μας, αφήνεται στον άχρωμο ρόλο του, μη μπορώντας να του προσφέρει τον θαυμάσιο παλμό του. Η Μαρία Φέλιξ περιφέρει την «ανδροφρόνα» μάσκα της, ενώ αντίθετα ο Ζαν Σερβαί παίζει με ενυπωσιακό μακκιαβελισμό. Κατώτερος απ' τον εαυτό του ο διάσημος πια φωτογράφος Φιγκερόα....»
↑«ΟΙ ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ»(PDF). Ψηφιακό Αρχείο Εφημερίδων και Περιοδικού Τύπου - Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος. Εφημερίδα Ελευθερία. 1 Φεβρουαρίου 1961. σελ. 2η. Ανακτήθηκε στις 14 Δεκεμβρίου 2023.