Η οικογένεια των Μουσαχιμπάν άρχισε να διακυβερνά με τον μεγαλύτερο αδελφό του Ντοστ, τον Σουλτάν Μουχαμάντ Χαν, ο οποίος είχε ψευδώνυμο «χρυσός», λόγω της προτίμησής του σε ρούχα υψηλής αισθητικής.[6] Ο αδελφός του αυτός ήταν κυβερνήτης της Πεσαβάρ.
Παρασκήνιο και άνοδος στην εξουσία
Ο Ντοστ Μοχαμάντ Χαν γεννήθηκε σε ισχυρή οικογένεια στις 23 Δεκεμβρίου 1793 στην Κανταχάρ της Αυτοκρατορίας των Ντουρανί.[7] Ο πατέρας του, Παγιεντάχ Χαν, ήταν αρχηγός της φυλής Μπαρακζάι και δημόσιος υπάλληλος της δυναστείας Ντουρανί. Η οικογένεια τους μπορεί να ανιχνευθεί έως τον Αμπντάλ (ιδρυτή της φυλής Αμπντάλι), δια μέσω των Χατζή Τζαμάλ Χαν, Γιουσέφ, Γιαρού, Μοχαμάντ, Ομάρ Χαν, Χισάρ Χαν, Ισμαήλ, Νεκ, Νταρού, Σαϊφάλ, και Βαράκ. Ο Αμπντάλ είχε τέσσερις γιους, τον Ποπάλ, τον Βαράκ, τον Ατσάκ και τον Αλάκο.[8] Η μητέρα του Ντοστ Μοχαμάντ Χαν θεωρείται πως καταγόταν από την ομάδα των Κιζιλμπάσηδων.[9][10][11]
Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο φύλαρχος των Μπαρακζάι, Φατέχ Χαν, είχε σημαντικό ρόλο στην άνοδο του Μαχμούντ Σαχ Ντουρανί στην εξουσία του Αφγανιστάν το 1800, αλλά και στην αποκατάστασή του στον θρόνο το 1809. Ο Ντοστ Μοχαμάντ συνόδευσε τον μεγάλο αδελφό του και τότε πρωθυπουργό της Καμπούλ Βεζίρη Φατέχ Χαν στη μάχη του Άτοκ εναντίον των Σιχ που εισέβαλαν στην περιοχή. Ο Μαχμούντ Σαχ ξεπλήρωσε τις υπηρεσίες του Φατέχ Χαν δολοφονώντας τον το 1818, προκαλώντας έτσι την έχθρα στη φυλή του. Μετά από αιματηρή διαμάχη, ο Μαχμούντ Σαχ έχασε όλα τα εδάφη του εκτός από τη Χεράτ, με τις υπόλοιπες κτήσεις του να διαμοιράζονται στους αδελφούς του Φατέχ Χαν. Από αυτές ο Ντοστ Μοχαμάντ απέκτησε το Γκαζνί, στο οποίο το 1826 προσέθεσε την Καμπούλ, την πλουσιότερη επαρχία του Αφγανιστάν.[12]
Από την έναρξη της βασιλείας του βρέθηκε μπλεγμένος σε διαμάχες με τον Ραντζίτ Σινγκ, τον ηγέτη των Σιχ στην επαρχία του Παντζάμπ, ο οποίος χρησιμοποίησε τον εκθρονισμένο πρίγκιπα των Σαντοζάι, Σαχ Σουτζά Ντουρανί, ως όργανό του. Το 1834 ο Σαχ Σουτζά πραγματοποίησε μία τελευταία απόπειρα για να ανακτήσει το βασίλειό του. Ηττήθηκε από τον Ντοστ Μοχαμάντ Χαν στα τείχη της Κανταχάρ, αλλά ο Ραντζίτ Σινγκ άρπαξε την ευκαιρία να προσαρτήσει την Πεσαβάρ. Ο Ντοστ Μοχαμάντ έστειλε τον γιο του Ακμπάρ Χαν για να επικρατήσει των Σιχ στη Μάχη του Τζαμρούντ το 1837.[7] Η μη ανάκτηση του οχυρού Τζαμρούντ έγινε η μεγαλύτερη ανησυχία του Εμίρη του Αφγανιστάν.[12]
Ευρωπαϊκή επιρροή στο Αφγανιστάν
Με την ανάμειξη βρετανικών, ρωσικών, και σε μικρότερο βαθμό γαλλικών συμφερόντων, οι πολιτικοί ελιγμοί ήταν απαραίτητοι. Απορρίπτοντας διαβήματα από τη Ρωσία, κατάφερε να σχηματίσει συμμαχία με τη Μεγάλη Βρετανία, και υποδέχθηκε τον Αλεξάντερ Μπερνς στην Καμπούλ το 1837. Ο Μπερνς, ωστόσο, δεν είχε τη δυνατότητα να κυριαρχήσει του κυβερνήτη-στρατηγού, Λόρδου Όκλαντ, για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του εμίρη. Ο Ντοστ Μοχαμάντ διατάχθηκε να εγκαταλείψει την προσπάθεια επανάκτησης της Πεσαβάρ, και να τοποθετήσει την εξωτερική πολιτική του υπό βρετανική καθοδήγηση. Ανταποκρίθηκε με ανανέωση των σχέσεων με τη Ρωσία, και το 1838 ο Λόρδος Όκλαντ έστειλε βρετανικά στρατεύματα ώστε να κινηθούν εναντίον του.[12] Για την πραγματοποίηση αυτού του σκοπού, οι Βρετανοί δημιούργησαν τα πειστήρια που χρειαζόταν ώστε να εκθρονίσουν τον ηγέτη του Αφγανιστάν.
Αιχμαλωσία
Το 1835, ο Ντοστ Μοχαμάντ Χαν, ο νεότερος και πλέον ενεργός εκ των αδελφών Μπαρακζάι, ο οποίος είχε αντικαταστήσει τη δυναστεία Ντουρανί και έγινε Εμίρης της Καμπούλ το 1825, προχώρησε προς το πέρασμα Χαϊμπέρ απειλώντας να επανακτήσει την Πεσαβάρ. Το 1836 ο Χάρι Σινγκ Νάλβα, ο στρατηγός των Σιχ ο οποίος μαζί με τον πρίγκιπα Νάου Νιχάλ Σινγκ φύλασσαν αυτή τη μεθόριο, κατασκεύασαν αλυσίδα οχυρών, συμπεριλαμβανομένου ενός στη Τζαμρούντ στο ανατολικό άκρο του περάσματος Χαϊμπέρ για την υπεράσπιση του περάσματος. Ο Ντοστ Μοχαμάντ ανήγειρε οχυρό στο Αλί Μασντζίντ στο άλλο άκρο. Στις αρχές του 1837, μιας και ο πρίγκιπας Νάου Νιχάλ Σινγκ επέστρεψε στη Λαχόρη για τον γάμο του, ο Μαχαραγιάς και τα ανάκτορά του ήταν απασχολημένα με τις προετοιμασίες του γάμου.[13]
Ο Ντοστ Μοχαμάντ Χαν έστειλε ισχυρή στρατιωτική δύναμη 25.000 ανδρών, συμπεριλαμβανομένου μεγάλου αριθμού άτακτων στρατευμάτων από την περιοχή και εξοπλισμένη με 18 πυροβόλα για την κατάληψη του Τζαμρούντ. Το οχυρό των Σιχ είχε μόνον 600 άνδρες και ελάχιστα όπλα ελαφρού πυροβολικού. Οι Αφγανοί πολιόρκησαν το οχυρό και έκοψαν την παροχή ύδατος προς αυτό, ενώ ένα απόσπασμα στάλθηκε στο γειτονικό οχυρό των Σιχ στο Σαμπκαντάρ για την αναχαίτιση οποιασδήποτε βοήθειας από αυτήν την κατεύθυνση. Ο Μαχάν Σινγκ Μιρπούρι, ο διοικητής του οχυρού του Τζαμρούντ, κράτησε τους εισβολείς σε απόσταση για τέσσερις μέρες και παράλληλα κατάφερε να στείλει απεγνωσμένη έκκληση για βοήθεια στον Χάρι Σινγκ Νάλβα στην Πεσαβάρ. Ο Νάλβα σηκώθηκε από την κλίνη που ανάρρωνε και έσπευσε στο Τζαμρούντ.[14]
Στην τελική μάχη στις 30 Απριλίου 1837, οι Αφγανοί εκδιώχθηκαν, αλλά ο Χάρι Σινγκ Νάλβα τραυματίστηκε θανάσιμα. Το 1838, ο μονάρχης των Σιχ έγινε μέρος της Τριμερούς Συμφωνίας, με αποτέλεσμα την αποκατάσταση του Σαχ Σουτζά στον θρόνο της Καμπούλ τον Αύγουστο το 1839 με τη βοήθεια των Βρετανών. Ο Ντοστ Μοχαμάντ Χαν εξορίστηκε στο Μασούρι τον Νοέμβριο του 1839, αλλά αποκαταστάθηκε στην τελευταία του θέση μετά τη δολοφονία του Σαχ Σουτζά τον Απρίλιο του 1842. Έπειτα διατήρησε θερμές σχέσεις με τον Δαρβάρη της Λαχόρης. Ο δεύτερος πόλεμος μεταξύ Άγγλων και Σιχ μείωσε και πάλι τις ελπίδες του Ντοστ Μουχαμάντ για την κατάληψη της Πεσαβάρ και τις περιοχές πέριξ του ποταμού Ινδού, αν και εμφανώς υποστήριξε τους Σιχ και ακόμη παρέδωσε σύνταγμα αφγανικού άτακτου στρατού με 1500 ίππους στον Τσατάρ Σινγκ, αρχηγό του αντιστασιακού σώματος των Σιχ κατά των Βρετανών.[15]
Δεύτερη βασιλεία
Έπειτα ελευθερώθηκε, ως συνέπεια της απόφασης της βρετανικής κυβέρνησης να εγκαταλείψει την απόπειρα να επέμβει στην εσωτερική πολιτική του Αφγανιστάν. Στην επιστροφή του από τις Βρετανικές Ινδίες, ο Ντοστ Μουχαμάντ είχε θριαμβευτική υποδοχή στην Καμπούλ, και ξεκίνησε την επανεγκαθίδρυση της εξουσίας του σε σταθερές βάσεις. Από το 1846 ανανέωσε την πολιτική εχθρότητας προς τους Βρετανούς και συμμάχησε με τους Σιχ. Ωστόσο, μετά την ήττα των συμμάχων του στο Γκουτζράτ στις 21 Φεβρουαρίου 1849, εγκατέλειψε τα σχέδια του και οδήγησε τα στρατεύματα του πίσω στο Αφγανιστάν. Το 1850 κατέλαβε το Μπαλχ,[16] και το 1854 απέκτησε τον έλεγχο στις φυλές του νότιου Αφγανιστάν με την κατάληψη της Κανταχάρ.[12]
Στις 30 Μαρτίου 1855, ο Ντοστ Μυχαμάντ αντέστρεψε την πολιτική του πραγματοποιώντας αμυντική και επιθετική συμμαχία με τη βρετανική κυβέρνηση που υπογράφηκε από τον Σερ Χένρι Λόρενς, Υψηλό Επίτροπο του Παντζάμπ, μετά από πρόταση του Χέρμπερτ Έντουαρντς.[17] Το 1857 κήρυξε πόλεμο στην Περσία μαζί με τους Βρετανούς, και τον Ιούλιο μία συνθήκη προέβλεπε την παραχώρηση της Χεράτ σε έλεγχο του ηγεμόνα των Μπαρακζάι. Κατά την Ινδική Επανάσταση του 1857, ο Ντοστ Μοχαμάντ απείχε της βοήθειας των στασιαστών. Τα τελευταία του χρόνια είχε προβλήματα στη Χεράτ και τη Μπουχάρα. Αυτά διευθετήθηκαν για σύντομη περίοδο, αλλά το 1862 περσικός στρατός, ενεργών σε συνεννόηση με τον Αχμάντ Χαν, προέλασε προς τη Χεράτ. Ο γερασμένος εμίρης ζήτησε τη βοήθεια των Βρετανών, και, γινόμενος επικεφαλής των μαχητών του, οδήγησε τον εχθρό πέρα από τη μεθόριο. Στις 26 Μαΐου 1863 επανακατέλαβε τη Χεράτ, αλλά στις 9 Ιουνίου πέθανε ξαφνικά εν μέσω της επικράτησης του, έχοντας παίξει σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Νότιας και Κεντρικής Ασίας για σαράντα χρόνια. Ονόμασε διάδοχό του τον γιο του, Σερ Αλί Χαν.[12]
Ρητά
"Έχουμε άνδρες και έχουμε πληθώρα βράχων, αλλά δεν έχουμε τίποτα άλλο"[18]
↑Life of the Amîr Dost Mohammed Khan, of Kabul: with his political ..., by Mohan Lal, τομ. 1. σσ. 1–3.
↑Tarzi, Amin H. "DŌSTMOḤAMMAD KHAN". Encyclopædia Iranica. United States: Columbia University.
↑The Rise of Afghanistan, σελ. 124 // Afghanistan: A Military History from Alexander the Great to the War Against the Taliban. Author: Stephen Tanner. Philadelphia: Da Capo Press, 2009, 375 σελ. (ISBN9780306818264)
↑5. The Rise of Afghanistan, σελ. 126 // Afghanistan: A Military History from Alexander the Great to the War Against the Taliban. Author: Stephen Tanner.. Philadelphia: Da Capo Press, 2009, 375 σελ. (ISBN9780306818264)
Μία ή περισσότερες προτάσεις από το προηγούμενο κείμενο ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμα: Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Dost Mahommed Khan» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα8 (11η έκδοση) Cambridge University Press, σελ. 438