Οι προσπάθειες των Σουηδών προκειμένου να ανακόψουν την προέλαση των Ρώσων επί των θαλάσσιων ακτών στο Χάνγκε απέτυχαν μετά τη Μάχη του Χάνγκε Όουντ τον Ιούλιο του ίδιου έτους.
Τελικώς, η παρουσία ρωσικού στόλου εντός του Βοθνιακού Κόλπου υποχρέωσε τον σουηδικό στόλο και στρατό να εγκαταλείψει τη Φινλανδία, στα τέλη του 1714[4].
Ακόμη και οι παράκτιες περιοχές του Βοθνιακού Κόλπου, στη Σουηδία, καταστράφηκαν από τους Ρώσους.
Η πόλη του Ούμεο πυρπολήθηκε ολοκληρωτικά από τους Ρώσους στις 18 Σεπτεμβρίου1714, ενώ μετά την ανοικοδόμησή της ισοπεδώθηκε εκ νέου το 1719, το 1720 και το 1721.
Η ρωσική κατοχή της Φινλανδίας
Μετά τη νίκη στην Μάχη του Ισοκίρε, ο Μιχαΐλ Γκολίτσιν ορίστηκε ως κυβερνήτης της Φινλανδίας.
Οι Φινλανδοί ξεκίνησαν ανταρτοπόλεμο εναντίον των Ρώσων.
Ως αντίποινα, οι Φινλανδοί χωρικοί υποχρεώθηκαν να καταβάλουν σημαντικές συνεισφορές προς τις ρωσικές δυνάμεις κατοχής.
Οι λεηλασίες ήσαν ιδιαίτερα συχνές, κυρίως στην Οστροβοθνία και σε γειτονικούς του οδικού δικτύου οικισμούς.
Οι εκκλησίες λεηλατήθηκαν, ενώ η Εκκλησία του Ισοκίρε πυρπολήθηκε.
Έκταση πλάτους αρκετών εκατοντάδων χιλιομέτρων πυρπολήθηκε, προκειμένου να εμποδιστούν τυχόν σουηδικές αντεπιθέσεις.
Τουλάχιστον 5.000 Φινλανδοί σκοτώθηκαν, ενώ παραπάνω από 10.000 οδηγήθηκαν ως σκλάβοι, εκ των οποίων μόνον ορισμένες χιλιάδες επέστρεψαν[7][8].
Χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως αξιωματούχοι, αναζήτησαν καταφύγιο στη Σουηδία.
Οι πτωχοί χωρικοί κρύβονταν στα δάση προκειμένου να γλιτώσουν από τα κατοχικά στρατεύματα και την αναγκαστική στρατολόγηση[9].
Οι θηριωδίες έφτασαν στο αποκορύφωμά τους μεταξύ του 1714 και του 1717, όταν ο Σουηδός κόμης Γκούσταβ Όττο φον Ντόγκλας, ο οποίος αυτομόλησε προκειμένου να μεταβεί στο ρωσικό τμήμα κατά τη διάρκεια του πολέμου, ορίστηκε ως κυβερνήτης.
Η πανώλη
Επιπλέον των επιδρομών των ρωσικών δυνάμεων κατοχής, η Φινλανδία επλήγη, όπως και τα περισσότερα υπόλοιπα βαλτικά κράτη, από τη μαύρη πανώλη.
Στο Τούρκου, σχεδόν ένας στους τρεις κατοίκους απεβίωσε, με τον θάνατο 2.000 ανθρώπων.
Η πανώλη έπληξε το Ελσίνκι στις 9 Οκτωβρίου1710, με 1.800 κατοίκους να αποβιώνουν, 309 τον Οκτώβριο και 279 τον Νοέμβριο.
Στα τέλη Δεκεμβρίου του ιδίου έτους, σχεδόν 10.000 είχαν αποβιώσει από την πανώλη[10][11].
Η πανώλη έπληξε τη Φινλανδία προ της ρωσικής εισβολής, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των σουηδικών δυνάμεων που ήσαν παρούσες στη Φινλανδία[9].
Η τρομοκρατία εναντίον των αμάχων πληθυσμών
Η Βόρεια Οστροβοθνία δεν κατελήφθη, ωστόσο οι ανθρώπινες απώλειες κατά τη διάρκεια της περιόδου της Μεγάλης Οργής ήσαν περίπου 6.100 άνθρωποι, δηλαδή ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού[12].
Στην περιοχή λυμαίνονταν ορισμένες εκατοντάδες Κοζάκοι ιππείς.
Η χρήση, από την πλευρά των Ρώσων, της τρομοκρατίας και των βασανιστηρίων ήταν συστηματική, ενώ είχε ως στόχο τον άμαχο πληθυσμό και τους ιερείς.
Οι ατομικοί και ομαδικοί βιασμοί ήσαν, κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, μία από τις συχνότερες πολεμικές πρακτικές, ενώ οι αιχμάλωτες οδηγούνταν στους στρατώνες του Τούρκου και του Πόρι[13][14].
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1714, στο Χάιλουοτο, 200 Κοζάκοι σκότωσαν με βιαιότητα μέσα σε διάστημα μίας νύχτας περίπου 800 ανθρώπους[15].
Αρκετοί ήσαν αυτοί οι οποίοι συνελήφθησαν ως αιχμάλωτοι και οδηγήθηκαν ως σκλάβοι κυρίως για τις εργασίες οικοδόμησης της Αγίας Πετρούπολης, με αριθμό, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, της τάξεως των 10.000 ανθρώπων[1], ενώ, σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες εκτιμήσεις, ο αριθμός αυτός υπερβαίνει τις 20.000 ανθρώπους[7][13].
Οι Ρώσοι έκλεβαν τις προμήθειες τροφίμων, ενώ σε αρκετές περιοχές οι κάτοικοι υπέφεραν από την πείνα[16].