Ο Ιωάννης Ιωαννίδης (Νέα Υόρκη, 21 Αυγούστου1965) είναι Ελληνοαμερικανός επιστήμονας και συγγραφέας με συνεισφορές στην επιδημιολογία και την κλινική έρευνα. Επιπροσθέτως, θεωρείται ένας από τους θεμελιωτές της μεταεπιστήμης, της επιστήμης δηλαδή που ασχολείται με τη μελέτη και βελτίωση της επιστημονικής μεθόδου.
Ο Ιωαννίδης μελετά την ίδια την επιστημονική έρευνα, πρωταρχικά στην κλινική ιατρική και τις κοινωνικές επιστήμες. Είναι από τους ιατρικούς ερευνητές με τις περισσότερες αναφορές, με δείκτη h 236 και περισσότερες από 460.000 αναφορές(citations). [1][2] Η μελέτη του, το 2005, με τίτλο: "Why Most Published Research Findings Are False"[3][4][5], είναι εξαιρετικά δημοφιλής στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Επιστημών (Public Library of Science), έχει πολύ υψηλό αριθμό αναγνωστών που υπερβαίνουν τους 3.200.000, και επίσης έχει τύχει ευρείας διεθνούς αναγνώρισης με περισσότερες από 11.500 αναφορές(citations).[6]
Μεταξύ άλλων, είναι τακτικός καθηγητής στη σχολή Παθολογίας, Έρευνας και Πολιτικής Υγείας και Στατιστικής στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και διευθυντής του Κέντρου Έρευνας Πρόληψης του ίδιου πανεπιστημίου. Έχει διατελέσει καθηγητής και στα πανεπιστήμια Χάρβαρντ, Ταφτς, Ιμπίριαλ Κόλετζ και Ιωαννίνων, όπου ήταν Πρόεδρος του Τμήματος Υγιεινής και Επιδημιολογίας. Είναι τακτικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών (European Academy of Sciences and Arts).[7][8] Επίσης το 2005 επινόησε, μαζί, με τον Θωμά Τρικαλινό, τον όρο "Το Φαινόμενο Πρωτέας", για την εμφάνιση ακραίων αντιφατικών αποτελεσμάτων στις πρώτες μελέτες που πραγματοποιήθηκαν στο ίδιο ερευνητικό ερώτημα.
Βιογραφία
Γεννημένος στη Νέα Υόρκη, ο Ιωαννίδης μεγάλωσε στην Ελλάδα, στην Αθήνα. Αποφοίτησε το 1984 από το Κολλέγιο Αθηνών και κέρδισε πολλά βραβεία, συμπεριλαμβανομένου του Εθνικού Βραβείου της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας.[10] Επίσης αποφοίτησε κορυφαίος του τμήματός του στη Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη συνέχεια παρακολούθησε το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ για την ιατρική του θέση στην εσωτερική ιατρική. Έκανε υποτροφία στο Πανεπιστήμιο Ταφτς για λοιμώδη νοσήματα[11] και πήγε στο Στάνφορντ το 2010.
Έχει λάβει πολλά βραβεία και τιμητικούς τίτλους και είναι μέλος της Αμερικανικής Εθνικής Ιατρικής Ακαδημίας (US National Academy of Medicine,[12]). Aσχολείται επίσης με λογοτεχνία και ποίηση. Διδάσκει σύγχρονη ελληνική ποίηση στο τμήμα συγκριτικής λογοτεχνίας του πανεπιστημίου Στάνφορντ και έχει γράψει 7 λογοτεχνικά βιβλία με τις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ [13][εκκρεμεί παραπομπή].
Δημοσιεύματα
Ένα άρθρο δημοσιεύθηκε το 2010 στο αμερικανικό περιοδικό The Atlantic.[14] Ένα συντομότερο, το 2014 στον Economist, σχετικά με την ίδρυση του Meta-Research Innovation Centre στο Στάνφορντ από τον Ιωαννίδη και τον Στίβεν Γκούντμαν.[15]
Το 2015 παρουσιάστηκε στην εβδομαδιαία ιατρική εφημερίδα British Medical Journal, όπου περιγράφηκε ως "η μάστιγα της τσαπατσούλικης επιστήμης".[16]
Σε πρόσφατη δημοσίευσή του ισχυρίστηκε ότι η παγκόσμια προσπάθεια να ελεγχθεί η πανδημία του Covid-19 μπορεί να είναι υπερβολική αντίδραση και "φιάσκο[17] Στην συνέχεια, συμμετείχε σε ερευνητική ομάδα η οποία πρώτη έδειξε ότι ο αριθμός των περιστατικών που έχουν αναπτύξει αντισώματα αλλά παρέμειναν ασυμπτωματικά στην COVID-19 ήταν πολύ μεγαλύτερος απ'ότι γνωρίζαμε, και ως εκ τούτου ότι το πραγματικό ποσοστό θνητότητας (Infection Fatality Rate) ήταν πολύ μικρότερο από ό,τι υπολογιζόταν έως τότε.Η εργασία αυτή δημοσιεύθηκε στο International Journal of Epidemiology[18]. Αυτή η ερευνητική δουλειά, όπως και η δημοσίευσή του πάνω στην αναποτελεσματικότητα των πλέον περιοριστικών μέτρων εγκλεισμού σε σχέση με πιο στοχευμένα περιοριστικά μέτρα[19] έχουν ήδη Altmetric σκορ πάνω από 17000 και ανήκουν στις κορυφαίες 20 εργασίες όλων των εποχών στον δείκτη απήχησης Altmetric ανάμεσα σε όλες τις 117 εκατομμύρια επιστημονικές δημοσιεύσεις που καταχωρεί η βάση dimensions.ai[20]
Υποστηρίχθηκε, ότι η έρευνα αυτή χρηματοδοτήθηκε από τον ιδρυτή των αερογραμμών JetBlue Airways, Ντέιβιντ Νίλμαν.[21].Ωστόσο, η χρηματοδότηση αυτή έγινε ανώνυμα σε λογαριασμό του πανεπιστημίου του Στάνφορντ (όπως συνηθίζεται με όλες τις ανώνυμες δωρεές προς το πανεπιστήμιο).[22] Ο ίδιος υποστήριξε ότι η δωρεά έγινε αφού η μελέτη είχε ολοκληρωθεί και τα αποτελέσματα είχαν ήδη δημοσιοποιηθεί σύμφωνα με άρθρο στο UNDARK [23] Σύμφωνα με το ίδιο άρθρο του UNDARK μια από τις συγγραφείς του άρθρου, είχε παλαιότερα συγγράψει μια επιστημονική μελέτη με τον Ιωαννίδη.[24][25] Η συγκεκριμένη έρευνα δέχθηκε κριτική και από τον επιδημιολόγο του Χάρβαντ, Μάρκ Λίπσιτς, ο οποίος υποστήριξε ότι η έρευνα επηρεάστηκε ιδεολογικά και ότι τελικώς η όλη προσπάθεια επιστεγάστηκε από "τσαπατσούλικη επιστήμη".[26]
↑Max-Delbrück-Centrum, Berliner Institut für Gesundheitsforschung-Charité und. «Visiting Fellows - BIH at Charité». www.bihealth.org (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Φεβρουαρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2022.