Η ταινία εκτυλίσσεται στην εποχή των παγετώνων. Ήρωες είναι ο Μάνι, ένα μαλλιαρό μαμούθ και ο Σιντ, ένας γιγάντιος βραδύποδας, που στην πορεία της μετανάστευσής τους προς το νότο, βρίσκουν εγκαταλειμμένο ένα μωρό παιδί και αποφασίζουν να το επιστρέψουν στους γονείς του παρ' όλο που οι τελευταίοι είναι έτοιμοι να τους εξοντώσουν με τα όπλα τους. Στο δρόμο τους θα προστεθεί και ο Ντιέγκο, ένας κουτοπόνηρος τίγρης που βλέπει το μωρό ως μελλοντική τροφή. Ξεχωρίζει και ένα άλλο ζωάκι, ο μικρός σκίουρος της αρχής, ο Σκρατ, που χρησιμοποιείται για λάιτ-μοτίβ και προσπαθεί να μεταφέρει ένα βελανίδι (προκαλώντας από το ξεκίνημα κιόλας μια καταστροφική χιονοστιβάδα) και όχι μόνο, αφού αυτός είναι η αιτία της απόψυξης στο 2 και της ανακάλυψης των δεινοσαύρων στο 3.
Με προϋπολογισμό 59.000.000 δολάρια,[1]Η Εποχή των Παγετώνων έκανε άνοιγμα τριημέρου στην 1η θέση με 46,3 εκατομμύρια δολάρια.[1] Οι συνολικές εισπράξεις στην Αμερική έφτασαν τα 176,3 εκατομμύρια δολλάρια ενώ παγκοσμίως απέφερε 383,2 εκατομμύρια δολάρια.[1] Ήταν η 9η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στην Αμερική για το 2002 και η 8η παγκοσμίως.[1] Ανάμεσα στις υπόλοιπες ταινίες της σειράς κατατάσεται στην 3η θέση τόσο στις εισπράξεις της στην Αμερική όσο και παγκοσμίως.[2]
Συνέχειες
Μετά την απροσδόκητα μεγάλη επιτυχία της ταινίας, οι δημιουργοί της αποφάσισαν να φτιάξουν μια συνέχεια (sequel). Η Εποχή των Παγετώνων 2: Η Απόψυξη (Ice Age: The Meltdown) κυκλοφόρησε στις 31 Μαρτίου 2006 στις ΗΠΑ και στις 6 Απριλίου στην Ελλάδα. Η ιστορία εστίαζε στο λιώσιμο των πάγων και την επικείμενη πλημμύρα. Η συνέχεια απέσπασε καλές κριτικές ενώ εισπρακτικά κινήθηκε καλύτερα από την πρώτη ταινία με 655,3 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως.[3] Την 1 Ιουλίου 2009 κυκλοφόρησε η δεύτερη συνέχεια με τον τίτλο Η Εποχή των Παγετώνων 3: Η Αυγή των Δεινοσαύρων (Ice Age: Dawn of the Dinosaurs), ενώ στην Ελλάδα η ταινία προβλήθηκε στις 29 Ιουνίου 2009. Η ιστορία ακολουθούσε τους χαρακτήρες των προηγούμενων ταινιών και την ανακάλυψη των δεινοσαύρων. Η τρίτη ταινία ξεπέρασε εισπρακτικά τις δύο προηγούμενες με συνολικές εισπράξεις 886,6 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως.[4]