Ο Ζαν Μπατίστ Ντρουέ (γαλλ.:Jean-Baptiste Drouet, 8 Ιανουαρίου 1763 - 11 Απριλίου 1824) ήταν Γάλλος πολιτικός της Επανάστασης και της Αυτοκρατορίας, γνωστός για τον βασικό του ρόλο στη σύλληψη του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΣΤ’ και της οικογένειας του κατά τη διάρκεια της φυγής στη Βαρέν.
Ιστορικό
Ο Ντρουέ γεννήθηκε στη Σαιν-Μενούλ, στην επαρχία της Καμπανίας. Στα μετέπειτα χρόνια κατατάχτηκε στο σύνταγμα «Condé-Dragons» (δηλαδή μιας Μονάδας Άμυνας του Γαλλικού Στρατού) το 1781, αλλά έφυγε επτά χρόνια αργότερα για να βοηθήσει τον πατέρα του στα καθήκοντα του ως Ταχυδρομικού διευθυντή της Σαιν-Μενούλ.[4]
Φυγή στη Βαρέν
Στις 21 Ιουνίου 1791, περίπου στις 8 μ.μ., η άμαξα που μετέφερε τη μεταμφιεσμένη βασιλική οικογένεια στα σύνορα έκανε μια στάση στο Σαιν-Μενούλ. Μόλις μία ώρα νωρίτερα, ένας υπηρέτης από το Παλάτι του Κεραμεικού είχε παρατηρήσει την εξαφάνιση του βασιλιά και ειδοποίησε τις αρχές.[5] Λίγο μετά την άφιξη της βασιλικής οικογένειας, ο Ντρουέ (ο οποίος εκείνη την περίοδο ήταν ταχυδρομικός διευθυντής της πόλης) μέσα από ένα νόμισμα που είχε πάνω του την απεικόνιση του προσώπου του Λουδοβίκου, αναγνώρισε τον «υπηρέτη Κο Ντουράν», ως τον Βασιλιά. Ωστόσο, δεν έκανε καμία ενέργεια εκείνη την στιγμή. Η άμαξα με την βασιλική οικογένεια έφυγε από το Σαιν-Μενούλ περίπου δέκα λεπτά αργότερα. Εντούτοις, αμέσως μετά από την ενημέρωση του για τη διαφυγή του βασιλιά, από τον Μαρκήσιος ντε Λαφαγιέτ, ο Ντρουέ ξεκίνησε στις 9.00 μ.μ., στην κοντινή πόλη Βαρέν-αν-Αργκόν, μαζί με τον φίλο του Γκιγιόμ, προς την κατεύθυνση που πίστευε ότι είχε κατευθυνθεί η βασιλική άμαξα.[6]
Οδηγώντας χωριστά, με τον Ντρουέ να περνά από την Κλερμόν, και τον Γκιγιόμ μέσα από το Δάσος του Αργκόν στο Λε Ζιλέτ, έφτασαν με τα άλογα τους στη Βαρέν λίγα λεπτά μετά τη βασιλική οικογένεια και γρήγορα ενημέρωσαν την τοπική αρχή για την παρουσία τους στην πόλη. Μια γέφυρα πάνω από τον ποταμό Αίρ στο δρόμο προς τα σύνορα στη συνέχεια σφραγίστηκε και η Εθνική Φρουρά, υπό την ηγεσία του μελλοντικού στρατηγού Ετιέν Ραντέ, κινητοποιήθηκε για να βοηθήσει στον αποκλεισμό της γύρω περιοχής. Οι φυγόδικοι τέθηκαν υπό κράτηση τελικά στις 11:00 π.μ. αφού αναγνωρίστηκαν επίσημα ως βασιλική οικογένεια από τον Ζακ Ντεστέ, ένα δικαστή που κατοικούσε στις Βερσαλλίες.[7]
Μετέπειτα ζωή και πολιτική σταδιοδρομία
Εθνική Σύμβαση
Ο Ντρουέ έφτασε στην πρωτεύουσα στις 24 Ιουνίου και κλήθηκε από τη Νομοθετική Συνέλευση να δώσει κατάθεση για τα γεγονότα στη Βαρέν. Τον επόμενο μήνα, η Νομοθετική Συνέλευση προσέφερε επιβράβευση 30.000 λιβρών για την υπηρεσία του, την οποία αρνήθηκε, αλλά αντί γι’ αυτό ζήτησε μια θέση στην Εθνική Χωροφυλακή του τμήματος της Μαρν το Νοέμβριο του 1791, κάτι που δεν έγινε δεκτό.[8] Εκλέχτηκε ως αναπληρωτής από τη Μαρν[9] στην Συμβατική Εθνοσυνέλευση τον Σεπτέμβριο του 1792, όπου ταίριαξε με τους ριζοσπαστικούς Ορεινούς (κόμμα),[10] και αργότερα προσελήφθη στην Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας.
Το 1793 ψήφισε υπέρ του θανάτου του Λουδοβίκου ΙΣΤ’ χωρίς έφεση, κρατώντας επιθετική στάση στην αντιπολίτευση των Γιρονδίνων και τον Ιούλιο πρότεινε την απέλαση όλων των μη πολιτογραφημένων Βρετανών κερδοσκόπων που διέμεναν στη Γαλλία.[8] Την ίδια χρονιά , ο Ντρουέ στάλθηκε ως εκπρόσωπος σε αποστολή στο στρατό του Βορρά, αλλά συνελήφθη από τους Αυστριακούς κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Μωμπέζ[11] και φυλακίστηκε στο Κάστρο Σπίλμπερκ στο Μπρνο της Νότιας Μοραβίας. Τον Ιούλιο του 1794 προσπάθησε να δραπετεύσει από ένα από τα παράθυρα του κάστρου, αλλά απέτυχε.[12] Τον Δεκέμβριο του 1795, η Μαρία Θηρεσία της Γαλλίας, κόρη του Λουδοβίκου ΙΣΤ’ και της Μαρίας Αντουανέτας, που ήταν τότε φυλακισμένη, απελευθερώθηκε και ανταλλάχθηκε με κάποιους εξέχοντες Γάλλους κρατούμενους. Έτσι, ο Ντρουέ μαζί με άλλους Γάλλους επαναστάτες και στρατιωτικούς αξιωματούχους επέστρεψε στη Γαλλία.[13]
Στην Πρώτη Αυτοκρατορία, ο Ντρουέ διορίστηκε «sub-préfet» (ανώτερος κυβερνητικός αξιωματούχος) του Σαιν-Μενούλ από τον Αυτοκράτορα Ναπολέοντα και έγινε μέλος του «Εθνικού Τάγματος της Λεγεώνας της Τιμής» στις 7 Αυγούστου 1807. Όταν απονεμήθηκε στον Ντρουέ ο διορισμός, ο Ναπολέων του είπε: «Κύριε Ντρουέ, έχεις αλλάξει το πρόσωπο του κόσμου». (Γαλλικά: Monsieur Drouet, vous avez changé la face du monde).[9] Υπηρέτησε ως αναπληρωτής στο Επιμελητήριο των Αντιπροσώπων κατά τη διάρκεια του Πόλεμου του Έβδομου Συνασπισμού, αλλά με την Αποκατάσταση του Οίκου των Βουρβόνων εξορίστηκε τον Ιανουάριο του 1816,[8] κάτι που θεωρήθηκε ως βασιλοκτονία. Σύντομα επέστρεψε κρυφά, ωστόσο, και εγκαταστάθηκε στη Μακόν με το όνομα "Μερζέ", διατηρώντας την ταυτότητα του κρυμμένη μέχρι το θάνατό του στις 11 Απριλίου 1824.