Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 09/12/2012.
Ο Μπάουερ, γιος δικαστικού κλητήρα, ιδρύει το 1895 ως γραφειακός υπάλληλος τον Σύνδεσμο Γραφειακών Υπαλλήλων, του οποίου μένει πρόεδρος μέχρι το 1908. Από το 1908 μέχρι το 1918 ο Μπάουερ είναι αντιπρόεδρος της Γενικής Επιτροπής των Συνδικάτων της Γερμανίας. Παράλληλα ψηφίζεται το 1912 βουλευτής του Ράιχσταγκ, που θα μείνει μέχρι το 1928.
Ο καγκελάριος Μαξ φον Μπάντεν τον καλεί τον Οκτώβριο του 1918 να αναλάβει τα καθήκοντα του υφυπουργού εργασίας. Το 1919 τον καλεί ο καγκελάριος της Δημοκρατίας της ΒαϊμάρηςΣάιντεμαν να αναλάβει το υπουργείο εργασίας. Αφού ο Σάιντεμαν παραιτείται τον Ιούνιο του 1919, ο Μπάουερ αναλαμβάνει ο ίδιος την καγκελαρία της κυβέρνησης που θα υποχρεωθεί να υπογράψει την συνθήκη των Βερσαλλιών. Το 1920, μετά το πραξικόπηµα του Καπ, παραιτείται επειδή χάνει , όπως και ο υπουργός αμύνης Γκούσταφ Νόσκε, την εμπιστοσύνη του κόμματός του (SPD) και των συνδικάτων.
To 1921 είναι μέλος των κυβερνήσεων Μύλερ και Βιρτ σαν αντικαγκελάριος. Το 1925 αποκλείεται από το κόμμα με αφορμή ένα σκάνδαλο διαφθοράς. Αργότερα όμως αθωώνεται.
Ο Γκούσταφ Μπάουερ ήταν παντρεμένος με την Χέντβιχ Μοκ. Ο τάφος του βρίσκεται στο Γκλίνικε/Νόρντμπαν, λίγο έξω από τα βόρεια σύνορα του Βερολίνου.