Ο Γιάκομπ φαν Όοστ (φλαμανδικά: Jacob van Oost, 1603–1671) ήταν Φλαμανδόςζωγράφος προσωπογραφιών και ιστορικών θεμάτων. Ήταν ο σημαντικότερος ζωγράφος της Μπρυζ κατά τον 17ο αιώνα, λόγω των πορτρέτων της τοπικής αριστοκρατίας που ζωγράφιζε, καθώς και των πολλών εικόνων για Αγία Τράπεζα, που δημιούργησε στο πνεύμα της αντιμεταρρύθμισης. Ζωγράφισε επίσης ρωπογραφίες με μουσικούς και χαρτοπαίκτες για την ελεύθερη αγορά.[6]
Βιογραφία
Ο Γιάκομπ φαν Όοστ γεννήθηκε στην Μπρυζ, γιος του Γιοχάννες φαν Όοστ και της Γκεϊραρντάινε Βάυτς. Προερχόταν από ευκατάστατη οικογένεια.[7] Δεν είναι σαφές ποιος διετέλεσε Δάσκαλός του, αλλά πιθανόν να ήταν μαθητής του αδελφού του, Φρανς φαν Όοστ.[8]
Ο φαν Όοστ έγινε "Δάσκαλος" στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά της Μπρυζ το 1621. Το ίδιο έτος αναχώρησε για την Ιταλία. Τα έργα που δημιούργησε κατά την εκεί διαμονή του δεν έχουν ταυτοποιηθεί.[6] Κατά τη διάρκεια των πεντε ετών που διέμεινε στη Ρώμη είναι πιθανόν να σπούδασε υπό τον Αννίμπαλε Καρράτσι.[9] Μετά την επιστροφή του στη Μπρυζ έγινε stedehouder (διευθυντής) στην τοπική Συντεχνία του Αγίου Λουκά το 1629. Νυμφεύτηκε την Γιακεμάινε φαν Οφερντίλλε στην Μπρυζ το 1630. Η σύζυγός του απεβίωσε το επόμενο έτος, αφήνοντάς του ένα γιο, τον Μάαρτεν. Το 1633 ο φαν Όοστ νυμφεύτηκε τη Μαρία φαν Τολλενέρε. Το ζεύγος απέτκησε έξι παιδιά. Οι γιοι του, Γιάκομπ φαν Όοστ ο νεότερος και Βίλλεμ φαν Όοστ έγιναν αξιοσημείωτοι ζωγράφοι. Ο εγγονός του Ντομινίκ Ζοζέφ φαν Όοστ ήταν προσωπογράφος και ζωγράφος ιστορικών θεμάτων, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε στη Λιλ.[8]
Στον Γιάκομπ φαν Όοστ ανατέθηκε η αποκατάσταση του διάσημου έργου του Γιαν βαν ΆικΗ Παρθένος και το Βρέφος με τον ιερωμένο φαν ντερ Πάελε στην εκκλησία του Saint-Donaas (σήμερα βρίσκεται στο Groeningemuseum της Μπρυζ κατά το 1632-33.[10] Μεταξύ 1633 και 1662 ο φαν Όοστ κατείχε διάφορες θέσεις στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά, περιλαμβανομένων και μερικών θητειών ως "Πρύτανις" της Συντεχνίας.[6][11] Από το 1651 μέχρι τον θάνατό του ήταν ο επίσημος ζωγράφος της πόλης της Μπρυζ.[6]
Καταγεγραμμένοι μαθητές του ήταν οι γιοι του Γιάκομπ ο νεότερος και Βίλλεμ και οι ζωγράφοι Μπαουντεβάιν Μπόντετ, Φρανσουάς Γκέιλλιερτ, Γιαν Μάες, Γιαν Μπάπτιστ φαν Μέουνινξχόφε, Γιαν Ράμον και Αρνόλντους ντε Ρόοσε.[11]
Ο φαν Όοστ ήταν παραγωγικός καλλιτέχνης, ο οποίος δημιουργούσε πορτρέτα για την τοπική αριστοκρατία και πίνακες με ιστορικό περιεχόμενο. Είναι κατά κύριο λόγο γνωστός για τους πίνακες για Αγία Τράπεζα, που δημιούργησε στο πνεύμα της Αντιμεταρρύθμισης και τις προσωπογραφίες του.[6] Ένας μικρός αριθμός πινάκων, κυρίως με κοσμικά θέματα καθημερινότητας, όπως εσωτερικοί χώροι με μορφές (μουσικές συντροφιές, χαρτοπαίκτες, τυχομάντεις κτλ.) πιθανότατα είχαν ως αγοραστικό κοινό ιδιώτες και πιθανόν την ελεύθερη αγορά.[8] Δημιούργησε, επίσης, αντίγραφα έργων των βαν Ντάικ και Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς.[10] Ο φαν Όοστ ήταν ο επιφανέστερος ζωγράφος από τη Μπρυζ του 17ου αιώνα.[6]
Το έργο του είναι ισχυρά επηρεασμένο από τους πρώιμους ζωγράφους του μπαρόκ, όπως ο Καραβάτζο και ο οπαδός του Μπαρτολομένο Μανφρέντι, των οποίων τα έργα μελέτησε όσο βρισκόταν στην Ιταλία. Η επιρροή του Καραβάτζο είναι εμφανής στα σημεία με κιαροσκούρο και τις μη ιδεατές μορφές. Παράδειγμα τέτοιου έργου του είναι Η προσκύνηση των ποιμένων του 1630 (σήμερα στο Μουσείο Ερμιτάζ.[8] Οι ρωπογραφίες της δεκαετίας του 1630 εμφανίζουν την επιρροή του Μανφρέντι. Παράδειγμα τέτοιου έργου είναι Οι χαρτοπαίκτες (1634, σήμερα σε ιδιωτική συλλογή).[8]
Μετά την πρώιμη αυτή επιρροή του Καραβάτζο, το έργο του εξελίχθηκε προς πιο μνημειώδεις μορφές και πιο κλασικιστική μορφοποίηση, που περισσότερο ανακλούσε το έργο του Αννίμπαλε Καρράτσι και του οπαδού του, Ντομενικίνο.[6] Από τη δεκαετία του 1650 άρχισε να επιδεικνύει μεγαλύτερη συναισθηματικότητα, χρησιμοποιούσε δραματικά χωρικά εφέ και παλέτα που προσέγγιζε περισσότερο την βενετική ζωγραφική. Τα έργα του εκείνης της περιόδου εμφανίζουν επίδραση από τους Φεντερίκο Μπαρρότσι, Κορρέτζο και Άντονι βαν Ντάικ.[6] Κάποιες φορές απλά αντέγραφε συνθέσεις του βαν Ντάικ. Ενώ η υφολογική του εξέλιξη ήταν η ιδιαίτερα συνήθης για τους Φλαμανδούς ζωγράφους της εποχής του, η διαυγής δομή και η δυνατή πλαστικότητα των έργων του φαν Όοστ, τον έκαναν να ξεχωρίζει.[8]
Ενώ τα πορτρέτα του είναι, εν γένει, μάλλον στερεότυπα, το Πορτρέτο μιας οικογένειας της Μπρυζ (1645, σήμερα στο Groeningemuseum, Μπρυζ) αποκαλύπτει προσεκτική σύνθεση. Με τον εμβληματικό και μνημειακό του χαρακτήρα, μπορεί να θεωρηθεί ως ένα από τα αριστουργήματα της ύστερης περιόδου του μπαρόκ.[8]
↑Duchesne, Jean (1833). Museum of Painting and Sculpture : Or, Collection of the Principal Pictures, Statues and Bas-reliefs in the Public and Private Galleries of Europe, Volume 16. London: Bossange, Barthes and Lowell.
↑ 8,08,18,28,38,48,58,6Hans Vlieghe. "Oost, Jacob van, I." Grove Art Online. Oxford Art Online. Oxford University Press. Web. 16 Jul. 2014