Γεννήθηκε το 1958 στην Αθήνα και έχει καταγωγή από την Κεφαλονιά.[5]
Έκανε σπουδές στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πρόσθετα έχει εκπονήσει μουσικές σπουδές στο Ωδείο Αθηνών. Ομιλεί άριστα την αγγλική και την γαλλική γλώσσα.
Ξεκίνησε την σταδιοδρομία της στον εισαγγελικό κλάδο το 1984. Υπηρέτησε στις Εισαγγελίες Πρωτοδικών Ηρακλείου και Αθήνας και στις Εισαγγελίες Εφετών Ναυπλίου και Αθήνας.
Προήχθη σε Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου το 2019. Ως Εισαγγελέας Εφετών άσκησε καθήκοντα εισαγγελέα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ), καθήκοντα Επιθεωρήτριας, καθώς και Προϊσταμένης του Τμήματος Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων. Στη διάρκεια της σταδιοδρομίας της χειρίστηκε σοβαρές υποθέσεις, όπως μεταξύ των άλλων, την κατάρρευση του εργοστασίου της «Ρικομέξ» στο σεισμό του 1999, την υπόθεση του διαγωνισμού των τηλεοπτικών αδειών του 2016 κ.ά.
Την 13 Σεπτεμβρίου 2023 παρήγγειλε στις αρμόδιες Εισαγγελίες Πρωτοδικών τη διερεύνηση σχετικά με τις καταστροφικές πλημμύρες μετά την κακοκαιρία Ντάνιελ, προκειμένου να διερευνηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες αναφορικά με τις αξιόποινες πράξεις της πλημμύρας (με ενδεχόμενο δόλο ή από αμέλεια), της ανθρωποκτονίας από αμέλεια δια παραλείψεως κατά συρροή, της παράβασης καθήκοντος, της απιστίας, της έκθεσης[8].
Υπόθεση υποκλοπών
Τον Οκτώβριο του 2023 ενημερώθηκε από μέλος της ΑΔΑΕ ότι οι δύο εισαγγελείς πρωτοδικών που από το 2022 ερευνούσαν την υπόθεση των υποκλοπών είχαν ζητήσει να ελεγχθεί αν τα 92 άτομα που είχαν στοχοποιηθεί με το λογισμικό Predator είχαν παρακολουθηθεί επίσης από την ΕΥΠ, που θα επιβεβαίωνε την ύπαρξη ή όχι δεσμών της ΕΥΠ με το Predator, καθώς και ότι ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, Χρήστος Ράμμος, επρόκειτο να πραγματοποιήσει το σχετικό έλεγχο στους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους.
Τρεις μέρες αργότερα, η Αδειλίνη παρήγγειλε την αυθημερόν αφαίρεση της δικαστικής διερεύνησης της υπόθεσης από τους εισαγγελείς πρωτοδικών που την ερευνούσαν από το 2022 και την ανάθεσή της στον αντιεισαγγελέα του Άρειου Πάγου, Αχιλλέα Ζήση, επικαλούμενη τη σοβαρότητα της υπόθεσης και τον κίνδυνο παραγραφής των αδικημάτων λόγω καθυστέρησης των ερευνών.[9][10] Με βάση σχετικό δημοσίευμα, οι δύο εισαγγελείς, που διερευνούσαν την όλη υπόθεση των υποκλοπών, ήσαν έτοιμοι για τις αρχικές διώξεις κατά δύο προσώπων. Με βάση άλλο δημοσίευμα, η αφαίρεση της υπόθεση έγινε διότι υπήρχε κίνδυνος παραγραφής των εγκλημάτων που έχουν καταγγελθεί.[11]
Στις 30 Ιουλίου, με την παράδοση του πορίσματος από τον αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η Γεωργία Αδειλίνη έθεσε την υπόθεση στο αρχείο ως προς την ΕΥΠ και άλλες κρατικές υπηρεσίες (ΕΛ.ΑΣ. ή Αντιτρομοκρατική), καταλογίζοντας ποινική ευθύνη σε τέσσερα άτομα, νόμιμους εκπροσώπους και ιδιοκτήτες των εταιρειών που ενεπλάκησαν, με όποιον τρόπο, στη δράση με το λογισμικό Predator στη χώρα μας.[12] Το εισαγγελικό πόρισμα προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις και κοινή πρωτοβουλία κομμάτων της αντιπολίτευσης (ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ., ΚΚΕ, Νέα Αριστερά και Πλεύση Ελευθερίας), αλλά και συνδικαλιστικών οργανώσεων των δημοσιογράφων σε διεθνές επίπεδο.[13][14][15][16]