Sui generis (Ελλ. ιδιόρρυθμος-η) είναι μια λατινική έκφραση, που χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάτι φέρει κυριολεκτικά την έννοια του δικού του είδους ή γένους, ή κατέχει μοναδικά χαρακτηριστικά που δεν μπορούν να ενταχθούν σε κάποιο ήδη προϋπάρχον ευρύτερο σύνολο. Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται συχνά στην επιστήμη της νομικής και τη φιλοσοφία ως τρόπος αναφοράς και περιγραφής μιας ιδέας, μιας οντότητας ή μιας πραγματικότητας η οποία δεν μπορεί να συμπεριληφθεί σε μια ήδη υπάρχουσα ευρύτερη έννοια.
Νομική
Στο δίκαιο είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για την περιγραφή ενός νομικού χαρακτηρισμού που υπάρχει ανεξάρτητα από άλλες κατηγοριοποιήσεις, λόγω της μοναδικότητάς του. Στο δίκαιο της διανοητικής ιδιοκτησίας ο όρος sui generis χρησιμοποιείται για να δηλώσει την ιδιοκτησία ενός έργου που οφείλει την ύπαρξη του αποκλειστικά και μόνο στον δημιουργό του. Επίσης η δικαιοδοσία μιας Αρχής μπορεί να χαρακτηριστεί ως sui generis με τη σημασία ότι υφίσταται μόνο στο πλαίσιο της υπο εξέταση υπόθεσης και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να τύχει ευρύτερης εφαρμογής και αναγνώρισης.
Σε γενικές γραμμές η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας γίνεται με τους κύριους τύπους του δικαίου διανοητικής ιδιοκτησίας, όπως ευρεσιτεχνίες (πατέντες) και εμπορικά σήματα. Ωστόσο πολλές χώρες έχουν επεκτείνει την έννοια της προστασίας αυτής και σε κατηγορίες που δεν ανταποκρίνονται στους παραδοσιακούς ορισμούς της προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας. Για παράδειγμα, το γαλλικό δίκαιο προστατεύει τα σχέδια της μόδας και πολλές χώρες προστατεύουν τις βάσεις δεδομένων. Αυτοί οι νόμοι προστασίας αναφέρονται ως sui generis.
Πολιτικές επιστήμες
Στις πολιτικές επιστήμες μία οντότητα χαρακτηρίζεται ως sui generis όταν δεν μπορεί να ενταχθεί στο ευρύτερο καθεστώς τοπικής διακυβέρνησης μιας χώρας. Παραδείγματα αποτελούν το Άγιον Όρος στην Ελλάδα καθώς και η πόλη του Λονδίνου στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αυτές είναι περιοχές με ιδιαίτερη διοικητική οντότητα, καθώς οι μορφές αυτοδιοίκησής τους είναι εξαιρετικά διαφορετικές από εκείνες των λοιπών περιοχών της χώρας όπου ανήκουν.
Ένα ακόμα παράδειγμα χρησιμοποίησης του όρου αποτελεί η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία σε σύγκριση με άλλους διεθνείς οργανισμούς έχει χαρακτηριστεί ως sui generis γεωπολιτική οντότητα, λόγω της νομικής φύσης της, καθώς και του μείγματος των εθνικών και υπερεθνικών στοιχείων της.
Κοινωνιολογία
Στην κοινωνιολογία το sui generis χρησιμοποιείται για να εκφράσει τις θεωρίες που υπάρχουν σχετικά με την κοινωνική ύπαρξη. Αντικείμενο της επιστήμης της κοινωνιολογίας είναι να μελετήσει την κοινωνική πραγματικότητα. Αυτά τα κοινωνικά γεγονότα εξηγούνται από άλλα κοινωνικά γεγονότα. Έχουν δικό τους νόημα που δεν μπορεί να αποδοθεί σε άλλους ψυχολογικούς ή βιολογικούς παράγοντες.
Τα κοινωνικά γεγονότα που έχουν δικό τους νόημα είναι sui generis.
Ο Durkheim αναφέρει ότι όταν σε μια οργάνωση αντικαθίστανται μερικά άτομα με κάποια άλλα, η ουσία του οργανισμού δεν αλλάζει. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια μερικών δεκαετιών, το σύνολο του προσωπικού ενός οργανισμού μπορεί να αντικατασταθεί, ενώ παράλληλα η οργάνωση συνεχίζει να διατηρεί τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της. Ο Durkheim επεκτείνει αυτή την έννοια σε ολόκληρη την κοινωνία: ισχυρίζεται ότι η κοινωνία, καθώς προϋπήρχε πριν από τη γέννηση του κάθε ατόμου που την απαρτίζει, είναι ανεξάρτητη από κάθε ένα από τα μέλη της. Συνεπώς η sui generis κοινωνία που περιγράφει (με την έννοια της ανεξάρτητης/αυτόνομης) θα συνεχίσει την ύπαρξη της, ακόμα και όταν τα άτομα που την αποτελούν παύσουν να υπάρχουν.
Βιολογία
Ένα είδος που βρίσκεται στην κορυφή του γένους του αποκαλείται sui generis. Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι όλα τα γένη με ένα μόνο μέλος αποτελούν είδη sui generis, παρά μόνο στις περιπτώσεις που δημιουργήθηκε ένα νέο γένος για να αναφερθεί ειδικά σε αυτό το είδος, που δεν είναι γνωστό από άλλα παραδείγματα, είναι sui generis.