Ο Τσαντραγκούπτα Μαουρύα (चन्द्रगुप्त मौर्य, 340 π.Χ. – 297 π.Χ.) ή Σανδροκόττος ή Σανδράκοττος ή Ανδροκόττος, όπως είναι γνωστός στην αρχαιοελληνική γραμματεία[8], ήταν ο ιδρυτής της ινδικής Αυτοκρατορίας των Μαουρύα (Μωρύα στη γλώσσα Χίντι) και ο πρώτος αυτοκράτορας που ένωσε την Ινδία σε ένα ενιαίο κράτος. Βασίλεψε από το 322 π.Χ. μέχρι που ασπάστηκε τον Τζαϊνισμό, ζώντας ως ασκητής, παραιτούμενος εθελοντικά από το θρόνο προς χάρη του γιου του Μπιντουσάρα (Bindusara) το 298 π.Χ.[8][9][10]. Έγινε επίσης γνωστός για την επανάκτηση των δυτικών περιοχών της Ινδίας τις οποίες είχε κατακτήσει ο Μέγας Αλέξανδρος, και για τη νίκη του έναντι ενός από τους πιο ισχυρούς διαδόχους του Αλεξάνδρου, του Σέλευκου Νικάτορα.
Μαζί με τον εγγονό του, Ασόκα το Μεγάλο, ο Τσαντραγκούπτα Μαουρύα είναι ένας από τους πιο ένδοξους βασιλείς της ιστορίας της Ινδίας, και διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητάς της, έχοντας σήμερα τιμές εθνικού ήρωα.
Επιτεύγματα
Πριν την άνοδό του στην εξουσία, το μεγαλύτερο μέρος της νότιας Ασίας ήταν διαχωρισμένο σε μικρά βασίλεια, ενώ η Αυτοκρατορία των Νάντα κυριαρχούσε στην κοιλάδα ανάμεσα στο Γάγγη και τον Ινδό ποταμό.[11] Ο Τσαντραγκούπτα κατάφερε να κατακτήσει σχεδόν όλη την Ινδική χερσόνησο μέχρι το τέλος της βασιλείας του,[12] εκτός από τις περιοχές των Ταμίλ (Τσέρα, Τσόλα και Πάντγια) και Καλίνγκα. Η αυτοκρατορία του εκτεινόταν από τη Βεγγάλη στην ανατολή, έως το Αφγανιστάν και Βαλουχιστάν στη δύση, τα Ιμαλάια και το Κασμίρ στο βορρά, και το υψίπεδο του Ντέκκαν στο νότο. Ήταν η μεγαλύτερη αυτοκρατορία στην ιστορία της Ινδίας[13][14].
Η περίοδος της βασιλείας του χαρακτηρίζεται από μια σειρά από μεγάλες οικονομικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις, μια ισχυρή κεντρική διαχείριση, και ισχυρή οικονομία και εμπόριο. Επίσης κατά την περίοδο της ηγεσίας του συνέβησαν μεγάλες κοινωνικές και θρησκευτικές αλλαγές, με το Βουδισμό και τον Τζαϊνισμό ν΄ αποκτούν αυξανόμενη επιρροή. Σημαντικός σύμβουλος του υπήρξε και ο Τσανάκυα, ο οποίος επίσης τον είχε βοηθήσει αρχικά ν΄ ανατρέψει τους Νάντα.
Διαμάχη με τα ελληνιστικά βασίλεια
Μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλέξανδρου το 323 π.Χ., ο Τσαντραγκούπτα έστρεψε την προσοχή του στη βορειοδυτική Ινδία -στην περιοχή του σημερινού Πακιστάν-, όπου νίκησε τις ελληνιστικές σατραπείες που είχαν οριστεί από τον Αλέξανδρο, και είναι πιθανό να δολοφόνησε δύο από τους κυβερνήτες της περιοχής, το Νικάνορα και το Φίλιππο[10]. Οι σατράπες τούς οποίους πολέμησε είναι πιθανό να συμπεριλαμβάνουν και τον Εύδημο, τον κυβερνήτη του δυτικού Παντζάμπ (Πενταποταμία) μέχρι την αναχώρησή του το 317 π.Χ., και τον Πείθωνα του Αγήνορα, ο οποίος κυβερνούσε τις ελληνικές αποικίες του Ινδού ποταμού μέχρι ν΄ αναχωρήσει το 316 π.Χ. για τη Βαβυλώνα.
Ο αλεξανδρινός ιστορικός του 1ου αιώνα μ.Χ. Αππιανός αναφέρει πως όταν ο ίδιος ο Σέλευκος ενεπλάκη στη διαμάχη, πέρασε τον Ινδό ποταμό το 305 π.Χ. και ήρθε σε σύγκρουση με τον Τσαντραγκούπτα οπότε και ηττήθηκε, σύντομα όμως κατέληξαν σε ανακωχή καθώς και κάποια συμφωνία γάμου προς κύρωση αυτής. Ακολούθως ο Ρωμαίος ιστορικός του 2ου αιώνα μ.Χ., Ιουστίνος, επίσης αναφέρει πως ο Σέλευκος έκανε ανακωχή με τον Τσαντραγκούπτα έτσι ώστε να επικεντρωθεί στον Πόλεμο των Διαδόχων εναντίον του Αντίγονου, τον οποίο και τελικά νίκησε.
Ο Τσαντραγκούπτα σύντομα κήρυξε ανακωχή και παντρεύτηκε την κόρη του Σέλευκου, ενώ επίσης εισήγαγε μια πολιτική φιλίας με τα ελληνιστικά βασίλεια, αναζωογονώντας το εμπόριο και τις επαφές της Ινδίας με το δυτικό κόσμο. Ο Έλληνας διπλωμάτης και ιστορικός της εποχής, Μεγασθένης, επισκέφτηκε την πρωτεύουσα των Μαουρύα, τα Παταλιπούτρα (Παλίβοθρα στην αρχαία ελληνική γραμματεία), και αποτελεί μια σημαντική πηγή πληροφοριών για την ιστορία των Μαουρύα.
↑Vaughn, Bruce (2004). «Indian Geopolitics, the United States and Evolving Correlates of Power in Asia». Geopolitics9 (2): 440–459 [442]. doi:10.1080/14650040490442944.
↑Goetz, H. (1955). «Early Indian Sculptures from Nepal». Artibus Asiae18 (1): 61–74. doi:10.2307/3248838.
Επιπλέον πηγές
Kosambi, D.D. An Introduction to the Study of Indian History, Bombay: Popular Prakashan, 1985