Ο Φερχέχτ γεννήθηκε στην Αμβέρσα. Δεν είναι σαφές από ποιον εκπαιδεύτηκε. Προ του 1590 ταξίδεψε στην Ιταλία και πρωτοεργάστηκε στη Φλωρεντία, όπου ο Φραγκίσκος Α΄ των Μεδίκων, μέγας Δούκας της Τοσκάνης έγινε πάτρονάς του. Στη συνέχεια πήγε στη Ρώμη, όπου δραστηριοποιήθηκε ως ζωγράφος τοπίων σε τοιχογραφίες.[4] Επιστρέφοντας στην Αμβέρσα έγινε μέλος στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά της πόλης το 1590-91. Νυμφεύτηκε τη Σουζάννα φαν Μόκενμπορχ, εγγονή του πατριού του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς και εξαδέλφου της μητέρας του.[5] Μετά τον θάνατο της πρώτης συζύγου του το 1595, νυμφεύτηκε εκ νέου το επόμενο έτος. Ο Φερχέχτ ήταν μέλος της τοπικής Συντεχνίας των Ρητόρων και συνέγραψε μια κωμωδία για λογαριασμό της το 1620.[4]
Ο Φερχέχτ ειδικευόταν στα τοπία και δημιούργησε και ορισμένες παραλλαγές του Πύργου της Βαβέλ. Τα τοπία του ακολουθούσαν το παραδοσιακό ύφος της παγκόσμιας τοπιογραφίας, που είχε αναπτυχθεί κατά το πρώτο ήμισυ του 16ου αιώνα από τον Γιοάχιμ Πατινίρ και έφτασε στο απόγειό της με τον Πίτερ Μπρίγκελ τον πρεσβύτερο. Τα τοπία του απεικονίζουν φανταστικά βουνά που χαρακτηρίζονται από βραχώδεις κορυφές, ιδωμένες από υψηλό σημείο θέασης και τυπικά περιλαμβάνουν μια βιβλική ή μυθολογική σκηνή. Το έργο του μοιάζει πολύ σε ύφος με την ομάδα 12 χαρακτικών μεγάλων τοπίων που εξέδωσε ο Χιερόνυμους Κοκ από σχέδια του Πίτερ Μπρίγκελ του πρεσβύτερου. Τα τοπία του δεν ήταν τελείως επιλήσμονα σε σχέση με το έργο των Γιόος ντε Μόμπερ και Χίλλις φαν Κόνινξλοο, που εξέλισσαν μια πιο ρεαλιστική και από κοντά προσέγγιση της τοπιογραφίας και υιοθέτησε ορισμένα από τα χαρακτηριστικά τους.