Τα νησιά Τερκς και Κέικος (αγγλικά: Turks and Caicos) είναι ένα Βρετανικό υπερπόντιο έδαφος του Ηνωμένου Βασιλείου στην Καραϊβική. Η έκτασή τους είναι 616 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ο πληθυσμός τους 49.309[2] κάτοικοι σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2023, στην πλειοψηφία τους Αφροαμερικανοί και μιγάδες. Πρωτεύουσα των νησιών είναι η Κόκμπερν Τάουν, από το 1766, στο νησί Γκραντ Τερκ ενώ το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ζει στο νησί Προβιντενσιάλες.
Τα νησιά Τερκς και Κέικος βρίσκονται νοτιοανατολικά της νήσου Μαγιαγκουάνα των Μπαχαμών και βόρεια του νησιού Ισπανιόλα. Η πρωτεύουσα των νησιών, Κόκμπερν Τάουν, απέχει περίπου 1.042 χιλιόμετρα ανατολικά-νοτιοανατολικά του Μαϊάμι, των ΗΠΑ.
Ετυμολογία
Τα νησιά Τερκς και Κέικος πήραν το όνομά τους από τον κάκτο των Κέικος (Melocactus intortus) και τη Λουκαγιανή λέξη caya hico, που σημαίνει «σειρά νησιών».[4][5][6]
Ιστορία
Προ-αποικιακή εποχή
Οι πρώτοι κάτοικοι των νησιών ήταν οι Ταΐνο, οι οποίοι πιθανότατα έφτασαν από την Ισπανιόλα κάποια στιγμή από το 500 έως το 800 μ.Χ. Μαζί με τους Ταΐνο που μετανάστευσαν από την Κούβα στις νότιες Μπαχάμες περίπου την ίδια εποχή, αυτοί οι άνθρωποι αναπτύχθηκαν μαζί ως Λουκαγιανοί.[7] Γύρω στο 1200, οι Νήσοι Τερκς και Κέικος αποικήθηκαν ξανά από τους Ταΐνο από την Ισπανιόλα.[εκκρεμεί παραπομπή]
Άφιξη Ευρωπαίων
Είναι άγνωστο ακριβώς ποιος ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος που είδε τα νησιά. Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι ο Χριστόφορος Κολόμβος είδε τα νησιά στο ταξίδι του προς την Αμερική το 1492.[7] Ωστόσο, άλλες πηγές δηλώνουν ότι είναι πιο πιθανό ο Ισπανός κατακτητής Χουάν Πόνθε ντε Λεόν να ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος στα Τερκς και Κέικος, το 1512.[8][7] Εν πάση περιπτώσει, μετά το 1512, οι Ισπανοί άρχισαν να αιχμαλωτίζουν τους Ταΐνο και τους Λουκαγιανούς ως εργάτες στο σύστημα encomienda[9] για να αντικαταστήσουν τον κατά κύριο λόγο εξαντλημένο γηγενή πληθυσμό της Ισπανιόλας. Ως αποτέλεσμα αυτού και της εισαγωγής ασθενειών στις οποίες οι ιθαγενείς δεν είχαν ανοσία, οι νότιες Μπαχάμες και οι Νήσοι Τερκς και Κέικος εγκαταλείφθηκαν πλήρως το 1513 και παρέμειναν έτσι μέχρι τον 17ο αιώνα.[10][11][12][13][14]
Ευρωπαϊκός Αποικισμός
Από τα μέσα του 1600, συλλέκτες αλατιού από τις Βερμούδες, άρχισαν να επισκέπτονται εποχιακά τα νησιά, αργότερα εγκαταστάθηκαν μόνιμα με τους Αφρικανούς σκλάβους τους.[15][7] Για αρκετές δεκαετίες γύρω στα τέλη του 18ου αιώνα, τα νησιά έγιναν δημοφιλή πειρατικά κρησφύγετα.[15] Κατά τη διάρκεια του αγγλο-γαλλικού πολέμου (1778-1783) οι Γάλλοι κατέλαβαν το αρχιπέλαγος το 1783, ωστόσο αργότερα επιβεβαιώθηκε ως βρετανική αποικία με τη Συνθήκη των Παρισίων (1783). Μετά την Αμερικανική Επανάσταση (1775–1783), πολλοί Βρετανοί, πιστοί στο Βρετανικό στέμμα, κατέφυγαν στις Βρετανικές αποικίες της Καραϊβικής, φέρνοντας επίσης μαζί τους Αφρικανούς σκλάβους.[7][15] Αυτοί ανέπτυξαν την καλλιέργεια βαμβακιού, αλλά αντικαταστάθηκε από την ανάπτυξη της βιομηχανίας αλατιού, με την εργασία να γίνεται από τους Αφρικανούς σκλάβους που εισήχθησαν βίαια από την Αφρική ή από τα άλλα νησιά της Καραϊβικής και τους απογόνους τους, οι οποίοι σύντομα κατέληξαν να ξεπεράσουν τους Ευρωπαίους εποίκους.[7]
Το 1799, τόσο τα νησιά Τερκς όσο και τα Κέικος προσαρτήθηκαν από τη Βρετανία ως μέρος των Μπαχαμών.[7][16] Η επεξεργασία του θαλασσινού αλατιού αναπτύχθηκε ως ένα εξαιρετικά σημαντικό προϊόν εξαγωγής από τις Δυτικές Ινδίες και συνέχισε να είναι ένα σημαντικό εξαγωγικό προϊόν τον 19ο αιώνα.
19ος αιώνας
Το 1807, η Βρετανία απαγόρευσε το εμπόριο σκλάβων και, το 1833, κατάργησε τη δουλεία στις αποικίες της.[7] Μερικές φορές τα βρετανικά πλοία παρεμπόδισαν εμπόρους σκλάβων στην Καραϊβική, και ορισμένα πλοία ναυάγησαν στις ακτές αυτών των νησιών. Το 1837, το πλοίο «Esperança», ένα πορτογαλικό πλοίο που μετέφερε σκλάβους, ναυάγησε στο Ανατολικό Κέικος, ένα από τα μεγαλύτερα νησιά. Ενώ το πλήρωμα και 220 αιχμάλωτοι Αφρικανοί επέζησαν από το ναυάγιο, 18 Αφρικανοί πέθαναν πριν μεταφερθούν οι επιζώντες στο Νάσσαου των Μπαχαμών. Οι Αφρικανοί από αυτό το πλοίο μπορεί να ήταν μεταξύ των 189 απελευθερωμένων Αφρικανών που οι Βρετανοί άποικοι εγκατέστησαν στα Τερκς και Κέικος από το 1833 έως το 1840.[17]
Το 1841, το πλοίο «Τρουβαδόρ», ένα παράνομο ισπανικό πλοίο που μετέφερε σκλάβους, ναυάγησε στα ανοικτά των ακτών του Ανατολικού Κέικος. Και οι 20 άντρες και 192 αιχμάλωτοι Αφρικανοί επέζησαν από τη βύθιση. Αξιωματούχοι απελευθέρωσαν τους Αφρικανούς και τακτοποίησαν 168 άτομα να μαθητεύσουν κοντά σε νησιωτικούς ιδιοκτήτες στο νησί Γκραντ Τερκ για ένα έτος. Έτσι αυξήθηκε ο μικρός πληθυσμός της αποικίας κατά επτά τοις εκατό.[17] Οι υπόλοιποι 24 επανεγκαταστάθηκαν στο Νάσσαου, στις Μπαχάμες. Το ισπανικό πλήρωμα μεταφέρθηκε επίσης εκεί, για να παραδοθεί στον κουβανό πρόξενο και να μεταφερθεί στην Κούβα για δίωξη.[18] Μια επιστολή του 1878 τεκμηριώνει τους «Αφρικανούς του Τρουβαδόρ» και τους απογόνους τους ως ουσιαστικό μέρος του «εργατικού πληθυσμού» στα νησιά.[17] Το 2004, θαλάσσιοι αρχαιολόγοι που συνεργάζονται με το Εθνικό Μουσείο των Τερκς και Κέικος ανακάλυψαν ένα ναυάγιο, το λεγόμενο "Black Rock Ship", το οποίο, μεταγενέστερη έρευνα θεωρεί ότι μπορεί να είναι αυτό του Τρουβαδόρ. Τον Νοέμβριο του 2008, μια συνεργατική αποστολή θαλάσσιας αρχαιολογίας, χρηματοδοτούμενη από τις Ηνωμένες Πολιτείες NOAA, επιβεβαίωσε ότι το ναυάγιο έχει αντικείμενα των οποίων τα χαρακτηριστικά και η ημερομηνία κατασκευής τα συνδέουν με το Τρουβαδόρ.[18][19][20]
Το 1848, η Βρετανία όρισε τα Τερκς και Κέικος ως ξεχωριστή αποικία υπό τον πρόεδρο ενός συμβουλίου.[7] Το 1873–4, τα νησιά έγιναν μέρος της αποικίας της Τζαμάικα.[7] Το 1917, ο πρωθυπουργός του Καναδά Ρόμπερτ Μπορντέν πρότεινε να ενταχθούν τα Τερκς και Κέικος στον Καναδά, αλλά αυτή η πρόταση απορρίφθηκε από τον Βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ και τα νησιά παρέμειναν εξάρτηση της Τζαμάικας.[21]
20ος και 21ος αιώνας
Στις 4 Ιουλίου του 1959 τα νησιά ορίστηκαν και πάλι ως ξεχωριστή αποικία, με τον τελευταίο επίτροπο να αναδιατυπώνεται ως διαχειριστής. Ο κυβερνήτης της Τζαμάικας συνέχισε να είναι επίσης κυβερνήτης των νησιών. Όταν παραχωρήθηκε ανεξαρτησία στην Τζαμάικα από τη Βρετανία, τον Αύγουστο του 1962, οι Νήσοι Τερκς και Κέικος έγιναν αποικία του Στέμματος.[7] Από το 1965, ο κυβερνήτης των Μπαχαμών ήταν επίσης κυβερνήτης των Νήσων Τερκς και Κέικος και επόπτευε τις υποθέσεις των νησιών.[22]
Όταν οι Μπαχάμες κέρδισαν την ανεξαρτησία τους το 1973, οι Νήσοι Τερκς και Κέικος απέκτησαν τον δικό τους κυβερνήτη (ο τελευταίος διαχειριστής άλλαξε ιδιότητα).[7] Από τον Αύγουστο του 1976, τα νησιά είχαν τη δική τους κυβέρνηση με επικεφαλής έναν πρωθυπουργό, ο πρώτος εκ των οποίων ήταν ο Τζέιμς Αλεξάντερ Τζορτζ Σμιθ Μακάρτνεϊ. Οι κινήσεις προς την ανεξαρτησία στις αρχές της δεκαετίας του 1980 καθυστέρησαν με την εκλογή ενός κόμματος κατά της ανεξαρτησίας το 1980 και έκτοτε τα νησιά παρέμειναν βρετανικό έδαφος.[7] Η τοπική αυτοδιοίκηση τέθηκε σε αναστολή το διάστημα 1986–88, μετά από ισχυρισμό περί εμπλοκής της κυβέρνησης με το λαθρεμπόριο ναρκωτικών που είχε ως αποτέλεσμα τη σύλληψη του πρωθυπουργού Norman Saunders.[23][7]
Το 2002 τα νησιά επαναπροσδιορίστηκαν ως Βρετανικό υπερπόντιο έδαφος, με τους νησιώτες να αποκτούν πλήρη βρετανική υπηκοότητα.[7] Ένα νέο σύνταγμα δημοσιεύτηκε το 2006, ωστόσο το 2009 ο πρωθυπουργός Μάικλ Μίσικ παραιτήθηκε ενόψει κατηγοριών διαφθοράς και το Ηνωμένο Βασίλειο ανέλαβε τον άμεσο έλεγχο της κυβέρνησης.[24][7] Ένα νέο σύνταγμα δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2012 και η τοπική κυβέρνηση ανέλαβε πάλι μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 2012.[7][25]
Διακυβέρνηση
Αρχηγός Κράτους είναι ο βασιλιάς Κάρολος Γ΄, ο οποίος εκπροσωπείται από τον Κυβερνήτη (από τις 29 Ιουνίου 2023 η Ντιλίνι Ντανιέλ-Σελβαράτναμ)[26]. Υπάρχει επίσης Πρωθυπουργός (premier). Στις 14 Αυγούστου 2009 η βρετανική κυβέρνηση, επικαλούμενη φαινόμενα κυβερνητικής διαφθοράς, καθαίρεσε τον πρωθυπουργό και κατάργησε το αξίωμα, μεταθέτοντας τις αρμοδιότητές του σε εκείνες του Κυβερνήτη.[27] Το αξίωμα επαναφέρθηκε τον Νοέμβριο του 2012.
Η Βουλή (House of Assembly) έχει μόνο ένα σώμα και αποτελείται από 21 συνολικά μέλη, εκ των οποίων τα 15 εκλέγονται από τον λαό για 4 χρόνια. Οι τελευταίες εκλογές διεξήχθησαν το 2021.
Δημογραφία
Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού ήταν σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2016 τα 79,8 χρόνια (77,1 χρόνια οι άνδρες και 82,7 οι γυναίκες).[3]
↑Paul Albury (1975). The Story of the Bahamas. MacMillan Caribbean. (ISBN0-333-17131-4) pp. 34–37
↑Michael Craton (1986). A History of the Bahamas. San Salvador Press. (ISBN0-9692568-0-9) pp. 17, 37–39
↑Julian Granberry and Gary S. Vescelius. (2004) Languages of the Pre-Columbian Antilles. The University of Alabama Press. (ISBN0-8173-5123-X) pp. 80–86
↑William F. Keegan (1992). The People Who Discovered Columbus: The Prehistory of the Bahamas. University Press of Florida. (ISBN0-8130-1137-X) pp. 25, 48–62, 86, 170–173, 212–213, 220–223
↑Carl Ortwin Sauer. (1966, Fourth printing, 1992) The Early Spanish Main. University of California Press. (ISBN0-520-01415-4) pp. 159–160, 191
↑Kersell, John E. (1988). «Government administration in a very small microstate: Developing the Turks and Caicos Islands». Public Administration and Development8 (2): 169–181. doi:10.1002/pad.4230080206.