Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Προσοχή, το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Για τη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{πηγές|5|01|2025}}
Οι επιρροές του σμυρνέικου τραγουδιού είναι πολλαπλές. Το είδος αντικατοπτρίζει τις κοινότητες που ζούσαν στην πόλη, Έλληνες, Τούρκοι, Εβραίοι, Αρμένιοι, αλλά και Γάλλοι και Άγγλοι.
Το σμυρνέικο τραγούδι ακολουθεί, τις περισσότερες φορές, στο σύστημα των ανατολίτικων μακάμ (αραβικό σύστημα μουσικής) ή των αντίστοιχων ήχων της βυζαντινής μουσικής.
Τα όργανα του σμυρνέικου τραγουδιού είναι το ούτι, το κανονάκι, το σαντούρι, το βιολί ή ο περσικός κεμεντσέ, ωστόσο, συναντάμε δυτικά σύνολα σε ορισμένες συνθέσεις. Σε αντίθεση με ό,τι φαίνεται στην ταινία Ρεμπέτικο του Κώστα Φέρρη, το μπουζούκι δεν χρησιμοποιείται στο σμυρνέικο τραγούδι.
Υπάρχουν διάφορες ποικιλίες σμυρνέικης μουσικής: οι αμανέδες κοντά στο αραβοπερσικό και τουρκικό γκαζάλ, τα ταξίμια (μουσικοί αυτοσχεδιασμοί εμπνευσμένοι από την οθωμανική μουσική), οι πατινάδες, είδη σερενάδων.
Οι συνθέτες και οι τραγουδιστές του σμυρνέικου τραγουδιού είναι συχνά οι ίδιοι με του ρεμπέτικου: Παναγιώτης Τούντας, Ρόζα Εσκενάζυ, Αντώνης Διαμαντίδης (Νταλγκάς) κ.ά. Η γέννηση του ρεμπέτικου ύφους είναι τόσο στενά συνδεδεμένη με το σμυρνέικο που, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '30, ήταν δύσκολο να τα ξεχωρίσεις. Το σμυρνέικο αποκαλείται μερικές φορές και ως ανατολίτικο ρεμπέτικο. Το 1933 έγινε η πρώτη ηχογράφηση με μπουζούκι, του Μάρκου Βαμβακάρη, όταν οι δύο τάσεις χώρισαν πραγματικά. Έτσι, ο Βαμβακάρης γίνεται τότε ο «πατριάρχης» ενός νέου, αυτόνομου στυλ, του ρεμπέτικου.