Το Σαιν-Μαλό (γαλλικά: Saint-Malo, βρετονικά: Sant-Maloù) είναι πόλη της Γαλλίας στην περιοχή της Βρετάνης και στον νομό Ιλ-ε-Βιλέν (Ille-et-Vilaine). Οι κάτοικοί του αποκαλούνται γαλλικά: Malouin(e)s. Η περιοχή έχει έκταση 35,7 τ.χλμ. και ο πληθυσμός (απογρ. 2007) ανέρχεται σε 52.737 κατοίκους.
Ιστορία
Η μικρή πόλη του Σαιν-Μαλό δημιουργήθηκε από τον 1ο π.Χ. αιώνα στη χερσόνησο Αλέ (Alet), στην περιοχή που και σήμερα φέρει το ίδιο όνομα. Η γαλλορωμαϊκή μικρή πόλη περιτειχίστηκε κατά τα τέλη του 3ου μ.Χ. αιώνα και αποτελούσε την έδρα μικρής στρατιωτικής φρουράς ενώ στα όρια του τείχους υπήρχε και ένα μικρό λιμάνι που «επέβλεπε» τις εκβολές του ποταμού Ρανς (Rance).
Σύμφωνα με την παράδοση, ένας μοναχός από την Ουαλία, με το όνομα Machutus Malo ή Maclow (λατ. Maclovius), γεννημένος περίπου το 520 και βαφτισμένος από τον Άγιο Μπρένταν, του οποίου έγινε ο αγαπημένος μαθητής[7] έφθασε στη χερσόνησο Αλέ και έγινε αρχιεπίσκοπος εκεί. Τάφηκε στο μικρό νησάκι που βρίσκεται 1500 μ. από τη χερσόνησο, το οποίο έλαβε το όνομα «Σαιν Μαλό». Το 1145 ο επίσκοπος Ζαν ντε Σατιγιόν (Jean de Chatillon) έλαβε άδεια από τον Πάπα να μεταφέρει το επισκοπείο της Αλέ στη μικρή πόλη του Σαιν-Μαλό.[8]
Με την πάροδο του χρόνου το Σαιν-Μαλό εξελίχθηκε σε καταφύγιο πειρατών και Γάλλων κουρσάρων[9]. Το 1308 οι κάτοικοι απογοητευμένοι από την κακή κατάσταση των οχυρωματικών έργων εκλέγουν για πρώτη φορά δήμαρχο με στόχο τη βελτίωσή τους, αλλά ο θεσμός αυτός αποδείχτηκε βραχύβιος. Κατά τον Εκατονταετή πόλεμο το Σαιν-Μαλό αλλάζει συχνά κατοχή, αλλά σε γενικές γραμμές είναι εχθρικό προς τους Δούκες της Βρετάνης. Τέλος, το 1395, ο Πάπας δωρίζει το Σαιν-Μαλό στον βασιλέα της Γαλλίας Κάρολο τον ΣΤ΄, αλλά 20 χρόνια αργότερα ο Δούκας Ιωάννης ο 5ος της Βρετάνης το ανακαταλαμβάνει.
Το 1488 οι Βρετόνοι ηττώνται στη μάχη του Σαιντ-Ωμπέν ντυ Κορμιέ (Saint-Aubin du Cormier) και το Σαιν-Μαλό αποδίδεται εκ νέου στους Γάλλους, παρά τις προσπάθειες της Δούκισας Άννας της Βρετάνης, που νυμφεύτηκε διαδοχικά τους βασιλείς της Γαλλίας Κάρολο 8ο και Λουδοβίκο 12ο, να παραμείνει η πόλη στην κυριαρχία του Δουκάτου. Συνέχισε την οικοδόμηση νέου κάστρου στη βορειοδυτική άκρη του τείχους.
Τον 15ο και 16ο αιώνα η πόλη σημαδεύεται από σημαντική αύξηση της ναυτιλιακής δραστηριότητας, ως αποτέλεσμα των μεγάλων εξερευνητικών αποστολών. Οι Μαλουέν αποβιβάστηκαν στη Νέα Γη και έφθασαν ως τη Βραζιλία, ενώ από την πόλη ξεκίνησε και η αποστολή του - γεννημένου στο Σαιν-Μαλό - Ζακ Καρτιέ που ανακάλυψε τον Καναδά το 1534 καθώς και οι πρώτοι αποικιστές των νησιών Φώκλαντ, που ονομάστηκαν γαλλικά Îles Malouines και ισπανικά Islas Malvinas.
Τον 17ο και 18ο αιώνα η ναυτιλιακή δραστηριότητα συνεχίστηκε κάνοντας το Σαιν-Μαλό ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της χώρας. Το 1758 έγινε επιδρομή των Άγγλων εναντίον των κουρσάρων που έδρευαν στην ευρύτερη περιοχή. Δεν επέδραμαν εναντίον του Σαιν-Μαλό, αλλά στο γειτονικό Σαιν-Σερβάν κατάφεραν να εξουδετερώσουν περίπου 30 κουρσάρους.
Παρά το γεγονός ότι η παλιά πόλη δείχνει πραγματικά παλιά, το μεγαλύτερο μέρος της είχε καταστραφεί κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και αναστηλώθηκε μετά την αποχώρηση των Γερμανών διατηρώντας το στυλ του 17ου - 18ου αιώνα.[10] Κατά τον πόλεμο και στην προσπάθεια των Συμμάχων να αποκτήσουν ένα λιμάνι που τους ήταν απαραίτητο για την υποστήριξη της απόβασης στη Νορμανδία η πόλη έγινε θέατρο σφοδρών συγκρούσεων, καθώς ο επικεφαλής της φρουράς του συνταγματάρχης Αντρέας φον Άουλοκ στην παραίνεση να παραδοθεί απάντησε ότι «θα υπερασπίσει το Σαιν-Μαλό ως την τελευταία του πέτρα».[11] Οι αμερικανικές δυνάμεις, πιστεύοντας ότι ο φον Άουλοκ ήταν φανατικός (δεν ήταν) προέβησαν σε σφοδρούς βομβαρδισμούς της περιτοιχισμένης πόλης με εμπρηστικές κυρίως βόμβες, οβίδες και όλμους, με αποτέλεσμα μεγάλο τμήμα της να ερειπωθεί. Αυτό δεν εμπόδισε τους Γερμανούς να ανατινάξουν πλοία στην είσοδο του λιμανιού, καθιστώντας το άχρηστο για σημαντικό χρονικό διάστημα.[12]
Το Σαιν-Σερβάν και το επίσης γειτονικό Παραμέ συγχωνεύτηκαν το 1967 με το Σαιν-Μαλό αποκτώντας την ονομασία «Δήμος του Σαιν-Μαλό».
Σήμερα το Σαιν-Μαλό είναι σημαντικό λιμάνι, θέρετρο στο οποίο οι κάτοικοι του Παρισιού διατηρούν εξοχική κατοικία και πόλος έλξης τουριστών τόσο για την περιτοιχισμένη πόλη (La Ville Intra-Muros), η οποία διατηρεί έντονο μεσαιωνικό χρώμα όσο και για ναυτιλιακές δραστηριότητες (θαλάσσια σπορ, κολύμβηση στην τεράστια αμμουδερή του παραλία, ιστιοπλοϊα). Είναι η πλέον τουριστική πόλη της Βρετάνης. Στην πόλη υπάρχουν τα περισσότερα εστιατόρια με θαλασσινά από κάθε άλλη ευρωπαϊκή πόλη. Το διασημότερο έδεσμα που σερβίρουν είναι τα στρείδια από το παρακείμενο χωριό Κανκάλ (Cancale).
Συγκοινωνίες
Η πόλη συνδέεται ατμοπλοϊκά με το Πουλ, το Πόρτσμουθ και το Γουέιμαουθ στην Αγγλία. Από τον σιδηροδρομικό του σταθμό περνά το TGV προσφέροντας απευθείας σύνδεση με τη Ρεν και το Παρίσι. Φυσικά υπάρχει οδική σύνδεση με την υπόλοιπη χώρα (εθνική οδός Ν137 και περιφερειακές D301 και D1). Η πόλη εξυπηρετείται από το μικρό αεροδρόμιο Dinard – Pleurtuit – Saint-Malo, που βρίσκεται 5 χλμ νοτιοδυτικά του Ντινάρ,[13] προσφέροντας σύνδεση και με το Λονδίνο (Στάνστεντ). Υπάρχει, επίσης, δύο φορές την ημέρα λεωφορειακή σύνδεση με το Ποντορσόν (απέχει μόλις 2,5 χλμ. από το Μον Σαιν Μισέλ).
Αξιοθέατα
Η περιτοιχισμένη πόλη (intra - muros) και τα σοκάκια της
Το Μουσείο - κάστρο της πόλης (είσοδος 4,40 e - 2009)
Το ενυδρείο (ένα από τα σημαντικότερα στην Ευρώπη, είσοδος 9,0 e, 2009)
Ο καθεδρικός Ναός του Σαιν-Βενσάν
Ο τάφος του φιλέλληνα Σατωμπριάν στο νησάκι Γκραν-Μπε (Grand-Bé)
Φωτοθήκη
Άποψη της περιτοιχισμένης πόλης και των περιχώρων από αέρος
↑Με την έννοια του κουρσάρου αποδίδεται εδώ ο όρος «privateer», δηλ. ιδιώτης (άτομο, πλοίο ή ομάδα πλοίων) «μισθωμένος» από την κυβέρνηση μιας χώρας με στόχο ξένα πλοία. Η «μίσθωση» αυτή γινόταν μόνο σε καιρό πολέμου και σε περίπτωση σύλληψης τους μεταχειρίζονταν ως αιχμαλώτους πολέμου. Συνώνυμος όρος ήταν «corsair», που είχε ελληνικά αποδοθεί ως «κουρσάρος».