Ο Πανδόλφος Γ΄, γερμ.: Pandulf III ήταν για λίγο πρίγκιπας του Σαλέρνο από τις 3 έως τις 10 Ιουνίου 1052. Ήταν ο μεγαλύτερος από τα τέσσερα αδέρφια της Γκέμα, συζύγου του πρίγκιπα Γουαϊμάρος Δ΄. Κατέλαβε το θρόνο με πραξικόπημα, όταν δολοφόνησε μαζί με τον αδελφό του τον Γουαϊμάρος Δ΄. Βασίλεψε μόνο μία εβδομάδα, προτού αναγκαστεί να παραιτηθεί και δολοφονήθηκε αμέσως.
Ο Πανδόλφος ήταν πιθανότατα μέλος της οικογένειας των κόμητων του Τεάνo στο πριγκιπάτο της Κάπουα. [2]
Σύμφωνα με τον Αμάτους του Μοντεκασίνo, ο οποίος είναι η κύρια πηγή για το πραξικόπημα του 1052, η πρώτη αμφισβήτηση της εξουσίας του Γουαϊμάρος Δ΄ προήλθε από το δουκάτο του Aμάλφι, το οποίο υπαγόταν στον Γουαϊμάρος Δ΄ και του όφειλε φόρο υποτέλειας. Τον Απρίλιο, ο εκπρόσωπος του Γκουαϊμάρ Δ΄, δούκας Mάνσο Β΄, αναγκάστηκε να φύγει από το Αμάλφι, το οποίο άρχισε να επιτίθεται στο ναυτικό του Σαλέρνο. Καθώς τα έσοδα από τον φόρο υποτέλειας εξαφανίστηκαν, ορισμένοι από τους ηγέτες του Γουαϊμάρος Δ΄ άρχισαν να παραιτούνται από την πίστη τους. Σύμφωνα με τον Αμάτους, ο αρχηγός της συνωμοσίας για την απομάκρυνση του Γουαϊμάρος Δ΄ ήταν ο Πανδόλφος, ο οποίος προσφέρθηκε να ανταμείψει με ευεργεσίες όποιον θα τον βοηθούσε να γίνει πρίγκιπας. Αν και ο Γουαϊμάρος Δ΄ προφανώς γνώριζε το σχέδιο, δεν πίστευε ότι ήταν ευάλωτος. Όταν οι Αμαλφιτανοί επιτέθηκαν στο Σαλέρνο από τη θάλασσα, ο Πανδόλφος και τα τρία αδέλφια του διατάχθηκαν να υπερασπιστούν την ακτή. Αρνήθηκαν και στη διαμάχη που ακολούθησε, μαχαίρωσαν τον Γουαϊμάρος Δ΄ μέχρι θανάτου. Σκότωσαν επίσης τον θαλαμηπόλο του και τον αδελφό του, Πανδόλφος δούκα του Καπάτσιο. Προσπάθησαν να σκοτώσουν τον άλλο αδελφό του, τον Γκυ δούκα του Σορέντο, αλλά αυτός διέφυγε. Ο Aμάτους δίνει την ημερομηνία των δολοφονιών στις 3 Ιουνίου, ενώ τα Χρονικά του Μπενεβέντο (Annales Beneveventani) δίνουν στις 2 Ιουνίου και το τέλος του Γουαϊμάρος Δ΄ εορτάστηκε στο αβαείο του Moντεκασίνo στις 4 Ιουνίου. [3] [4]
Μετά τις δολοφονίες, ο Πανδόλφος Γ΄ έγινε πρίγκιπας και τα τρία μικρότερα αδέλφια του ορκίστηκαν πίστη σε αυτόν. Η πρώτη του πράξη ήταν να ανατρέψει αρκετές δημεύσεις γης, που έγιναν από τον Γουαϊμάρος Δ΄. Επέτυχε να πάρει την ακρόπολη του Σαλέρνο, επειδή ήταν ανεπαρκώς εφοδιασμένη με τρόφιμα και δεν μπορούσε να αντέξει. Η αδελφή του Γουαϊμάρος και άλλοι συγγενείς στην ακρόπολη φυλακίστηκαν. Ο γιος και κληρονόμος του Γουαϊμάρος, Γισούλφος Β΄, έπεσε επίσης στα χέρια του Πανδόλφος Γ΄. [3]
Η αποτυχία να σκοτωθεί ο Γκυ έγινε η ανατροπή του πραξικοπήματος. Ο Γκυ κατέφυγε στον Νορμανδό Ονφρουά κόμη της Απουλίας και πιστό υποτελή του Γουαϊμάρος Δ΄. Μία Νορμανδική δύναμη έφτασε έξω από το Σαλέρνο στις 8 Ιουνίου. Δύο ημέρες αργότερα οι πύλες άνοιξαν. Ο Γκυ προφανώς διαπραγματεύτηκε την παράδοση της ακρόπολης, υποσχόμενος να χαρίσει τη ζωή του Πανδόλφος Γ΄ και των συνεργατών του με αντάλλαγμα τον ανιψιό του, Γισούλφος. Οι Νορμανδοί δεν ένιωθαν δεσμευμένοι από αυτή τη συμφωνία, και κυνήγησαν και σκότωσαν τον Πανδόλφος Γ΄ και τους 35 άλλους, για να εκδικηθούν τις 36 πληγές που βρέθηκαν στο σώμα του Γουαϊμάρος Δ΄. Στην αξιολόγηση του Aμάτους, ο Πανδόλφος Γ΄ «έλαβε την κακή συμβουλή να προσπαθήσει να γίνει πρίγκιπας με τα τρία αδέλφια του». [3]
Ανάμεσα σε εκείνους τους συνωμότες που συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν, ήταν τα αδέλφια του μελλοντικού αρχιεπισκόπου του Σαλέρνο, Αλφάνου Α΄. [5]
Σημειώσεις
- ↑ Ανακτήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ Graham A. Loud, The Age of Robert Guiscard: Southern Italy and the Northern Conquest (Routledge, 2000), p. 117.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 Prescott N. Dunbar (trans.) and Graham A. Loud (ed.), The History of the Normans by Amatus of Montecassino (Boydell Press, 2004). pp. 96–97.
- ↑ Vincenzo De Bartholomaeis (ed.), Storia de' Normanni di Amato di Montecassino volgarizzata in antico francese, Fonti per la Storia d'Italia 76 (Rome, 1935), Book III; Odon Delarc (ed.), Ystoire de li Normant par Aimé (Rouen: A. Lestringant, 1892).
- ↑ Michelangelo Schipa, "Storia del Principato Longobardo di Salerno", in La Longobardia meridionale (570–1077): Il ducato di Benevento, il principato di Salerno (Rome: Edizioni di storia e letteratura, 1968), pp. 209–10, originally published as Storia del Principato Longobardo di Salerno (Naples: Francesco Giannini e Figli 1887), in which cf. pp. 147-49.
Περαιτέρω ανάγνωση
- Taviani-Carozzi, Huguette. La Principauté lombarde de Salerne (IX e –XI e siècle): pouvoir et société en Italie lombarde méridionale, τόμ. 2. École française de Rome, 1991.